Έχει περάσει μια δεκαπενταετία που το κράτος είχε κατορθώσει να ρίξει πάρα πολύ κόσμο στο χρηματιστηριακό τζόγο που για 2-3 χρόνια κάλπαζε δίνοντας κέρδη σε όλους, μέχρι τη στιγμή που οι κεφαλαιούχοι μάζεψαν το χρήμα και το έστειλαν σε ασφαλή καταφύγια. Για να πείσει το κράτος και οι βιομήχανοι τον απλό κόσμο –που συνολικά είχε αρκετά δις σε καταθέσεις ταμιευτηρίου– να στρέψει τις οικονομίες του στο χρηματιστήριο έπρεπε γνωστοί επιχειρηματίες και υπουργοί να κάνουν δηλώσεις-προτροπές (π.χ. Κόκκαλης, Παπαντωνίου) και το χρηματιστήριο να δίνει κέρδη. Πως έδινε κέρδη; Αγοράζοντας αρχικά οι τράπεζες και τα ασφαλιστικά ταμεία μετοχές εταιρειών, δημιουργούσε τις ανάλογες αυξήσεις, δηλαδή κέρδη, συνεπώς ευφορία, τα παπαγαλάκια σε δράση και η φάκα έτοιμη. Ο «λαουτζίκος» είχε στείλει το ταμιευτήριο στο χρηματιστήριο. Και ό,τι απέμεινε στους λογαριασμούς ταμιευτηρίου τα πήραν τα τελευταία χρόνια μέσω της υψηλής φορολογίας και των χαρατσιών.
Είναι, πιστεύουμε, εύκολα αντιληπτό ότι στην κοινή ευρωπαϊκή διαχείριση αυτό που ενδιαφέρει πρωτίστως είναι τα οικονομικά μεγέθη, ανεξαρτήτως εάν σήμερα επικρατούν οι νεοφιλελεύθεροι και χθες οι σοσιαλδημοκράτες ή αύριο οι νέο-σοσιαλδημοκράτες ριζοσπάστες του υποψήφιου για την Κομισιόν Τσίπρα, το κόμμα τού οποίου γράφει-σβήνει ξανά-γράφει το οικονομικό του πρόγραμμα μέχρι να κάτσει κάπου η μπίλια. Και να μην αυτοαναιρούνται συνεχώς οι Σταθάκης-Δραγασάκης-Μηλιός.
Είναι δυνατόν ένα κόμμα που φλερτάρει με την εξουσία να αυτοαναιρείται, τόσο συχνά, σε θέματα οικονομικής πολιτικής; Αυτό γίνεται λογικό, όταν η γιγάντωση γίνεται απότομα και το ακροατήριο που πρέπει να ικανοποιηθεί είναι ετερόκλητο. Οπότε, ας μοιράσουμε τους ρόλους και τα μερίδια του καθενός. Ο «σοβαρός» και «μετριοπαθής» –κατά τα media– Σταθάκης, ο συνεργατιστής Δραγασάκης και ο μαρξιστής (εκδότης του περιοδικού «Θέσεις») Μηλιός. Και το αλαλούμ των θέσεων δεν εμφανίζεται μονάχα στα οικονομικά αλλά και σε κοινωνικά ή εθνικά ζητήματα. Η λεγόμενη «μονταζιέρα» της Συγγρού πιάνει δουλειά γιατί πρώτον, υπάρχει το υλικό για να κάνει τις μηχανορραφίες της και δεύτερον, οι αντιδράσεις της Κουμουνδούρου είναι συχνά-πυκνά ασαφείς και έωλες. Θυμόμαστε όταν το 2012 ο υπεύθυνος οικονομικής πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ Γιάννης Μηλιός έλεγε ότι θα αυξήσει την φορολογία των πλουσίων και των μεγάλων επιχειρήσεων. Όταν του επισημάνθηκε ότι οι περισσότερες επιχειρήσεις δεν εμφανίζουν κέρδη, τότε εξήγησε ότι θα φορολογηθούν όλες –μικρές ή μεγάλες, ζημιογόνες ή κερδοφόρες– με συντελεστή 1% επί του τζίρου τους. Και πρόσθεσε πως: «Επιδιώκουμε ένα δίκαιο φορολογικό σύστημα, που θα ελαφρύνει την επιβάρυνση των φτωχών και μεσαίων στρωμάτων και θα μεταφέρει τα βάρη στους έχοντες και κατέχοντες. Το 2011 οι φόροι που μάζεψε το κράτος ήταν 48 δισ. ευρώ και από αυτά 3,7 δισ. ευρώ προσέφεραν τα νομικά πρόσωπα, όλες οι επιχειρήσεις», σημείωσε. Υποστήριξε δε ότι «οι 500 μεγαλύτερες επιχειρήσεις έχουν τζίρο όσο το μισό ΑΕΠ». Φυσικά εάν γίνουν κυβέρνηση, θα επαναληφθούν τα όσα έλεγε και ο Α. Παπανδρέου τη δεκαετία του ’80, ότι δηλαδή «θέλω να φορολογήσω τους μεγάλους αλλά με απειλούν με λουκέτα και μεταφορά των εργοστασίων τους σε άλλα κράτη». Αυτή η απειλή, που είναι πραγματική και διαρκώς στο τραπέζι, καθορίζει τους ρόλους και την ισχύ του καθενός. Στην σύγχρονη εποχή οι μεγάλες εταιρείες θέλουν ένα κράτος που απλά θα διαχειρίζεται λειτουργικά τις δικές τους αποφάσεις. Οι επιχειρήσεις να κάνουν τις μπίζνες και το κράτος να λειτουργεί υποστηρικτικά σε αυτό μέσω υποδομών, παραγωγής επιστημονικού προσωπικού, χρήση δυνάμεων καταστολής κ.ά. Στη Χαλκιδική ο Μπόμπολας, για παράδειγμα μέχρι σήμερα, έχει τσάμπα αστυνομική υποστήριξη προστατεύοντας τις δικές του επενδύσεις, όποτε τη χρειαστεί. Επιπλέον όμιλοι όπως η ΒΙΟΧΑΛΚΟ έχουν μεταφέρει τις έδρες τους στο εξωτερικό, αφήνοντας την παραγωγή στον ελλαδικό χώρο αφού οι πρώτες ύλες και τα φθηνά μεροκάματα είναι εδώ. Για ποιό λόγο δηλώνει έδρα τις Βρυξέλλες; Για να έχει καλύτερες τραπεζικές χρηματοδοτήσεις. Μια πρακτική που μπορούν να κάνουν οι μεγάλοι και ας λέει ο κάθε Μηλιός ό,τι θέλει.
Την ίδια περίοδο, το 2012, ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ Δημήτρης Στρατούλης, δήλωνε σχετικά με την ανάπτυξη: «Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει πει ότι η επιλογή του είναι μέσα στο ευρώ. Θα προβούμε και σε δημόσιο έλεγχο των τραπεζών. Έχουμε δώσει ή θα δώσουμε ως ελληνικός λαός, 200 δισ. στις ελληνικές τράπεζες για να τις σώσουμε τα οποία ανήκουν στο λαό. Επομένως με το δημόσιο έλεγχο θα εγγυηθούμε καταθέσεις και θα έχουμε χρήματα για την ανάπτυξη. Και το τρίτο άμεση κατανομή του πλούτου για να έχουμε ανάπτυξη και να δώσουμε μισθούς και συντάξεις που πρέπει να αποκατασταθούν… Οι τράπεζες έχουν, ήδη, 165 δισ. σε καταθέσεις των Ελλήνων πολιτών. Αυτές είναι δικές μας, όχι των τραπεζών». Το κατά πόσο τα 165 δισ. είναι των καταθετών ας ερωτηθούν οι καταθέτες των κυπριακών τραπεζικών ιδρυμάτων. Από τη στιγμή που κάποιος αποφασίζει να καταθέσει τα χρήματά του σε λογαριασμό ταμιευτηρίου δεν είναι τα χρήματα 100% δικά του, με την έννοια ότι εάν η τράπεζα πτωχεύσει… γιοκ money. Όπως επίσης οι τέσσερις μεγάλες ελληνικές συστημικές τράπεζες βρίσκονται υπό την εποπτεία του ΤΧΣ (Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας), δηλαδή ουσιαστικά βρίσκονται υπό διεθνή δημόσιο έλεγχο. Δεν αποφασίζει για παράδειγμα ο Κωστόπουλος στην Alpha Bank αλλά οι επόπτες του ΤΧΣ. Και στην περίπτωση των χρεοκοπημένων τραπεζικών ιδρυμάτων η λύση που έδωσε το σύστημα ήταν κρατική, όπως έγινε και στις ΗΠΑ. Οι θιασώτες της ελεύθερης αγοράς και του ελάχιστου κράτους ζήτησαν βοήθεια από το κράτος, που φυσικά τους την παρείχε. Έτσι οι ΗΠΑ έκοψαν χρήμα και δεν άφησαν τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα να χρεωκοπήσουν και στην Ευρώπη αποφασίστηκαν διαφορετικές κατά περίπτωση λύσεις με γνώμονα τα οφέλη –οικονομικά και γεωπολιτικά– της Γερμανίας, κυρίως. Ενώ, εν εξελίξει βρίσκεται και, ως προτεραιότητα, η ευρωπαϊκή τραπεζική ένωση, η οποία ουσιαστικά προσπαθεί να ορίσει μια σταθερή και συγκεκριμένη διαδικασία διάσωσης μιας τράπεζας, μέσω του Ενιαίου Μηχανισμού Εκκαθάρισης (SRM). Αυτός ο μηχανισμός θα κινητοποιείται μόνο για ποσά εξυγίανσης μέχρι 5 δισ., ποσό σημαντικά μικρό, όταν μόνο για τις ελληνικές τράπεζες έχουν δοθεί πολλαπλάσια ποσά. Μέσω της τραπεζικής ένωσης, δηλαδή, προσπαθούν να μειώσουν τους χρόνους αντίδρασης και αποφάσεων για μια χρεωκοπημένη τράπεζα.
Στην ίδια απλοϊκή κατεύθυνση, με εκείνη του Στρατούλη, και ο Γλέζος, ο οποίος είχε μιλήσει για υποχρεωτικό εσωτερικό δανεισμό προς το κράτος από όσους έχουν εισόδημα πάνω από 20.000 ευρώ. Η έκδοση κρατικών ομολόγων και η αγορά τους από ιδιώτες ουσιαστικά είναι μια μορφή εσωτερικού δανεισμού, η διαφορά αυτής της συνηθισμένης μορφής δανεισμού και της πρότασης του Γλέζου είναι το «υποχρεωτικό». Όμως, αφού θα είναι υποχρεωτικό γιατί δεν ονομάζεται φόρος, τέλος, χαράτσι; Επειδή ονομάζονται δανεικά; Τόσο δανεικά όσο και τα ομόλογα που αγόρασαν χιλιάδες πολίτες –φυσικά πρόσωπα– που «κουρεύτηκαν» με το PSI του Βενιζέλου που με θράσος δηλώνει ότι μετά από 30-40 χρόνια θα πάρουν μέρος των χρημάτων τους πίσω (προφανώς για να τα κληροδοτήσουν στον Άγιο Πέτρο). Η παρούσα οικονομική «κρίση» έχει δείξει με τον πλέον κατηγορηματικό τρόπο ότι ο κάθε πολίτης οφείλει να μην έχει ίχνος εμπιστοσύνης σε κανένα ομόλογο, σε καμμία τράπεζα, σε κανένα κράτος είτε δεξιό είτε αριστερό, ποτέ και με κανέναν όρο.
Αλλά εάν αυτές οι δημαγωγικές προτάσεις έχουν γίνει πριν από 1,5-2 χρόνια, αυτό δεν σημαίνει ότι και σήμερα δεν ακούγονται αντίστοιχες. Απεναντίας. Τη μια το επαχθές χρέος, την άλλη το σήριαλ ευρώ-δραχμή, την παρ’ άλλη η χαμηλή φορολογία, κρατούν σταθερά το ενδιαφέρον αφού είτε δεν έχουν καταφέρει να συνεννοηθούν είτε ψηφοθηρούν ασυστόλως.
Πρόσφατα ρίξαμε μια ματιά στο τελευταίο βιβλίο του Γ. Δραγασάκη με τίτλο: «Κυβέρνηση της Αριστεράς. Δρόμος για το μέλλον ή παρένθεση;», εκδ. Τόπος. Πραγματικά αισιοδοξούμε ότι μπορεί τελικά να υπάρχει και μια κυβερνητική αριστερά που πιστεύει ότι: «Ένα πρώτο χαρακτηριστικό, λοιπόν, του νέου μοντέλου είναι οι νέες αξίες στις οποίες αυτό στηρίζεται, και πριν απ΄ όλα η αξία της συνεργασίας, της αλληλεγγύης, τ
ης αειφορίας, της ισότητας, σε αντιδιαστολή προς τις αξίες του ανταγωνισμού, του ατομικισμού και του καταναλωτισμού που καλλιεργεί το νεοφιλελεύθερο μοντέλο. Το νέο μοντέλο ανάπτυξης χαρακτηρίζεται επίσης από μεταβατικότητα, είναι ένα μοντέλο «υπό διαμόρφωση», το οποίο, όμως, δεν παίρνει τη μορφή ενός παγιωμένου «καθεστώτος» αλλά αυτοανανεώνεται διαρκώς. Ένα δεύτερο χαρακτηριστικό του είναι ο κοινωνικο-κεντρικός και δημοκρατικός του χαρακτήρας. Πρωταγωνιστής στο νέο μοντέλο ανάπτυξης δεν είναι ούτε το κράτος από μόνο του ούτε οι αγορές, αλλά η ίδια η κοινωνία. Στη νέα σύμπραξη κράτους-αγορών-κοινωνίας, η τελευταία θέτει τους κανόνες με βάση τις ανάγκες, τις δυνατότητες και τις δημοκρατικές επιλογές της, και στον δημόσιο και στον ιδιωτικό τομέα, τις τράπεζες, τις αγορές. Οι συνεργατικές μορφές της οικονομίας κατανοούνται όχι ως παρίες αλλά ως οργανικό τμήμα του παραγωγικού συστήματος που, με κατάλληλες μορφές, επιτρέπει αφενός την αξιοποίηση ικανοτήτων, δεξιοτήτων, γνώσεων και πρωτοβουλιών των εργαζόμενων και των ανέργων και αφετέρου την ικανοποίηση αναγκών, την προσφορά αγαθών και υπηρεσιών με όρους που δεν στηρίζονται ούτε αποσκοπούν στη μεγιστοποίηση του κέρδους αλλά στην ικανοποίηση αναγκών με όρους οικονομικής βιωσιμότητας, δημοκρατίας, συνεργασίας και συλλογικότητας». Ναι, είναι γεγονός, ο Δραγασάκης γράφει αυτά που συζητιούνται σε στέκια και φεστιβάλ τα τελευταία χρόνια περί αλληλέγγυας οικονομίας-συνεργατικής κλπ. Θα είναι η πρώτη κυβέρνηση διεθνώς που θα εφαρμόσει τον «εναλλακτισμό», b-fest στην εξουσία. Αλλά όχι! Είχε προηγηθεί και πάλι και σε αυτό ο Α. Παπανδρέου τη δεκαετία του ’80, με διάφορα μοντέλα συνεταιριστικής αυτοδιαχείρισης και συμβουλίων γειτονιάς. Και τον γ.γ. Νέας Γενιάς Κ. Λαλιώτη να ενισχύει «ανήσυχους νεολαίους» με τη δημιουργία στεκιών και άλλων δραστηριοτήτων.
Όμως, η προσγείωση σε αυτά που γράφει ο Δραγασάκης δεν έρχεται από αριστερά ή από δεξιά, αλλά από τον Ευκλείδη Τσακαλώτο, βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ και καθηγητή Οικονομικών. Γράφει λοιπόν, στα ενθέματα της «Αυγής» (01/12/13): «Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν μιλάει για μια ουδέτερη ανάπτυξη. Μιλάει για μια διαφορετική ανάπτυξη, που θα αμφισβητήσει τα παραγωγικά και τα καταναλωτικά πρότυπα της εποχής του νεοφιλελευθερισμού. Επιπλέον, μιλάει για μια πλουραλιστική γκάμα θεσμικών και παραγωγικών λύσεων – από τράπεζες ειδικού σκοπού μέχρι δίκτυα παραγωγής και από συνεταιριστικά και αυτοδιαχειριζόμενα πειράματα μέχρι την κοινωνική οικονομία. Είναι αυτά συμβατά με τους κανόνες και τις ρυθμίσεις της Ε.Ε.; Ουσιαστικά, μιλάμε για την επανίδρυση του ευρωπαϊκού εγχειρήματος. Ποιο θεσμικό πλαίσιο, σε αντιστοιχία με αυτό που αναφέραμε παραπάνω σε σχέση με τη μακροοικονομία, μπορούμε να επεξεργαστούμε και να προτείνουμε; Εδώ τα πράγματα δυσκολεύουν. Δεν έχουμε ασχοληθεί πολύ με το θέμα, με αποτέλεσμα να έχουμε λιγότερες ιδέες και θεσμικές προτάσεις… Χρειαζόμαστε προστασία για παραγωγικά και κοινωνικά πειράματα (συνεταιρισμοί, αυτοδιαχειριζόμενες μονάδες, κοινωνική οικονομία κλπ.), που δεν μπορούν να ανθίσουν σε έντονα ανταγωνιστικό περιβάλλον, αλλά μπορούν να σταθούν στα πόδια τους και να εξυπηρετήσουν τις ανάγκες των πολιτών, με ένα διαφορετικό πλαίσιο».
Ουσιαστικά αυτό που γράφει ο Τσακαλώτος είναι ότι σύμφωνοι, για συνεταιρισμούς, αυτοδιαχείριση κλπ αλλά από την παρούσα ΕΕ δεν υπάρχει το θεσμικό πλαίσιο που θα υποστηρίξει κεντρικά τέτοιες καταστάσεις. Άρα τί έχουμε; Μια τρύπα στο νερό, μια ακόμη έκθεση ιδεών, ένα ακόμη ψάρεμα στα θολά νερά. Κάτι αντίστοιχο με εκείνο που διατείνεται ο Τσίπρας: «Μόλις γίνω κυβέρνηση θα πάω να διαπραγματευτώ με τους δανειστές», δεν λέει όμως τί θα κάνει εάν αυτοί δεν διαπραγματευτούν μαζί του. Θα καταργήσει το Μνημόνιο αλλά θα μείνει στο ευρώ; Το story ευρώ ή δραχμή πάντως είναι ατελείωτο. Από τη μια μας ενημερώνει επίσημα ο ΣΥΡΙΖΑ ότι η πλειοψηφούσα τάση υποστηρίζει το ευρώ αλλά σαν δημοκρατικό κόμμα που είναι υπάρχει και η μειοψηφούσα άποψη υπέρ της δραχμής. Έτσι, από τη μία ο Μηλιός μας ενημερώνει για την παρουσία και των δύο απόψεων μέσα στο κόμμα σε παρελθόντα χρόνο και από την άλλη ο Δραγασάκης, όπως αναφέρουν «ΤΑ ΝΕΑ» στις 22 Μάρτη 2014, δήλωσε, σε εκδήλωση, ότι υπάρχει δυνατότητα δημοψηφίσματος για την επιλογή ευρώ-δραχμής, στην περίπτωση που δεν έχουν θετικό αποτέλεσμα οι διαπραγματεύσεις με την τρόικα.
Θυμόμαστε, όμως, τις εγγυήσεις που έδωσε ο Τσίπρας σε ταξίδι του στο Τέξας, όταν εμφανίστηκε βασιλικότερος του βασιλέως, στο ζήτημα της παραμονής του ευρώ. Ξεχνώντας (;) την προγραμματική θέση του κόμματός του, που έλεγε «καμμία θυσία για το ευρώ», που σε συνάρτηση και με τις δηλώσεις του προεδρικού Δραγασάκη μας οδηγούν στο συμπέρασμα ότι είναι επιλογή του συγκεκριμένου κόμματος να ορίζει τις θέσεις του βάσει ακροατηρίου. Εννοείται πως δεν είναι οι μόνοι, είναι όμως μονάχα εκείνοι που «κλείνουν πονηρά το μάτι» στο λεγόμενο «χώρο». Είναι εκείνοι που έλεγαν ότι όλο το χρέος είναι επαχθές για να φθάσουμε στις δηλώσεις του Σταθάκη που λέει ότι μόνο το 5% του χρέους είναι επαχθές. Και να έρθει η απάντηση από τον Βαρουφάκη που γράφει: «την Ελλάδα δεν την αφορά καθόλου αυτή η υπόθεση (χαρακτηρισμού του χρέους μας ως επαχθές). Τουλάχιστον δεν την αφορά όσο η κυβέρνηση του τόπου (όποια κι αν είναι αυτή) στοχεύει να παραμείνει στην Ευρωζώνη και στην ΕΕ. Κι αυτό γιατί η μονομερής, άνευ διαπραγματεύσεων, διαγραφή του χρέους (που είναι ο μόνος λόγος να χαρακτηρισθεί ως επαχθές) συνάδει μόνο με απόφαση εξόδου από την ΕΕ. Γιατί άλλο είναι να απειλείς με στάση πληρωμών (π.χ. των ελληνικών ομολόγων που κατέχει η ΕΚΤ) ώστε να ξεκινήσει μια πραγματική διαπραγμάτευση ώστε να καταστεί το ελληνικό χρέος βιώσιμο, κι άλλο να το χαρακτηρίσεις επαχθές οπότε, ηθικά και πολιτικά, δεσμεύεσαι να μην το πληρώσεις ποτέ».
Οι κωλοτούμπες στην πολιτική δεν είναι απλά σύνηθες φαινόμενο, είναι μια απαραίτητη προϋπόθεση και αναγκαιότητα διατήρησης της κυριαρχίας. Απλά, άλλοτε εμφανίζεται ως μια άγαρμπη κυβίστηση και άλλοτε ως ένας ανεπαίσθητος ελιγμός. Το αποτέλεσμα, όμως, παραμένει το ίδιο. Έτσι ο Σαμαράς από αντί- έγινε υπερ-μνημονιακός, ο Βενιζέλος χρειάστηκε λίγες ώρες πτήση από τις Κάννες για να ρίξει τον Παπανδρέου, ο Θεοδωράκης, ως συριζοφάγος από το συγκρότημα Λαμπράκη προσπαθεί «να κάνει τη δουλειά τους» ώστε να έχουν περισσότερα σενάρια back-up σε περίπτωση που κάτι στραβώσει. Γι’ αυτό και δεν έχουμε καμία αυταπάτη ότι ο σύριζα, το ποτάμι και οποιοσδήποτε άλλος κομματικός σχηματισμός μπορεί να προσφέρει το παραμικρό στον άνθρωπο πέρα από εξαπάτηση, δυστυχία και εξευτελισμό. Και να ήθελαν –που δεν θέλουν– είναι τόσο καλά τα στεγανά του κυρίαρχου διαχειριστικού πλαισίου που οι εκλογές είναι για τους κυρίαρχους μια ρουτινιάρικη υπόθεση εργασίας.
Αναρχικός Πυρήνας Χαλκίδας
Από την ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ, φ. 137, Απρίλιος 2014
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου