Τρίτη 3 Μαΐου 2016

Η Υπόθεση Haymarket

ΛΙΓΟ ΠΡΙΝ…

Δύο μόλις δεκαετίες πριν από το τέλος του 19ου αιώνα υπάρχει έντονη εξεγερτική και επαναστατική δράση, ιδιαίτερα στο βόρειο τμήμα της Αμερικής. Στις 14 Οκτωβρίου 1883 γίνεται το ενοποιητικό συνέδριο των σοσιαλιστών της Β. Αμερικής. Σ’ αυτό υιοθετείται η άποψη πως το συνδικάτο είναι το σημαντικότερο μέσο δράσης και χώρος ανάπτυξης των βίαιων απελευθερωτικών κοινωνικών πρακτικών των εργατών.

Το κείμενο δημοσιεύεται στην εφημερίδα ΣΥΝΑΓΕΡΜΟΣ που εκδίδεται στο Σικάγο, από τον Πάρσονς κι ανάμεσα σ’ άλλα τονίζεται: «Η σημερινή κοινωνική τάξη πραγμάτων βασίζεται στη ληστεία των μη-ιδιοκτητών από μέρους των ιδιοκτητών. Οι καπιταλιστές εξαγοράζουν το μόχθο των φτωχών, προσφέροντας μισθούς που αρκούν μονάχα νια την επιβίωση, απορροφώντας ολόκληρη την υπεραξία… Το σύστημα αυτό είναι άδικο, παράλογο και καταστροφικό. Επομένως, εκείνοι που υποφέρουν κάτω από το σύστημα αυτό και δε θέλουν να είναι υπεύθυνοι για τη συνέχειά του πρέπει να πολεμήσουν για να το καταστρέψουν με όλα τα μέσα και με όλες τους τις δυνάμεις. Οι εργάτες δεν μπορούν να ζητήσουν βοήθεια από καμία εξωτερική πηγή στον αγώνα τους ενάντια στο σύστημα που υπάρχει. Πρέπει να πετύχουν την απελευθέρωση τους με τις δικές τους μόνο προσπάθειες. Μέχρι τώρα καμία προνομιούχα τάξη δεν παραιτήθηκε από την τυραννία και οι σημερινοί καπιταλιστές δεν παραιτήθηκαν ποτέ από τα προνόμια τους και από την εξουσία τους χωρίς να ασκήσουν βία… Είναι λοιπόν αυτονόητο ότι ο αγώνας του προλεταριάτου ενάντια στην μπουρζουαζία πρέπει να έχει βίαιο χαρακτήρα, ότι οι διαμάχες που αφορούν τις διάφορες μισθολογικές αυξήσεις δεν μπορούν να οδηγήσουν στον τελικό στόχο…. Σ’ αυτές τις συνθήκες υπάρχει μονάχα μία λύση, η βία...».

Στο κοινωνικό πεδίο οι συγκρούσεις είναι βίαιες. Μια απλή εργοστασιακή διαμάχη παίρνει αμέσως τα χαρακτηριστικά του κοινωνικού πολέμου, στην κυριολεξία. Για παράδειγμα, οι απεργοί στα Χαλυβουργεία της Εταιρείας Κάρνεγκυ στην Πενσυλβανία συγκρούονται ένοπλα σε πραγματική μάχη εκ παρατάξεως ενάντια σ’ αυτούς που έχει προσλάβει η εργοδοσία για να σπάσει την απεργία.

Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός πως πολλοί μαχητικοί συνδικαλιστές εγκαταλείπουν τα συμβιβασμένα σωματεία. Τον Ιούλιο του 1884 μετά από ένα κάλεσμα του τοπικού Συνδικάτου Καπνεργατών, πολλοί εργάτες εγκαταλείπουν τη συντηρητική Συνασπισμένη Επαγγελματική και Εργατική Συνέλευση, δημιουργώντας το Κεντρικό Εργατικό Συνδικάτο στο οποίο επικρατούν οι αναρχικές απόψεις. Το στίγμα δίνουν τέσσερα συνδικάτα Γερμανών εργατών (μεταλλουργοί, εργάτες σφαγείων, ξυλεργάτες και επιπλοποιοί), που απάντησαν στο κάλεσμα του συνδικάτου καπνεργατών, οργανώθηκαν στο Κ.Ε.Σ. και αποδέχθηκαν μια κοινή διακήρυξη αρχών: «όλη η γη αποτελεί κοινωνική κληρονομιά, ο πλούτος είναι δημιούργημα της εργασίας, δεν μπορεί να υπάρχει καμία αρμονία ανάμεσα στους εργάτες και το κεφάλαιο, κάθε εργάτης οφείλει να αποσπαστεί απ’ τα καπιταλιστικά κόμματα και ν’ αφοσιωθεί στο συνδικάτο».

Δύο χρόνια πριν από τα γεγονότα του Haymarket, το 1884, η Ομοσπονδία εργατικών και συνδικαλιστικών σωματείων των ΕΠΑ και του ΚΑΝΑΔΑ αποφασίζει πως από την 1η Μάη 1886 θα ισχύει το οκτάωρο. Τα αφεντικά και οι κρατικοί μηχανισμοί καταστολής κινούνται ενάντια σ’ αυτή την απόφαση, ενώ ο φόβος τους και η κοινωνική αναταραχή ανέβαιναν καθώς πλησιάζει αυτή η ημερομηνία.

Θα πρέπει να σημειωθεί πως στα συνδικάτα υπήρχε έντονη συμμετοχή των αναρχικών πολλοί από τους οποίους ήταν μετανάστες από ευρωπαϊκές κυρίως περιοχές. Απέναντι σ’ αυτούς κατευθύνεται το ρατσιστικό μίσος. Σε μια από τις άθλιες συκοφαντικές περιγραφές που κυκλοφορούσαν το 1886 γι’ αυτούς αναφέρεται: «…με μακριά μαλλιά και άγριο βλέμμα, άπλυτοι, άθεοι και ξένα αποβράσματα που ποτέ δεν δούλεψαν τίμια και που έχουν τρελαθεί από τα χρόνια της καταπίεσης στις χώρες τους -(πριν έλθουν στη χώρα της ελευθερίας)(!!)- και που ζηλεύουν παθολογικά τους πλούσιους για τα πλούτη τους».(!!) Το συνηθισμένο οπλοστάσιο της λασπολογίας και της ψευτιάς των εξουσιαστών ενάντια στους αγωνιζόμενους για την ελευθερία ανθρώπους, παραμένει ίδιο κι απαράλλαχτο και ικανό να πείσει μόνο άσχετους, αφελείς και πωρωμένους!!

Τον Οκτώβρη του 1885, μετά από εισήγηση του αναρχικού Αύγουστου Σπις, το Κεντρικό Εργατικό Συνδικάτο που περιλαμβάνει 22 συνδικάτα (μεταξύ των οποίων είναι και τα 11 μεγαλύτερα της πόλης) υιοθετεί την ακόλουθη θέση:

«Απόφαση μας είναι να κάνουμε έκκληση στην τάξη των μισθωτών να πάρει τα όπλα, για να προβάλλει στους εκμεταλλευτές της το μοναδικό επιχείρημα που μπορεί να θεωρηθεί αποτελεσματικό: ΒΙΑ.

Μολονότι περιμένουμε ελάχιστα από την καθιέρωση του οκταώρου, υποσχόμαστε με πίστη να βοηθήσουμε τα αδέλφια μας, που βρίσκονται σε μειονεκτική θέση σ’ αυτή την ταξική πάλη, με όλα τα μέσα και τη δύναμη που διαθέτουμε, εφ’ όσον κι αυτά θα συνεχίζουν να διατηρούν ένα ανοιχτό κι αποφασισμένο μέτωπο ενάντια στους κοινούς μας καταπιεστές, τους αριστοκράτες αλήτες και τους εκμεταλλευτές. Η πολεμική μας κραυγή είναι: ΘΑΝΑΤΟΣ ΣΤΟΥΣ ΕΧΘΡΟΥΣ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΥ ΓΕΝΟΥΣ!»

ΤΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ

Για πρώτη φορά στο Σικάγο, το 1886, η 1η Μάη γίνεται μέρα γενικής απεργίας και διαδηλώσεων, οι οποίες πραγματοποιούνται χωρίς συγκρούσεις αφού το κράτος νοιώθει τρόμο μπροστά στη δύναμη και την αποφασιστικότητα των αγωνιζόμενων ανθρώπων (40.000 εργάτες κατεβαίνουν σε απεργία την ημέρα αυτή).

Δύο μέρες μετά, στις 3 Μάη, η απεργία εξαπλώνεται με τρομακτικό τρόπο για τους καταπιεστές κι εκμεταλλευτές, παίρνοντας τις διαστάσεις γενικευμένης εξέγερσης. Ο αριθμός της συμμετοχής ξεπερνά τις 65.000. Το κράτος και τα αφεντικά προσπαθούν με υποσχέσεις να κατευνάσουν την οργή των αγωνιζόμενων επιδιώκοντας να τους αποδυναμώσουν διασπώντας τους (υπόσχονται την μείωση των εργασίμων ωρών για 45.000 απ’ αυτούς).

Αυτό που θα μείνει γνωστό στην ιστορία σαν «Υπόθεση Haymarket», ξεκινά στις 3 Μαΐου 1886 όταν αστυνομικοί του Σικάγο πυροβολούν εν ψυχρώ σε συγκέντρωση απεργών του εργοστασίου McCormick, σκοτώνοντας και τραυματίζοντας δεκάδες εργάτες.

Ο Σπις, αγανακτισμένος από τις αγριότητες της αστυνομίας, τυπώνει στο τυπογραφείο της εφημερίδας Αrbeiter Zeitung, την ακόλουθη προκήρυξη που μοιράζεται γραμμένη στ’ αγγλικά και στα γερμανικά:

«Εκδικηθείτε! Εργάτες, στα όπλα! Τα αφεντικά εξαπέλυσαν τα λαγωνικά τους -την αστυνομία- και δολοφόνησαν έξι από τα αδέλφια σας, σήμερα το απόγευμα στη φάμπρικα του Μακ Κόρμικ. Σκότωσαν τ’ άμοιρα αδέλφια σας, γιατί όπως κι εσείς είχαν το κουράγιο να μην υπακούσουν στη ανώτατη θέληση των αφεντικών σας. Τους σκότωσαν, γιατί τόλμησαν ν’ απαιτήσουν τη μείωση των ωρών σκλαβιάς. Τους σκότωσαν για ν’ αποδείξουν σ’ εσάς τους «Ελεύθερους Αμερικάνους Πολίτες» ότι πρέπει να είσαστε ικανοποιημένοι με οτιδήποτε αποφασίσουν, αλλιώς θα πεθάνετε! Εδώ και χρόνια υφίστασθε τις πιο χυδαίες ταπεινώσεις, εδώ και χρόνια υποφέρετε αμέτρητα πλήγματα, αμέτρητες αδικίες, εργαζόσαστε μέχρι αναισθησίας, υποφέρετε από τους πόνους της ένδειας και της πείνας. Τα παιδιά σας τα θυσιάσατε στον αφέντη της φάμπρικας. Με λίγα λόγια όλα αυτά τα χρόνια είσασταν δυστυχισμένοι και υπάκουοι σκλάβοι. Γιατί;

Για να ικανοποιήσετε την αδηφάγα φάρα, για να γεμίσετε τα χρηματοκιβώτια του κοπρίτη, κλέφτη αφέντη σας; Όταν τώρα του Ζητάτε να ελαφρύνει το φορτίο σας, στέλνει τα λαγωνικά του για να σας πυροβολήσουν, να σας σκοτώσουν! Αν είσαστε άντρες, αν είσαστε τέκνα των πατεράδων σας, που έχυσαν το αίμα τους για να σας ελευθερώσουν, τότε θα σηκώσετε το ανάστημα σας, θα δείξετε τη δύναμη σας και θα καταστρέψετε το απαίσιο τέρας που θέλει να σας καταστρέψει. Στα όπλα, σας καλούμε στα όπλα!

Τα αδέρφια σας».

Για το επόμενο απόγευμα αναρχικοί και σοσιαλιστές, οργανώνουν μια συγκέντρωση εργατών στην πλατεία Haymarket του Σικάγο.

Το τρυκ που καλούσε στην συγκέντρωση γραμμένο στα Αγγλικά και στα Γερμανικά έγραφε:

ΠΡΟΣΟΧΗ ΕΡΓΑΤΕΣ!

ΜΕΓΑΛΗ ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΗ

στο ΧΕΗΜΑΡΚΕΤ, Ράντολφ Στρητ,

Μπ.Ντάϊπλένς και Χάλστεντ

Καλοί ομιλητές θα παρουσιαστούν για να καταγγείλουν τις τελευταίες αγριότητες της αστυνομίας, τους πυροβολισμούς ενάντια στους συντρόφους μας εργάτες χτες το απόγευμα.

Εργάτες, οπλιστείτε κι ελάτε μαζικά!

Η Εκτελεστική Επιτροπή

Το πρωί της Τρίτης της 4ης Μαΐου ο Άντολφ Φίσερ κυκλοφορεί ένα δίγλωσσο φυλλάδιο με το οποίο καλεί κι αυτός σε συγκέντρωση στην πλατεία Χέιμαρκετ. Το ίδιο πρωί, ξεκινούν νέα επεισόδια. Η αστυνομία επιτίθεται σε 3.000 απεργούς κοντά στην 35η οδό. Οι επιθέσεις κατά των συγκεντρωμένων απεργών συνεχίζονται και το απόγευμα, ειδικά στη νοτιοδυτική πλευρά της πόλης. Ο δήμαρχος Χάρισον τελικά δίνει την άδεια για συγκέντρωση το απόγευμα στο Χέιμαρκετ. Μέχρι τις 9 η ώρα έχουν μαζευτεί γύρω στις 3.000 άτομα, ανάμεσα τους και ο δήμαρχος Χάρισον, ως θεατής για να διαπιστώσει τον ειρηνικό χαρακτήρα της συγκέντρωσης για τον οποίο είχε συμφωνήσει με επιτροπή απεργών. Η συγκέντρωση είναι πολύ ήσυχη. Ο Σπις μιλά στους απεργούς από ένα αμάξι μπροστά στο εργοστάσιο των Κρέιν. Ύστερα μιλά ο Πάρσονς που περιορίζεται στο θέμα του οχτάωρου.

Μετά έρχεται η σειρά του Φήλντεν. Γύρω στις 10 η ώρα μία δυνατή καταιγίδα αρχίζει και η συγκέντρωση ουσιαστικά πάει να διαλυθεί. Ο Σπις και ο Πάρσονς έχουν φύγει. Ο μόνος ομιλητής είναι τώρα ο Φήλντεν και απευθύνεται στο λιγοστό πλήθος που έχει μείνει εκεί. Ο δήμαρχος Χάρισον, κρίνοντας ότι η συγκέντρωση είχε κιόλας τελειώσει, φεύγει λίγο μετά τις 10 η ώρα για να ενημερώσει το αστυνομικό τμήμα της οδού Ντεπλαίην, που βρίσκεται σε απόσταση μισού χιλιομέτρου από τη συγκέντρωση. Καθώς εκείνη την ώρα το πλήθος άρχισε να διαλύεται, ένα τμήμα αποτελούμενο από 175 αστυνομικούς παρουσιάζεται, με επικεφαλής τον διαβόητο για τις κτηνωδίες του επιθεωρητή της αστυνομίας Τζων Μπόνφηλντ. Η ενέργεια αυτή δεν έχει κανένα νόημα πέρα από το ότι η αστυνομία προσπαθεί να οξύνει πάλι την κατάσταση.

Οι αστυνομικοί κρατούνται σε κάποια απόσταση από το αμάξι των ομιλητών και κάποιος λοχαγός που ονομάζεται Γουώρντ διατάζει τους συγκεντρωμένους να φύγουν γρήγορα από το χώρο της πλατείας. Ο Φήλντεν του φωνάζει ότι η συγκέντρωση είναι ειρηνική. Καθώς ο Γουώρντ στρέφεται για να δώσει διαταγή στους άντρες του να επιτεθούν, μια βόμβα εκτοξεύεται πίσω από το αμάξι των ομιλητών. Η έκρηξη γίνεται εκεί που στέκονται οι αστυνομικοί και τραυματίζει 66, εκ των οποίων οι 7 πεθαίνουν αργότερα. Η αστυνομία αρχίζει αμέσως να πυροβολεί υστερικά προς το πλήθος, σκοτώνοντας κάποιους απεργούς και τραυματίζοντας διακόσιους περίπου. Δημιουργείται μεγάλος πανικός και τα φαρμακεία γεμίζουν τραυματίες. Οι ακριβείς απώλειες που προκλήθηκαν στους εργάτες παραμένουν μέχρι και σήμερα αδιευκρίνιστες, καθώς όσοι τραυματίζονται από πυροβολισμούς ή χτυπήματα αστυνομικών μεταφέρονται για ιατρική περίθαλψη από τους συντρόφους τους.

Πολύ σύντομα τα γεγονότα μαθεύονται σε όλη τη χώρα. Η «κοινή γνώμη» αμέσως στρέφεται με τρόμο και μίσος εναντίον των ακραίων αριστερών και των αναρχικών, προκαλώντας τον πρώτο «Κόκκινο Τρόμο» επί αμερικανικού εδάφους. Μέσα σ’ ένα κλίμα πολιτικής παράνοιας —που δεν παραλείπει να το υποδαυλίζει όσο μπορεί και ο λαϊκίστικος τύπος—, η αστυνομία συλλαμβάνει τους οκτώ γνωστούς αναρχικούς του Σικάγο με την κατηγορία της ανθρωποκτονίας εκ προμελέτης. Δικάζονται από τον δικαστή Joseph E. Gary στην κομητεία Cook. Μολονότι δεν προέκυψαν επαρκή στοιχεία εναντίον τους, οι ένορκοι τους κηρύσσουν ένοχους συνεδριάζοντας για λιγότερο από 3 ώρες (συνοπτικές διαδικασίες).

Στην στημένη δίκη, η συκοφαντία, η ψευτιά των ΜΜΕ και το μίσος των εξουσιαστών εκδηλώνονται με τον πιο κραυγαλέο τρόπο (ας σημειωθεί πως ο δικαστής Γκάρυ σχετικά με την ένσταση που αφορά τους ενόρκους δηλώνει πως οι προκαταλήψεις των ενόρκων ενάντια στους αναρχικούς «δεν συνιστούν σοβαρό λόγο για να αποκλειστούν από τη δίκη») και παρ’ όλες τις ανύπαρκτες αποδείξεις σε βάρος των κατηγορούμενων αναρχικών επιβάλλονται θανατικές ποινές στους πέντε από αυτούς ενώ στους υπόλοιπους πολύχρονες καταδίκες.

Προηγούμενα, οι κατηγορούμενοι αναρχικοί αμφισβητούν την αρμοδιότητα, του δικαστηρίου και αξιοποιούν μια δεύτερη δίκη για να βγάλουν τολμηρούς αναρχικούς λόγους.

Ο Πάρσονς μιλά επί οκτώ ώρες και ο Φήλντεν τρεις, ενώ ο Σβαμπ αναφέρεται «σε μια κοινωνική κατάσταση όπου όλα τα ανθρώπινα όντα θα κάνουν το σωστό και θα μισούν το άδικο».

Ο Λίγκ ανάμεσα σ’ άλλα διακηρύσσει: «Επαναλαμβάνω ότι είμαι εχθρός της «τάξης» που επικρατεί σήμερα και ότι θα την πολεμήσω με όλες μου τις δυνάμεις, όσο μπορώ ακόμα να ανασαίνω… Σας απεχθάνομαι, απεχθάνομαι την τάξη σας, τους νόμους σας, την εξουσία σας που στηρίζεται στη βία. Κρεμάστε με γι’ αυτό».

Ο Αύγουστος Σπις στην πλέον γνωστότερη τοποθέτηση του δηλώνει: «Αν σας περνάει η ιδέα στα σοβαρά, πως με τις κρεμάλες σας μπορείτε να σταματήσετε τον αγώνα εκατομμυρίων εργατών που αν και γονατισμένοι από την καταπίεση εξεγείρονται, είστε μα την αλήθεια – πτωχοί τω πνεύματι». Σε παρόμοια περίπτωση, μας κρεμάτε με το δίκιο σας. Έπειτα. αυτό είναι το καλύτερο που έχετε να κάνετε. Κρεμάστε μας! Μα να περιμένετε το τέλος! Αν δεν το βλέπετε, εγώ σας το αναγγέλλω. Τεντώνετε ένα σκοινί. Γύρω σας, κάτω σας, δίπλα σας, πάνω σας, απ’ όλες τις μεριές σας θεριεύει μια φωτιά. Το έδαφος σαλεύει κάτω από τα πόδια σας. Βαδίζετε κυριολεκτικά πάνω σε μια φωτιά. Μπορείτε να την αγνοείτε, αλλά δεν θα την αποφύγετε…».

Και τελειώνει με τα ακόλουθα λόγια: «…Και τώρα, οι ιδέες που εδώ υπερασπίζομαι, μάθετε, είναι δικές μου! Είναι ένα κομμάτι από τον εαυτό μου, μου είναι αδύνατο να τις εγκαταλείψω. Δεν είναι ρούχα να τα βγάλεις και να τα παρατήσεις. Μα ακόμα κι αν μπορούσα, πάλι δεν θα τις άφηνα. Σας περιφρονούμε μπρος στο θάνατο. Εμπρός! Καλέστε το δήμιο σας!!…».

Ο Άντολφ Φίσερ μετά την έκδοση της καταδικαστικής απόφασης φωνάζει: «Δικάστηκα σ’ αυτήν εδώ την αίθουσα για φόνο και καταδικάστηκα για Αναρχία!!»

Το δικαστήριο καταδικάζει τον Oscar Neebe σε 15ετή κάθειρξη σε αναμορφωτήριο και τους υπόλοιπους σε θάνατο δι’ απαγχονισμού.

Παρ’ όλες τις κινητοποιήσεις σ’ όλο τον κόσμο, οι εχθροί του ανθρώπινου γένους είναι αποφασισμένοι να δολοφονήσουν τους πέντε αναρχικούς. Έτσι πιστεύουν πως θα γλιτώσουν από τον εφιάλτη της κοινωνικής επανάστασης.

Οι δικηγόροι της υπεράσπισης, αμέσως ασκούν έφεση στο Ανώτατο Δικαστήριο του Illinois η οποία απορρίπτεται στις 14 Σεπτεμβρίου του 1887. Η υπεράσπιση τότε κάνει προσφυγή στο Ανώτατο Δικαστήριο των Ηνωμένων Πολιτειών. Μετά από αγορεύσεις των δικηγόρων των κατηγορουμένων που διαρκούν τρεις μέρες, το Ανώτατο Δικαστήριο στις 2 Νοεμβρίου του 1887 απορρίπτει το αίτημα, αφήνοντας πλέον ως μοναδικό ενδεχόμενο την αμνηστεία.

Στις 11 Νοεμβρίου 1887, (ημέρα που βαπτίστηκε ως Μαύρη Παρασκευή) οι Albert Parsons, August Spies, George Engel, και Adolph Fischer δολοφονούνται από τους κρατικούς δήμιους με την παρουσία 200 επιλεγμένων θεατών. Και οι τέσσερις αρνούνται να έρθουν σε οποιαδήποτε επαφή με τον παπά.

Πάνω στο ικρίωμα ο Αύγουστος Σπις φωνάζει: «Θα έρθει μια εποχή που η σιωπή μας στον τάφο θα είναι πιο ισχυρή από τις φωνές που στραγγαλίζετε σήμερα!!!».

Ο Louis Lingg αυτοκτονεί στο κελί του την παραμονή της εκτέλεσης.

Το βράδυ της εκτέλεσης τους, μια μεγάλη διαδήλωση με τύμπανα και σημαίες με μαύρα κρέπια διασχίζει τους δρόμους της Νέας Υόρκης.

Στις 13 Νοεμβρίου οι δολοφονημένοι αναρχικοί θάβονται στο νεκροταφείο Βολντχάϊμ. Την νεκρική πομπή ακολουθούν 200.000 άνθρωποι.

Ο κυβερνήτης του Illinois, Richard Oglesby, μετατρέπει τις ποινές των Samuel Fielden και Michael Schwab σε ισόβια. Το 1893 ο διάδοχος του Oglesby, John Peter Altgeld απονέμει χάρη στους τρεις επιζήσαντες Fielden, Schwab και Neebe με κόστος την πολιτική του καριέρα. Στην Ευρώπη και τις Ηνωμένες Πολιτείες, οι δολοφονημένοι αναρχικοί γίνονται γνωστοί ως «οι μάρτυρες του Σικάγο».

ΟΙ ΑΝΑΡΧΙΚΟΙ ΑΓΩΝΙΣΤΕΣ ΤΟΥ HAYMARKET

AUGUST SPIES (1858-1887)

Ο Σπις γεννήθηκε στην Γερμανία και μετανάστευσε στην Αμερική το 1872. Το 1875 άρχισε ν’ ασχολείται με την πολιτική και μέχρι το 1880 ήτανε γνωστός για την αναρχική του δράση. Εκείνη την χρονιά ξεκίνησε να εκδίδει και την εφημερίδα «Arbeiter Zeitung». Παρά τις πεποιθήσεις του είναι σχεδόν σίγουρο ότι ο Spies δεν είχε κάποια άμεση σχέση με την έκρηξη. Ήταν επίσης αυτός που έγραψε και κυκλοφόρησε την προκήρυξη με την οποία καλούνταν οι εργάτες στα όπλα για να πάρουν εκδίκηση. Είχε αλληλογραφία με τον Γερμανό επίσης αναρχικό Johannes Most στη Νέα Υόρκη (που το 1985 είχε εκδώσει το έργο «Πολεμική Επαναστατική Επιστήμη, μικρό εγχειρίδιο οδηγιών για τη χρήση και την κατασκευή νιτρογλυκερίνης, βαμβακοπυρίτιδας, βροντώδη υδράργυρου, βομβών, δηλητηρίων κ.ά.»), από τον οποίο ζητούσε πληροφορίες σχετικές με εκρηκτικά. Ο Σπις ήταν ένας από τους ομιλητές στην συγκέντρωση του Haymarket, γεγονός που στάθηκε αρκετό για να τον ενοχοποιήσει και εκτελέστηκε.


ALBERT RICHARD PARSONS (1848-1887)

Απόγονος γνωστής οικογένειας της Νέας Αγγλίας, ο Parsons γεννήθηκε στην Alabama και μεγάλωσε στο Texas. Κατά την διάρκεια του Εμφυλίου Πολέμου υπηρέτησε στο ιππικό. Μετά τον πόλεμο έλαβε μέρος στην κυβέρνηση ανόρθωσης του Texas και μετά πήγε στο Σικάγο, όπου ασχολήθηκε με τα εργατικά ζητήματα. Αργότερα απέρριψε την καθεστωτική πολιτική δράση κι έγινε αναρχικός. Ο Parsons ήταν από τους ομιλητές στην συγκέντρωση του Haymarket και είχε φύγει πολύ πριν την έκρηξη. Μολονότι διέφυγε την σύλληψη, στάθηκε στο πλευρό των συντρόφων του από την πρώτη μέρα της δίκης, γεγονός που του κόστισε την ζωή του.

ADOLPH FISCHER (1858-1887)

Ο Fischer γεννήθηκε στην Βρέμη της Γερμανίας και μετανάστευσε στην Αμερική το 1873 όπου δούλεψε σαν τυπογράφος στην «Arbeiter Zei-tung». Ήταν παθιασμένος αναρχικός και αυτός έγραψε την προκήρυξη που παρακινούσε τους εργάτες να πάνε στην συγκέντρωση του Hay-market οπλισμένοι. Ο Fischer εκτελέστηκε.


GEORGE ENGEL (1836-1887)

O Engel μετανάστευσε στην Αμερική το 1873. Αρχικά ασχολήθηκε με το σοσιαλιστικό κίνημα του Σικάγο. Η μόνη ανάμειξη του Engel στα γεγονότα ήταν ότι παραβρέθηκε στην συγκέντρωση του Grief Hall. Δεν ήταν παρών στην συγκέντρωση του Haymarket. Ο Engel εκτελέστηκε.


LOUIS LINGG (1864-1887)

Ο Lingg γεννήθηκε στην Γερμανία και ήταν ο νεώτερος από τους 8. Μετανάστευσε στην Αμερική το 1885 κι έγινε ένθερμος θιασώτης της αναρχικής επαναστατικής βίας. Έφτιαχνε εκρηκτικά και ήταν αυτός που μετέφερε τις βόμβες την 4η Μαΐου. Ήταν ανάμεσα στους 5 που καταδικάστηκαν σε θάνατο αλλά αυτοκτόνησε την παραμονή της εκτέλεσής του.


OSCAR NEEBE (1850-1915)

Γεννήθηκε στη Νέα Υόρκη και ήταν αναρχοσοσιαλιστής. Είχε επαφές με τους υπόλοιπους αλλά δεν ήταν στην συγκέντρωση του Haymarket. Τα στοιχεία εναντίον του ήταν αμελητέα. Παρ’ όλ’ αυτά καταδικάστηκε σε 15 χρόνια κάθειρξη κι έμεινε στην φυλακή 6 πριν του δοθεί χάρη.


SAMUEL FIELDEN (1846-;)

Ο Fielden ήταν ο μόνος Άγγλος μεταξύ των κατηγορουμένων. Ήταν από τους ομιλητές στην συγκέντρωση του Hay-market. Η έκρηξη έγινε μετά το τέλος της ομιλίας του και ο ίδιος τραυματίστηκε από σφαίρα καθώς προσπαθούσε να φύγει. Ο Fielden είχε καταδικαστεί σε θάνατο, αλλά η ποινή του μετατράπηκε σε ισόβια και μετά 6 χρόνια του δόθηκε χάρη.


MICHAEL SCHWAB (1853-;)

Ο Schwab γεννήθηκε στην Βαυαρία και έγινε νωρίς σοσιαλιστής. Δούλευε στην «Arbeiter Zeitung». Δεν υπήρχαν στοιχεία εναντίον του. Ήταν στο Hay-market μόνο για λίγη ώρα. Ένας μάρτυρας όμως ισχυρίστηκε ότι τον είδε μαζί με τον Spies και τον Schnaubelt (τον φερόμενο ως βομβιστή.) Ο Schwab καταδικάστηκε σε θάνατο. Η ποινή του μετατράπηκε σε ισόβια και μετά 6 χρόνια του δόθηκε χάρη.


ΤΟ ΧΡΟΝΙΚΟ

1 Μαΐου 1886: Πραγματοποιούνται απεργίες και διαδηλώσεις σε όλη την επικράτεια από τους βιομηχανικούς εργάτες με κύρια απαίτηση το οκτάωρο.
3 Μαΐου 1886: Οι εργάτες του εργοστασίου McCormick απεργούν. Η αστυνομία επιτίθεται στους άοπλους απεργούς. Πολλοί εργάτες σκοτώνονται.
4 Μαΐου 1886: Πραγματοποιείται μεγάλη εργατική συγκέντρωση κοντά στην πλατεία Haymarket. Αστυνομικοί καταφθάνουν για να διαλύσουν βίαια το πλήθος. Κάποιος εκτοξεύει εναντίον τους μια βόμβα. Οι αστυνομικοί ανοίγουν πυρ και οι εργάτες ανταποδίδουν. Αστυνομικοί και άγνωστος αριθμός εργατών σκοτώνονται. Ο βομβιστής παραμένει άγνωστος.
5-6 Μαΐου 1886: Στο Σικάγο και σε όλη την χώρα επικρατεί φρενίτιδα. Οι αστυνομικοί συλλαμβάνουν αναρχικούς και ακτιβιστές, ανάμεσά τους και 7 από τους 8 μέλλοντες κατάδικους. (Ο Albert Parsons είχε φύγει από την πόλη. Αλλά επιστρέφει και παραδίνεται στις 21 Ιουνίου εκδηλώνοντας την αλληλεγγύη στους υπόλοιπους συντρόφους του.)
27 Μαΐου 1886: Οι ένορκοι κηρύσσουν ένοχους 31 υπόπτους ως συνεργούς στην δολοφονία του αστυνομικού Mathias J. Degan. 8 παραπέμπονται σε δίκη: οι Albert Parsons, August Spies, Oscar Neebe, Louis Lingg, George Engel, Adolph Fischer, Michael Schwab και Samuel Fielden.
21 Ιουνίου – 15 Ιουλίου 1886: Πραγματοποιείται η επιλογή των ενόρκων. 981 άτομα περνάνε από επιτροπή. Οι 12 που επιλέγονται τελικά είναι επιχειρηματίες, δημόσιοι και ιδιωτικοί υπάλληλοι.
16 Ιουλίου – 11 Αυγούστου 1886: Η δίκη ξεκινά. 227 μάρτυρες καταθέτουν, συμπεριλαμβανομένων 54 αστυνομικών του Σικάγο και των Parsons, Fielden, Spies και Schwab. Κατηγορούνται ως οι υποκινητές των ταραχών. Η θανατική ποινή θεωρείται σχεδόν αναπόφευκτη.
19 Αυγούστου 1886: Οι ένορκοι καταδικάζουν τους κατηγορούμενους σε θάνατο δι’ απαγχονισμού και τον Neebe σε 15 χρόνια σε αναμορφωτήριο.
7-8-9 Οκτωβρίου 1886: Οι κατηγορούμενοι βγάζουν λόγους στο δικαστήριο πριν την τελική απόφαση.
9 Οκτωβρίου 1886: Ο δικαστής Gary ανακοινώνει την τελική απόφαση.
Μάρτιος 1887: Οι δικηγόροι των κατηγορουμένων ασκούν έφεση στο Ανώτατο Δικαστήριο του Illinois.
14 Σεπτεμβρίου 1887: Το Ανώτατο Δικαστήριο του Illinois απορρίπτει την έφεση.
2 Νοεμβρίου 1887: Το Ανώτατο Δικαστήριο των Ηνωμένων Πολιτειών απορρίπτει επίσης τη νέα έφεση, παρά την διεθνή εκστρατεία αλληλεγγύης.
10 Νοεμβρίου 1887: Ο Louis Lingg αυτοκτονεί στο κελί του.
11 Νοεμβρίου 1887: Οι Parsons, Spies, Engel και Fischer δολοφονούνται στην αγχόνη.
12 Νοεμβρίου 1887: Οι Fielden και Schwab μεταφέρονται στην φυλακή Joliet όπου κρατείται και ο Oscar Neebe.
13 Νοεμβρίου 1887: Στην κηδεία των Lingg, Fischer, Parsons, Spies και Engel στο Σικάγο παρίστανται περίπου 200.000 άνθρωποι.
26 Ιουνίου 1893: Ο κυβερνήτης του Illinois, John Peter Altgeld απονέμει χάρη στους Neebe, Schwab και Fielden.
 
 
Δημοσιεύθηκε στην αναρχική εφημερίδα ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ φ. 24, Απρίλιος 2004

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου