Σάββατο 14 Ιουνίου 2014

Η διάκριση των μη κρατικών και των κρατικών οντοτήτων σύμφωνα με τον Elman Service

Μερικές διευκρινιστικές παρατηρήσεις:

Ο Elman Service έκανε ανθρωπολογικές έρευνες στους Ινδιάνους της Λατινικής Αμερικής, αναπτύσσοντας παράλληλα τη θεωρία του για την πολιτισμική εξέλιξη, μελετώντας την Παραγουάη και την κουλτούρα των Λατινοαμερικάνων και των κατοίκων της Καραϊβικής. Οι μελέτες αυτές οδήγησαν στις θεωρίες του για τα κοινωνικά συστήματα και την άνοδο του κράτους ως συστήματος πολιτικής οργάνωσης.

Όρισε τέσσερις κατηγορίες σταδίων κοινωνικής εξέλιξης: την ομάδα, την φυλή, την ιεραρχική κοινωνία και το κράτος. Ανέπτυξε επίσης τη θεωρία των «ωφελειών της διοίκησης» (managerial benefits), όπου αναφέρει ότι οι ιεραρχικές κοινωνίες αναπτύχθηκαν, επειδή ήταν εμφανώς ευεργετικές, λόγω της κεντρικής ηγεσίας που διέθεταν. Ο ηγέτης παρέχει οφέλη στους οπαδούς του, που με την πάροδο του χρόνου γίνονται περιπλοκότερα και ωφελούν το σύνολο της ιεραρχικής κοινωνίας. Αυτό διατηρεί τον ηγέτη στην εξουσία και επιτρέπει στον γραφειοκρατικό οργανισμό να αναπτυχθεί. Ανέπτυξε ακόμη μια θεωρία ολοκλήρωσης. Πίστευε ότι οι πρώιμοι πολιτισμοί δεν κατηγοριοποιούνταν με βάση την περιουσία. Κατανέμονταν με βάση την άνιση πολιτική δύναμη, όχι λόγω της άνισης πρόσβασης σε πόρους. Θεωρούσε ότι δεν υπήρχαν πράγματι ταξικές συγκρούσεις, αλλά μόνο μάχες εξουσίας ανάμεσα στην πολιτική ελίτ και στους πρώιμους πολιτισμούς. Η θεωρία του της ολοκλήρωσης ισχυρίζεται πως αρκετές φορές τα μνημεία δημιουργήθηκαν με εθελοντισμό και όχι με εξαναγκασμό των ηγετών πάνω στον πληθυσμό.

Παρ’ όλο που πολλές από τις απόψεις του περί εξέλιξης και ολοκλήρωσης, καθώς και η πεποίθησή του ότι οι ιεραρχικές κοινωνίες είναι ωφέλιμες, δε μας βρίσκουν ασφαλώς σύμφωνους, θεωρήσαμε ότι η διάκρισή του για την οργάνωση των κοινωνιών και οι παρατηρήσεις του για την θέση του κράτους στην ανθρώπινη ιστορία είναι ενδιαφέρουσες. Εξ άλλου, ακόμη και ένα πόνημα που μας βρίσκει σε πολλά αντίθετους, μπορεί κάλλιστα να αποτελέσει εν δυνάμει τροφή για γόνιμη σκέψη. Ο Service διεξήγε τις έρευνες του με την υποτροφία του πανεπιστημίου Columbia, όπου και έγινε μετέπειτα καθηγητής, γεγονός που δε μας δίνει περιθώρια να θεωρήσουμε την έρευνά του ανεπηρέαστη απ’ την κρατούσα κυριαρχική λογική περί εξέλιξης και πολιτισμού. Το εντυπωσιακό είναι ότι, ενώ οι θέσεις του είναι εξουσιαστικές σε μεγάλο βαθμό, κάνει μερικές παρατηρήσεις που αναδεικνύουν την απελευθερωτική δυναμική των ομάδων και των φυλών. Ακολουθεί η μετάφραση προσαρμογής απ’ το κείμενό του Origins of the State and Civilization: The Process of Cultural Evolution (1975)



Εισαγωγικό σημείωμα:

Για πάνω από το 99% της ανθρώπινης ιστορίας οι άνθρωποι έζησαν σε ομάδες που οι κοινωνικοί ανθρωπολόγοι αποκαλούν «μη κρατικές κοινωνίες». Ο παγκόσμιος πληθυσμός το 10.000 π.Χ. ήταν περίπου 10.000.000 άτομα, που όλα ζούσαν σε μη κρατικές κοινωνίες. Μέχρι τη στιγμή που ο Κολόμβος έπλευσε στο Νέο Κόσμο, ο πληθυσμός είχε φτάσει τα 350.000.000 και μόνο το 1% ζούσε ακόμη σε μη κρατικές κοινωνίες. Σήμερα, λιγότερο από το 0,001% του ανθρώπινου πληθυσμού ζει έξω από τον άμεσο έλεγχο των κρατικών κοινωνιών. Πολλοί άνθρωποι, ζώντας σε μη κρατικές κοινωνίες, απολαμβάνουν τρόπους ζωής, που ένας αριθμός Αμερικανών φαίνεται ότι προσπαθεί να επανεφεύρει – όπως η στενή επαφή με τη γη, μικρές σε μέγεθος ομάδες και η έμφαση στις προφορικές παραδόσεις. Είτε αποτελούνται από δεκάδες είτε από χιλιάδες άτομα, αυτές οι κοινωνίες είναι απλές δημογραφικά και ομοιογενείς σε επίπεδο κουλτούρας. Οι μικρής κλίμακας κοινωνίες μπορεί να είναι σχετικά απομονωμένες από τους γείτονές τους και εν μέρει σφιχτοδεμένες. Η γνώση της κουλτούρας είναι ευρέως διαδεδομένη σε μη κρατικές κοινωνίες και η διάδοση μιας συμπεριφοράς αρκετά ομοιογενής. Η εργασία κατανέμεται κυρίως με βάση το φύλο και την ηλικία, οι ειδικευμένοι απουσιάζουν ή είναι λίγοι και οι κοινωνικές διακρίσεις είναι περιορισμένες. Οι άνθρωποι σε τέτοιες μη κρατικές κοινωνίες στερούνται αλφάβητου και συστήματος γραφής στη δική τους γλώσσα, παρόλο που μπορεί να διαβάζουν και να γράφουν σε άλλη γλώσσα. Η ιστορία περνάει από γενιά σε γενιά μέσω μιας προφορικής παράδοσης: οι μύθοι, οι θρύλοι και τα παραμύθια είναι το κύριο μέσο κοινωνικής ανταλλαγής. Ιστορικά, οι άνθρωποι σε μη κρατικές κοινωνίες είναι σχετικά αυτόνομοι και αυτοδύναμοι. Δημιουργούν τη δική τους διαβίωση με ελάχιστη ή καθόλου βοήθεια από εξωτερικές πηγές. Δεν υποκύπτουν σε εξωτερικούς πολιτικούς ηγέτες. Ούτε είναι αυτοί που συνήθως δέχονται την εκμετάλλευση από ξένους. Πρόσφατα, ωστόσο, σχεδόν όλες οι μη κρατικές κοινωνίες βρίσκονται υπό την επίδραση ξένων –ειδικά ως αποτέλεσμα των ευρωπαϊκών εισβολών στον κόσμο από τον 16ο αι. και μετά.



Τύποι μη κρατικών κοινωνιών: Ομάδες (bands), φυλές (tribes) και ιεραρχικές κοινωνίες (chiefdoms).

Για να διασαφηνιστούν οι ομοιότητες και οι διαφορές μεταξύ των λαών του κόσμου, οι ανθρωπολόγοι ανέπτυξαν διάφορες τυπολογίες των μη-κρατικών κοινωνιών. Μια από τις τυπολογικές διακρίσεις που χρησιμοποιούνται ευρέως είναι αυτή που έκανε ο ElmanService (1975). Περιγράφει τρεις τύπους κοινωνιών τις ομάδες (bands), τις φυλές (tribes) και τις ιεραρχικές κοινωνίες (chiefdoms), ως συστατικά μιας ευρύτερης εξελικτικής διαδικασίας, που προηγείται των κρατικών κοινωνιών.



Ομάδες (Bands)

Αντιπροσωπεύουν την πλέον στοιχειώδη μορφή της ανθρώπινης κοινωνίας, που γνωρίζουμε. Ο κύριος μηχανισμός ενσωμάτωσης των ομάδων είναι η συγγένεια. Οι καταστάσεις, οι κοινωνικές και οικονομικές σχέσεις, τα σχέδια κατοίκησης και οι δεσμοί μεταξύ των ομάδων βασίζονται στη συγγένεια. Συχνότερα, αυτές οι ομάδες προέρχονται από την γραμμή συγγένειας του πατέρα: τα αρσενικά μέλη επιλέγουν γυναίκες από άλλες ομάδες, οπότε το νιόπαντρο ζευγάρι ενώνεται με την κατοικία της ομάδας του άνδρα. Μέσα σε μια ομάδα η βασική μονάδα είναι η πυρηνική οικογένεια –ένας άνδρας, η γυναίκα του και τα παιδιά τους. Αυτές οι ομάδες μπορεί να επεκταθούν, περιλαμβάνοντας τους γεροντότερους/-ες χωρίς τους/τις συζύγους τους. Οι μικρές οικογένειες αυτού του τύπου μπορεί να ζήσουν διασκορπισμένες η μια απ’ την άλλη ή να ενωθούν σε μια σχετικά μόνιμη βάση. Μπορούν να ενωθούν ακόμη και εκατό άτομα σε περιόδους αφθονίας, καθώς και στη διάρκεια των συνεταιριστικών κυνηγιών ή των τελετών των ομάδων. Το οικονομικό σύστημα είναι τεχνολογικά πολύ απλό και η σύστασή του βασίζεται στο κυνήγι, τη συλλογή, το ψάρεμα και την αναζήτηση τροφής. Πολύ λίγες κοινωνίες στον σύγχρονο κόσμο μπορούν να χαρακτηριστούν ομαδικές. Ομάδες όπως οι Arunta της Αυστραλίας ή οι !Kung Βουσμάνοι της Νοτιοδυτικής Αφρικής βρίσκονται στις παρυφές του πολιτισμού. Παρά το γεγονός ότι ο ρυθμός της αλλαγής μπορεί να φαίνεται αργός, οι ομάδες δεν είναι στατικές κοινωνίες. Οι πληθυσμοί τους αναπτύσσονται και παρακμάζουν, με τα συνακόλουθα αποτελέσματα για τους φυσικούς πόρους που εκμεταλλεύονται. Καθώς η τεχνολογία τους και το σύστημα διαβίωσης βελτιώνονται, η στενή σχέση τους με τη φύση μπορεί να γίνει πιο απόμακρη. Και εξωτερικές δυνάμεις μπορεί να μεταβάλουν τη συνήθη κοινωνική, οικονομική και θρησκευτική τους ζωή.



Φυλές (tribes)

Οι φυλές έχουν μεγαλύτερους πληθυσμούς από τις ομάδες. Έχουν, επίσης, μεγαλύτερες κοινωνικές, οικονομικές και πολιτικές υποδιαιρέσεις και οι μορφές ολοκλήρωσης της κοινωνίας και της κουλτούρας τους είναι διαφορετικές από των ομάδων. Οι άνθρωποι που οργανώνονται σε φυλές έχουν περισσότερες οικογενειακές και οικιστικές μονάδες. Ενώ οι φυλές είναι ισότιμες και προσανατολισμένες στην οικογένεια, μπορούν να θεωρηθούν και «υπέρ-ομαδικές»(supraband) κοινωνίες. Ένα σημαντικό χαρακτηριστικό της ζωής των φυλών είναι η «αλληλεγγύη», που μπορεί να οριστεί ως μη οικιστική ένωση με συνεργατικές λειτουργίες και σκοπούς. Οι συγγενικοί κύκλοι, οι φατρίες (clans), οι επιμέρους γενεαλογίες ή οι ενώσεις με βάση τις ηλικιακές κατηγορίες, τις μυστικές τελετές ή παρόμοια ενδιαφέροντα μπορούν να λειτουργήσουν ως παραδείγματα.

Αυτές οι αδελφότητες ονομάζονται και ορίζονται με διακριτικά σήματα ή σύμβολα. Η ενότητα της φυλής επιτυγχάνεται και διατηρείται με την αλληλεπικαλυπτόμενη συμμετοχή των μελών σε αυτές τις ομάδες. Η παράδοση παρέχει το κλειδί-οδηγό για τους κανόνες συμπεριφοράς των φυλών, όπως και για τα μέλη μιας ομάδας (band).

Οι διαμάχες μεταξύ των ομάδων είναι η πρωταρχική πηγή των εσωτερικών διαταραχών και οι εχθροπραξίες εναντίον άλλων φυλών, που πάντα υπάρχουν, είναι η μεγαλύτερη πηγή των εξωτερικών συγκρούσεων. Καθώς ο πληθυσμός των φυλών είναι πιο συγκεντρωμένος από αυτόν των ομάδων, οι ομάδες που ενώνονται δεν διασκορπίζονται τόσο πολύ και έτσι είναι πιθανή μία διακοπτόμενη συνεργασία μεταξύ των αρσενικών μελών, ακόμη κι όταν μένουν σε διαφορετικές οικιστικές ενότητες. Εξαιτίας του μεγαλύτερου μεγέθους και της μεγαλύτερης πολυπλοκότητάς τους, οι φυλές τείνουν να είναι λιγότερο απομονωμένες από εξωτερικές επιδράσεις από ότι οι ομάδες.

Διαθέτουν, επίσης, περιπλοκότερα τεχνολογικά και κοινωνικό-πολιτικά συστήματα. Εν ολίγοις, οι φυλές κατέχουν πολλά χαρακτηριστικά που σχετίζονται με τις ομάδες, αλλά επίσης έχουν και άλλα που οι ομάδες δεν διαθέτουν. Οι φυλές, όπως οι ομάδες, δεν είναι άχρονες, αμετάβλητες κοινωνικές ομάδες. Οι Νάβαχο (ή Dene) είναι ένα παράδειγμα μιας φυλής, που συμμετέχει πλήρως στον σύγχρονο κόσμο. Από τους 15000 που ήταν περίπου το 1860, αυξήθηκαν σε πάνω από 100.000 άτομα, τα περισσότερα από τα οποία ζουν σε καταυλισμούς στην βόρεια Αριζόνα και τη νότια Γιούτα.[1]



Ιεραρχικές κοινωνίες (Chiefdoms)

Σε αντίθεση με τις ομάδες και τις φυλές, οι ιεραρχικές κοινωνίες δε διαθέτουν ισότητα. Η πολιτική ηγεσία είναι συγκεντρωτική και συνήθως κληρονομική. Η κοινωνική και οικονομική κατάσταση της κοινωνίας καθορίζεται με βάση την γενεαλογική σχέση προς τον αρχηγό. Οι ιεραρχικές κοινωνίες αποτελούνται συνήθως από σταθερούς πληθυσμούς, που η επιβίωσή τους προέρχεται κυρίως από την γεωργία.

Καθώς ο πληθυσμός αυξάνεται, μία κεντρική αρχή αναπτύσσεται, ώστε να παρέχει τα μέσα στους ανθρώπους να αντιμετωπίσουν την πείνα, την ξηρασία, τις πλημμύρες ή τις επιθέσεις του εχθρού. Ο τυπικός κοινωνικός, οικονομικός και πολιτικός έλεγχος είναι πιο έντονος στις ιεραρχικές κοινωνίες από ό,τι στις ομάδες ή τις φυλές.

Οι ιεραρχικές κοινωνίες επίσης χρησιμεύουν ως αποτελεσματικό μέσο για τη στρατιωτική και πολιτική επέκταση σε ευρύτερες γεωγραφικές περιοχές. Ακριβώς όπως μια φυλή είναι μια κοινωνία υπέρ-ομαδική, έτσι οι ιεραρχικές κοινωνίες είναι υπέρ-φυλετικές. Η ανάπτυξη των ιεραρχικών κοινωνιών σχετίζεται με την συνολική κατάσταση του περιβάλλοντος μέσα στο οποίο ζούσαν οι κοινωνίες αυτές. Η ειδίκευση προέκυψε σε περιοχές με διαφορετικές οικολογικές ζώνες, στις οποίες οι τοπικοί πόροι ήταν αντικείμενο εκμετάλλευσης από συγκεκριμένες εγκατεστημένες ομάδες.

Ενώ οι ομάδες και οι φυλές ακόμη μπορεί να μετακινηθούν από μια περιοχή σε μια άλλη, για να εκμεταλλευτούν τα τοπικά προϊόντα, οι καλλιεργητές έχουν την τάση να εγκαθίστανται μόνιμα, εξαναγκάζοντας έτσι την αμοιβαία ανταλλαγή μεταξύ των ανθρώπων που καταλαμβάνουν διαφορετικές ζώνες. Καθώς η παραγωγή αυξήθηκε, τα διανεμητικά δίκτυα έγιναν πολύπλοκα και η εργασία εξειδικεύτηκε περισσότερο. Τελικά, οι ιεραρχικές κοινωνίες περιελάμβαναν ειδικούς (θρησκευτικούς και οικονομικούς), οι οποίοι επιδοτούνται από το σύνολο της κοινωνίας.

Συχνά, αυτή η επιδότηση παρέχεται μέσω ενός συστήματος οικονομικής αναδιανομής. Ένας αρχηγός θα μπορούσε να υποστηρίξει πολλαπλές συζύγους, υπηρέτες, ιερείς, σαμάνους και τεχνίτες σε ένα κατοικημένο/ τελετουργικό κέντρο, στο οποίο οι άνθρωποι θα αποδώσουν τον φόρο τιμής τους. Συχνά, η θέση του επικεφαλής θα γίνει μόνιμη, δημιουργώντας κοινωνικές διαφορές μεταξύ της οικογένειας του επικεφαλής και όλων των άλλων στην κοινωνία. Όταν η θέση του αρχηγού έγινε κληρονομική, προέκυψε μια μόνιμη κοινωνική και πολιτική ιεραρχία. Ενώ οι ιεραρχικές κοινωνίες ήταν λιγότερες στον κόσμο (π.χ. οι Μαορί της Νέας Ζηλανδίας) από τις ομάδες και τις φυλές, ο πολιτικός τους έλεγχος επεκτάθηκε σε περισσότερες περιοχές και περισσότερους ανθρώπους.

Στην Αφρική, οι ηγεμόνες των αρχαίων ιεραρχικών κοινωνιών (ονομάστηκαν βασίλεια από όσους εξίσωσαν την ευρωπαϊκή έννοια του βασιλιά με εκείνη του επικεφαλής) εξακολουθούν να έχουν μεγάλη δύναμη. Οι πολίτες αυτών των αναδυόμενων αφρικανικών χωρών μοιράζονταν την πίστη τους μεταξύ των παραδοσιακά κληρονομημένων αρχηγών και των εκλεγμένων αρχηγών του κράτους.



Κράτη (states)

Ένα πραγματικό κράτος διακρίνεται από τις μη κρατικές κοινωνίες, όταν διαθέτει πολιτικούς ηγέτες, οι οποίοι διατηρούν ένα κοινωνικά αποδεκτό μονοπώλιο στη νόμιμη χρήση της νόμιμης βίας. Σε αντίθεση με την κατάσταση σε ομάδες, φυλές και ιεραρχικές κοινωνίες, τα άτομα στις κρατικές κοινωνίες δεν επιτρέπεται να χρησιμοποιούν τη βία ατομικά, για να θέσουν διαφωνίες ή διαφορές. Μόνο η κυβέρνηση έχει τη νόμιμη χρήση βίας στη διάθεσή της. Στα κράτη, επίσης, βλέπουμε ότι οι πολιτικές τάξεις σχηματίζονται σε ένα βαθμό άγνωστο στις μη κρατικές κοινωνίες.

Η κοινωνική ζωή των ατόμων που ζουν σε κράτη μπορεί να κυριαρχείται από την πυρηνική οικογένεια, καθώς και εκτεταμένα δίκτυα συγγένειας. Οι άνθρωποι μπορούν να συμμετέχουν σε ένα ευρύ φάσμα οικονομικών και τεχνολογικών συστημάτων: ενώ κάποια επικεντρώνονται στην επιβίωση ενός επιπέδου ύπαρξης, άλλα συμμετέχουν σε περίπλοκους διακανονισμούς παραγωγής, διανομής και κατανάλωσης.

Ένα σημαντικό χαρακτηριστικό των παγκόσμιων υποθέσεων κατά την περίοδο 1450 και 1850 ήταν η εμφάνιση του σύγχρονου έθνους-κράτους ως κυρίαρχου πολιτικού και οικονομικού σχηματισμού σε όλο τον κόσμο. Ως επιστέγασμα, οι ομάδες, οι φυλές και οι ιεραρχικές κοινωνίες μειώθηκαν τόσο πληθυσμιακά, όσο και από άποψη επικράτειας.

(μετάφραση της προσαρμογής από το Origins of the State and Civilization: The Process of Cultural Evolution (1975) του Elman R. Service. Διαθέσιμο στο: http://faculty.smu.edu/rkemper/cf_3333/Non_State_and_State_Societies.pdf )

σύντροφοι για την Αναρχική απελευθερωτική δράση



[1]ΣτΜ.: βεβαίως το επιχείρημα αυτό –όπως και πολλά άλλα- του Serviceδε μας βρίσκει σύμφωνους. Η αύξηση ενός πληθυσμού δε συνεπάγεται την βελτίωση της ποιότητας ζωής του. Αυτό μπορούμε να το διαπιστώσουμε τόσο στις σύγχρονες υπερπληθείς μεγαλουπόλεις, όσο και στην αθρόα παραγωγή κάποιων μη ανθρώπινων ζώων για διατροφή, όπως τα βοοειδή. Το ότι αυξάνονται, για παράδειγμα ως πληθυσμός οι αγελάδες, εξαιτίας της περιβόητης εξέλιξης και ανάπτυξης, δε σημαίνει ότι αυτό γίνεται γιατί βελτιώνονται οι συνθήκες ζωής τους. Όλοι ξέρουμε ότι η αύξηση συνδέεται με την βιομηχανία κρέατος: οι αγελάδες αυξάνονται, για να ικανοποιήσουν τις κοινωνίες της υπεραφθονίας. Αντιστοίχως, το ότι οι Νάβαχο αυξήθηκαν πληθυσμιακά δε σημαίνει ότι ξανακέρδισαν την ελευθερία τους.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου