Το μακελειό που διαδραματίζεται τις τελευταίες ημέρες στην λωρίδα της Γάζας, δεν είναι απλώς μια από τις πλέον αιματηρές δράσεις των σιωνιστών ενάντια στους παλαιστίνιους. Θα ήταν λάθος να ειδωθεί ως κάτι ξεκομμένο από το παγκόσμιο εξουσιαστικό γίγνεσθαι∙ πως θα μπορούσε άλλωστε; Έτσι κι αλλιώς, από το λυκαυγές του πολιτισμού και δώθε, οι κρατικές οντότητες δεν υπήρξαν ποτέ τους αυτάρκεις∙ χρειάζονταν είτε κατακτητικούς πολέμους, είτε εμπορικές συναλλαγές είτε και τα δυο, για να διατηρήσουν τα σκήπτρα και να κρατήσουν τους εξουσιαζόμενους στα δεσμά. Πόσο μάλλον σήμερα, όταν η γη έχει μετατραπεί από την κυριαρχία σε «πλανητικό χωριό», με ουσιαστικό σκοπό την πλήρη υποταγή της ανθρωπινότητας στην λεγόμενη νέα τάξη πραγμάτων. Εν ολίγοις, οι εκατόμβες νεκρών στην Παλαιστίνη, ας θεωρηθούν ως αναπόσπαστο κομμάτι της τρίτης παγκόσμιας ανθρωποσφαγής, που ξεκίνησε αμέσως μετά το τέλος της δεύτερης και συνεχίζεται αδιάκοπα μέχρι τώρα. Πεδίο ξεκαθαρίσματος των εξουσιαστών είναι εδώ και δεκαετίες όλη η υδρόγειος. Δίχως βεβαίως την καλπάζουσα εξέλιξη της τεχνολογίας, ουδέποτε τα μπλοκ κυριαρχίας θα διέθεταν τις δυνατότητες να διευρύνουν σε τέτοιο βαθμό την υποταγή ανθρώπου και φύσης.
Εν προκειμένω τώρα, το κράτος του Ισραήλ, δηλαδή μια κρατική οντότητα με μικρή μεν γεωγραφική έκταση, αλλά ωστόσο με στρατιωτική δύναμη ικανή να συντρίψει αντίστοιχες κρατών υπερπολλαπλάσιων σε μέγεθος, είναι φαινόμενο που έλκει τις δομικές του ρίζες στα βάθη τις εκπολιτισμένης αρχαιότητας. Ας θυμηθούμε πρώτα απ’ όλα το κράτος των Χετταίων, που, μολονότι θα λέγαμε ότι έφθασε κάποια στιγμή σε γεωγραφικά επίπεδα αυτοκρατορίας, ήταν για αιώνες ένα μικρό, άκρως αυταρχικό κράτος, με πανίσχυρο για την εποχή του στρατό, που μάλιστα ήταν και ο πρώτος που έφερε σιδερένια όπλα∙ τα αντίστοιχα Merkava IV[1] των σύγχρονων ισραηλινών μακελάρηδων.[2] Εν τούτοις, ελάχιστα γνωρίζουμε για την διαχείριση των εξουσιαζομένων της επικράτειάς τους, όσον αφορά τον πνευματικό έλεγχο, που είναι και ο κυρίαρχος στόχος. Με άλλα λόγια, δεν έχουμε λεπτομερείς ή έστω επαρκείς καταγραφές για να κατανοήσουμε εις βάθος την πολιτική τέχνη, με την οποία οι εκεί κρατιστές έπειθαν την σκλαβωμένη κοινωνία να «νικήσει» ή να πεθάνει με το ξίφος στο χέρι. Διότι είναι αδύνατον (και αν ποτέ συμβεί θα αποτελεί και ιστορικό παράδοξο) οι εξουσιαστές να κυβερνούν ανθρώπους μόνον με το βούρδουλα∙ απαιτείται και μια πολιτική ιδεολογία, που άλλες φορές δεν ξεπερνά την φόρμα πενιχρού ιδεολογήματος, ενώ κάποιες άλλες φθάνει στο ύψος θρησκευτικού δόγματος ή ακαδημαϊκού φιλοσοφικού ρεύματος.
Άλλωστε, το κυριότερο παράδειγμα κρατικού μηχανισμού που βάσισε την συνέχεια της ύπαρξής του στα όπλα και στο μιλιταριστικό ιδεολόγημα, δεν είναι άλλο από την αρχαία Σπάρτη. Όσο και αν ομοιάζει οξύμωρο –πέρα από μεταφυσικές-φιλοσοφικές προεκτάσεις που είναι αδύνατον να αναλυθούν εν ολίγοις– ο σιωνισμός στήριξε την επικράτηση και διαιώνιση του, εμπνεόμενος σε πολλά σημεία από το κρατικό μοντέλο των Λακεδαιμόνιων. Κι είναι οξύμωρο, αν αναλογιστεί κανείς πως οι λεγόμενοι αρχαιοελληνιστές, κάθε είδους και πολιτικής απόχρωσης, θεωρούν τον σιωνισμό ως αντίποδα του ελληνικού πνεύματος –όπως στρεβλά βεβαίως οι περισσότεροι εξ αυτών το αντιλαμβάνονται. Ας θεωρήσουμε ως δεδομένο, πως η κρατική μηχανή κι άριστη μνήμη διαθέτει και έχει την βούληση και τις δυνάμεις, όλη αυτή την συσσώρευση εμπειριών να την μετατρέπει σε υπερπολύτιμη γνώση προς όφελος της. Οπότε, θέσφατα όπως το τοις κοίνων ρήμασι πειθόμενοι –το οποίο αν αφορούσε κοινότητες ελεύθερων ανθρώπων θα είχε εντελώς διαφορετική αξία– ή το βλακωδέστατο ή ταν ή επί τας, έγιναν χρησιμότατα ιδεολογήματα –από το 1947[3] και έπειτα– στην φαρέτρα του διεθνούς σιωνισμού (νάτος λοιπόν πάλι ο «καθαγιασμένος» διεθνισμός). Θα μπορούσε βεβαίως να ισχυριστεί κάποιος πως το μιλιταριστικό μοντέλο οι σιωνιστές το έλκουν απ’ ευθείας από το πλέον οικείο τους βασίλειο, αυτό του Δαυίδ –το οποίο είναι και το ευρύτερο γεωγραφικά ισραηλινό κράτος που υπήρξε ποτέ. Κι εκεί, ανατρέχοντας στην Βίβλο, μπορούμε να βρούμε αντίστοιχης μιλιταριστικής σημασίας «ευφυολογήματα» και επί προσθέτως άκρως αντιανθρώπινα∙ το γης Μαδιάμ, επί παραδείγματι, ή η φράση τους πέρασαν όλους από το σπαθί –εννοώντας βεβαίως πως δεν άφησαν τίποτε απολύτως ζωντανό στο πέρασμα τους– είναι ίσως τα χαρακτηριστικότερα όλων.
Παρ’ όλα αυτά, το βασίλειο του Δαυίδ δεν διέθετε επ’ ουδενί τις στρατιωτικές υποδομές και δυνατότητες μιας Σπάρτης. Η εκπαίδευση του σύγχρονου ισραηλινού στρατού, η στρατιωτικοποίηση μιας ολόκληρης κοινωνίας –που εν δυνάμει ο κυρίως ρόλος της είναι να ντύνει τα παιδιά της στο χακί και να καμαρώνει επίσης, όταν επιστρέφουν νεκρά πάνω στην «ασπίδα»– είναι μια ολόκληρη εξουσιαστική ιδεολογία που ρίζωσε στον αρχαίο κόσμο, διευρύνθηκε εν πολλοίς από τους Πρώσους κρατιστές τον 19ο αιώνα και φθάνει μέχρι τις μέρες μας με τους χασάπηδες της Σιών. Δεν έχει, λοιπόν, σημασία αν οι Χετταίοι και οι Σπαρτιάτες τεχνίτες σφυρηλατούσαν για ώρες το σίδερο, για να φτιάξουν ένα ξίφος, ενώ οι σημερινοί ισραηλινοί διαθέτουν εργοστασιακά τυφέκια μάχης από πλαστικό και αλουμίνιο∙ ως εξουσιαζόμενοι, αλλά και αγωνιζόμενοι άνθρωποι, οφείλουμε να κατανοήσουμε εις βάθος την συνέχεια του κρατισμού και τον τρόπο που αυτός είναι σε θέση να χρησιμοποιεί παλιές «συνταγές» με νέα υλικά. Aς μην παραπλανά η αλματώδης τεχνολογική «πρόοδος»∙ αν οι κυρίαρχοι θεωρούν πως μια δοκιμασμένη πρακτική από τα βάθη της ιστορίας, μπορεί να φέρει τα επιθυμητά για αυτούς αποτελέσματα, ουδόλως θα διστάσουν να την «παντρέψουν» με αντίστοιχες σύγχρονες.
Ας περάσουμε τώρα σε μια ακόμη λεπτομέρεια, που παραλείπεται σκοπίμως από αριστερούς και αριστεριστές, ώστε να ελέγξουν καλύτερα την καθ’ ημάς κοινωνική οργή, σχετικά με τις ανθρωποσφαγές στην Παλαιστίνη. Καλούν λοιπόν σε συγκεντρώσεις-παρωδίες, προς εκτόνωση του αυθόρμητου και ακηδεμόνευτου, ενάντια δήθεν στο κράτος του Ισραήλ∙ ο εμπαιγμός και η κουτοπονηριά σε όλο της το μεγαλείο! Ακόμη και στον 6ο αιώνα Π.χ να ζούσαμε, τα κράτη δεν ήταν ούτε τότε αυθύπαρκτα, αλλά άμεσα εξαρτώμενα το ένα από το άλλο. Ωστόσο, αυτό που πάντοτε τους έβρισκε σύμφωνους, δεν ήταν άλλο από την καταστολή του λεγόμενου εσωτερικού εχθρού. Με άλλα λόγια, τα ίδια κράτη που ενδεχομένως «απαιτούν» τον τερματισμό των σφαγών στην Γάζα, μεμφόμενα μάλιστα τις πρακτικές των σιωνιστών, την ίδια στιγμή πιθανότατα πωλούν είτε έτοιμο στρατιωτικό υλικό στο Ισραήλ είτε τις πρώτες ύλες για την κατασκευή οπλικών συστημάτων. Ακόμη όμως και οι εμπορικές συναλλαγές που αφορούν άσχετα με τα άνωθι είδη, δεν είναι αν μη τι άλλο και μια έμμεση στήριξη της στρατιωτικής ισραηλινής μηχανής; Τω όντι. Θα μπορούσε το Ισραήλ αν δεν είχε επί παραδείγματι ρύζι, κρέας ή βαμβάκι, να εκπονεί σχέδια εξόντωσης για τους παλαιστίνιους; Τα εντός της σιωνιστικής επικράτειας σοσιαλιστικά κιμπούτς, αποδίδουν (στην κυριολεξία) καρπούς, αλλά δεν κάνουν και θαύματα. Το ένα χέρι νίβει τ’ άλλο λοιπόν και τα δυο το πρόσωπο, αναμφιβόλως. Ιδιαίτερα δε, η περίπτωση του Ισραήλ είναι δηλωτική του ανωτέρω συλλογισμού∙ ένα πολύ μικρό γεωγραφικά κράτος, με τεράστια έλλειψη σε σιδηρομεταλλεύματα και πηγές ενέργειας. Αν λοιπόν η συνεργασία μεταξύ των κρατικών μηχανισμών καταπίεσης δεν ήταν τόσο στενή, το Ισραήλ όχι δεν θα μπορούσε να κατασκευάσει άρματα μάχης, αλλά ούτε χύτρες ταχύτητος.
Επανερχόμενοι λοιπόν στους μασκαράδες της αριστεράς, μας γεννάται το εύλογο ερώτημα: είναι δυνατόν οι θαυμαστές του κρατισμού αριστεροί –και μάλιστα πολλοί εξ αυτών λάτρεις των μεγαλύτερων χασάπηδων της ιστορίας (Λένιν, Στάλιν, Μάο)– να έχουν το θράσος να ομιλούν για «κοινωνικούς αγώνες ενάντια στο κράτος του Ισραήλ»; Δηλαδή τα σοσιαλιστικά κράτη του λεγόμενου ανατολικού μπλοκ παλιότερα ή οι σημερινές σοσιαλιστικές «ουτοπίες» της Λατινικής Αμερικής δεν διέθεταν ανέκαθεν εμπορικό ισοζύγιο με το Ισραήλ; Ούτε για αστείο. Το ζήτημα γίνεται φαιδρότερο βεβαίως αν αναλογιστούμε πως στις όποιες «κινητοποιήσεις» πρωτοστατεί ο ΣΥΡΙΖΑ, σημερινή μείζων αντιπολίτευση και φιλοδοξούσα αυριανή κυβέρνηση. Εννοείται πως οι παροικούντες στην Κουμουνδούρου έσπευσαν ήδη να δηλώσουν, πως άμα τη ανάληψη της εξουσίας, οι εμπορικές και στρατιωτικές σχέσεις με τους Ισραηλινούς θα κοπούν μαχαίρι! Πολιτικοί λεονταρισμοί λέοντα άνευ οδόντων∙ ανάξιοι ακόμη κι ως έλασσον υλικό σαρκασμού. Αν, λοιπόν, θεωρείς εαυτόν ενάντια στο κράτος των σιωνιστών, οφείλεις με το ίδιο πάθος και συνέπεια να απορρίπτεις τον κρατισμό σε κάθε του μορφή. Και τούτο δεν είναι κομμάτι κανενός πολιτικού χώρου, παρά μόνον της αντιπολιτικής αναρχικής θεώρησης.
Μία επί πλέον παράμετρος που θεωρούμε σημαντικό να ειδωθεί είναι το ζήτημα της ευθύνης και σε τι βαθμό διατρέχει αυτή τους εξουσιαζόμενους του Ισραηλινού κράτους. Με απλά λόγια, δεν μπορεί κάποιος να πατά με ευκολία ένα πλήκτρο και να αφανίζει μικρά παιδιά, αν το μεγαλύτερο κομμάτι της κοινωνίας δεν περιμένει ανυπόμονα να του φορέσει κότινο στην κεφαλή. Οπότε το κουμπί το πατούν ουσιαστικά από κοινού. Αν είσαι τρωγοπίνων και χασκογελάς, ατενίζοντας ανθρωποσφαγές, ή κρατάς πλακάτ αναγράφον «στηρίζω το Ισραήλ, είμαι υπερήφανος που είμαι σιωνιστής», δεν διαφέρεις κατ’ ουσίαν από τον στρατιώτη των ειδικών δυνάμεων που απαντά στις εφηβικές σφεντόνες με σφαίρες στο ψαχνό. Προφανώς και η ευθύνη δεν είναι συλλογική∙ εξ αλλού τέτοιας μορφής ιδεολογήματα αφορούν τους εξουσιαστές και όχι τους αγωνιζομένους. Ακόμη και σε κοινωνίες τόσο υποταγμένες στην βούληση της εξουσίας, υπάρχουν πάντοτε οι αδούλωτες φωνές, ακόμη κι αν είναι ελάχιστες σε αριθμούς. Εν τούτοις, και ιστορικά ιδωμένος, πάντοτε ο συνολικά απελευθερωτικός αγώνας αφορά ολίγους, ενίοτε και απειροελάχιστους.
Τώρα, εκ των πραγμάτων τίθεται το ερώτημα κατά πόσο η σιωπή είναι επίσης συνενοχή. Αν δούμε το θέμα ψύχραιμα, αναγκαστικά εκ πρώτης θα απαντούσαμε εξ ίσου με μια ερώτηση: τι είναι αυτό που επιβάλλει αυτή την σιωπή; Το καρότο ή το μαστίγιο; Ένας παχυλός μισθός; Μια εθνικιστική-θεοκρατική προσέγγιση σε κάθε διαφορετικότητα; Ή ένα γερό ξυλοφόρτωμα μετά βασανιστηρίων σε κάποιο μπουντρούμι του Τελ Αβίβ; Ας είμαστε αντικειμενικοί, δεν είναι το ίδιο πράγμα∙ ακόμη και αν όλα τα παραπάνω αποτελούν συνιστώσες αυτού που ονομάζουμε κοινωνικός έλεγχος.
Το όλον ζήτημα προφανώς κι είναι ανεξάντλητο, όχι μόνον διότι οι ιστορικές του ρίζες χάνονται στον χρόνο, αλλά και γιατί οι ορέξεις των σιωνιστών δείχνουν να είναι απεριόριστες. Η «γη της επαγγελίας» είναι, καθώς φαίνεται, το Άγιον Δισκοπότηρον των εξουσιαστών ανά τους αιώνες. Είναι πολλοί, όμως και διαρκώς αυξάνονται, όσοι καλούνται κάθε τόσο ή να πεθάνουν ή να σκοτώσουν, για μια θέση στα «ηρώα» ή στα «μαρτυρολόγια» των από καθ’ έδρας εξουσιαστών.
[1]Σύγχρονο άρμα μάχης ισραηλινής κατασκευής.
[2]Ας θυμηθούμε την πολύ εύστοχη παρατήρηση του Θουκυδίδη (Α, κεφ. 10, § 2): Λακεδαιμονίων γὰρ εἰ ἡ πόλις ἐρημωθείη, λειφθείη δὲ τὰ τε ἱερά καὶ τῆς κατασκευῆς τὰ ἐδάφη, πολλήν ἄν οἶμαι ἀπιστίαν τῆς δυνάμεως προελθόντος πολλοῦ χρόνου τοῖς ἔπειτα πρὸς τὸ κλέος αὐτῶν εἶναι (καίτοι Πελοποννήσου τῶν πέντε τὰς δύο μοίρας νέμονται τῆς τε ξυμπάσης ἡγοῦνται καὶ τῶν ἔξω ξυμμάχων πολλῶν∙…)[…]
[Αν για παράδειγμα ερημωνόταν η πόλη των Λακεδαιμονίων κι απέμεναν μόνο οι ναοί και τα θεμέλια των σπιτιών της, νομίζω πως ύστερα από πολλά χρόνια οι μεταγενέστεροι θα δυσκολεύονταν πολύ να πιστέψουν ότι η δύναμή της ήταν ανάλογη της φήμης της. Κι ωστόσο, έχουν στη διάθεσή τους τα δύο πέμπτα της Πελοποννήσου κι επιβάλλουν την ηγεμονία τους σ’ ολόκληρη την Πελοπόννησο και σε πολλούς συμμάχους έξω απ’ αυτήν].
[3] Έτος ίδρυσης του ισραηλινού κράτους.
Εν προκειμένω τώρα, το κράτος του Ισραήλ, δηλαδή μια κρατική οντότητα με μικρή μεν γεωγραφική έκταση, αλλά ωστόσο με στρατιωτική δύναμη ικανή να συντρίψει αντίστοιχες κρατών υπερπολλαπλάσιων σε μέγεθος, είναι φαινόμενο που έλκει τις δομικές του ρίζες στα βάθη τις εκπολιτισμένης αρχαιότητας. Ας θυμηθούμε πρώτα απ’ όλα το κράτος των Χετταίων, που, μολονότι θα λέγαμε ότι έφθασε κάποια στιγμή σε γεωγραφικά επίπεδα αυτοκρατορίας, ήταν για αιώνες ένα μικρό, άκρως αυταρχικό κράτος, με πανίσχυρο για την εποχή του στρατό, που μάλιστα ήταν και ο πρώτος που έφερε σιδερένια όπλα∙ τα αντίστοιχα Merkava IV[1] των σύγχρονων ισραηλινών μακελάρηδων.[2] Εν τούτοις, ελάχιστα γνωρίζουμε για την διαχείριση των εξουσιαζομένων της επικράτειάς τους, όσον αφορά τον πνευματικό έλεγχο, που είναι και ο κυρίαρχος στόχος. Με άλλα λόγια, δεν έχουμε λεπτομερείς ή έστω επαρκείς καταγραφές για να κατανοήσουμε εις βάθος την πολιτική τέχνη, με την οποία οι εκεί κρατιστές έπειθαν την σκλαβωμένη κοινωνία να «νικήσει» ή να πεθάνει με το ξίφος στο χέρι. Διότι είναι αδύνατον (και αν ποτέ συμβεί θα αποτελεί και ιστορικό παράδοξο) οι εξουσιαστές να κυβερνούν ανθρώπους μόνον με το βούρδουλα∙ απαιτείται και μια πολιτική ιδεολογία, που άλλες φορές δεν ξεπερνά την φόρμα πενιχρού ιδεολογήματος, ενώ κάποιες άλλες φθάνει στο ύψος θρησκευτικού δόγματος ή ακαδημαϊκού φιλοσοφικού ρεύματος.
Άλλωστε, το κυριότερο παράδειγμα κρατικού μηχανισμού που βάσισε την συνέχεια της ύπαρξής του στα όπλα και στο μιλιταριστικό ιδεολόγημα, δεν είναι άλλο από την αρχαία Σπάρτη. Όσο και αν ομοιάζει οξύμωρο –πέρα από μεταφυσικές-φιλοσοφικές προεκτάσεις που είναι αδύνατον να αναλυθούν εν ολίγοις– ο σιωνισμός στήριξε την επικράτηση και διαιώνιση του, εμπνεόμενος σε πολλά σημεία από το κρατικό μοντέλο των Λακεδαιμόνιων. Κι είναι οξύμωρο, αν αναλογιστεί κανείς πως οι λεγόμενοι αρχαιοελληνιστές, κάθε είδους και πολιτικής απόχρωσης, θεωρούν τον σιωνισμό ως αντίποδα του ελληνικού πνεύματος –όπως στρεβλά βεβαίως οι περισσότεροι εξ αυτών το αντιλαμβάνονται. Ας θεωρήσουμε ως δεδομένο, πως η κρατική μηχανή κι άριστη μνήμη διαθέτει και έχει την βούληση και τις δυνάμεις, όλη αυτή την συσσώρευση εμπειριών να την μετατρέπει σε υπερπολύτιμη γνώση προς όφελος της. Οπότε, θέσφατα όπως το τοις κοίνων ρήμασι πειθόμενοι –το οποίο αν αφορούσε κοινότητες ελεύθερων ανθρώπων θα είχε εντελώς διαφορετική αξία– ή το βλακωδέστατο ή ταν ή επί τας, έγιναν χρησιμότατα ιδεολογήματα –από το 1947[3] και έπειτα– στην φαρέτρα του διεθνούς σιωνισμού (νάτος λοιπόν πάλι ο «καθαγιασμένος» διεθνισμός). Θα μπορούσε βεβαίως να ισχυριστεί κάποιος πως το μιλιταριστικό μοντέλο οι σιωνιστές το έλκουν απ’ ευθείας από το πλέον οικείο τους βασίλειο, αυτό του Δαυίδ –το οποίο είναι και το ευρύτερο γεωγραφικά ισραηλινό κράτος που υπήρξε ποτέ. Κι εκεί, ανατρέχοντας στην Βίβλο, μπορούμε να βρούμε αντίστοιχης μιλιταριστικής σημασίας «ευφυολογήματα» και επί προσθέτως άκρως αντιανθρώπινα∙ το γης Μαδιάμ, επί παραδείγματι, ή η φράση τους πέρασαν όλους από το σπαθί –εννοώντας βεβαίως πως δεν άφησαν τίποτε απολύτως ζωντανό στο πέρασμα τους– είναι ίσως τα χαρακτηριστικότερα όλων.
Παρ’ όλα αυτά, το βασίλειο του Δαυίδ δεν διέθετε επ’ ουδενί τις στρατιωτικές υποδομές και δυνατότητες μιας Σπάρτης. Η εκπαίδευση του σύγχρονου ισραηλινού στρατού, η στρατιωτικοποίηση μιας ολόκληρης κοινωνίας –που εν δυνάμει ο κυρίως ρόλος της είναι να ντύνει τα παιδιά της στο χακί και να καμαρώνει επίσης, όταν επιστρέφουν νεκρά πάνω στην «ασπίδα»– είναι μια ολόκληρη εξουσιαστική ιδεολογία που ρίζωσε στον αρχαίο κόσμο, διευρύνθηκε εν πολλοίς από τους Πρώσους κρατιστές τον 19ο αιώνα και φθάνει μέχρι τις μέρες μας με τους χασάπηδες της Σιών. Δεν έχει, λοιπόν, σημασία αν οι Χετταίοι και οι Σπαρτιάτες τεχνίτες σφυρηλατούσαν για ώρες το σίδερο, για να φτιάξουν ένα ξίφος, ενώ οι σημερινοί ισραηλινοί διαθέτουν εργοστασιακά τυφέκια μάχης από πλαστικό και αλουμίνιο∙ ως εξουσιαζόμενοι, αλλά και αγωνιζόμενοι άνθρωποι, οφείλουμε να κατανοήσουμε εις βάθος την συνέχεια του κρατισμού και τον τρόπο που αυτός είναι σε θέση να χρησιμοποιεί παλιές «συνταγές» με νέα υλικά. Aς μην παραπλανά η αλματώδης τεχνολογική «πρόοδος»∙ αν οι κυρίαρχοι θεωρούν πως μια δοκιμασμένη πρακτική από τα βάθη της ιστορίας, μπορεί να φέρει τα επιθυμητά για αυτούς αποτελέσματα, ουδόλως θα διστάσουν να την «παντρέψουν» με αντίστοιχες σύγχρονες.
Ας περάσουμε τώρα σε μια ακόμη λεπτομέρεια, που παραλείπεται σκοπίμως από αριστερούς και αριστεριστές, ώστε να ελέγξουν καλύτερα την καθ’ ημάς κοινωνική οργή, σχετικά με τις ανθρωποσφαγές στην Παλαιστίνη. Καλούν λοιπόν σε συγκεντρώσεις-παρωδίες, προς εκτόνωση του αυθόρμητου και ακηδεμόνευτου, ενάντια δήθεν στο κράτος του Ισραήλ∙ ο εμπαιγμός και η κουτοπονηριά σε όλο της το μεγαλείο! Ακόμη και στον 6ο αιώνα Π.χ να ζούσαμε, τα κράτη δεν ήταν ούτε τότε αυθύπαρκτα, αλλά άμεσα εξαρτώμενα το ένα από το άλλο. Ωστόσο, αυτό που πάντοτε τους έβρισκε σύμφωνους, δεν ήταν άλλο από την καταστολή του λεγόμενου εσωτερικού εχθρού. Με άλλα λόγια, τα ίδια κράτη που ενδεχομένως «απαιτούν» τον τερματισμό των σφαγών στην Γάζα, μεμφόμενα μάλιστα τις πρακτικές των σιωνιστών, την ίδια στιγμή πιθανότατα πωλούν είτε έτοιμο στρατιωτικό υλικό στο Ισραήλ είτε τις πρώτες ύλες για την κατασκευή οπλικών συστημάτων. Ακόμη όμως και οι εμπορικές συναλλαγές που αφορούν άσχετα με τα άνωθι είδη, δεν είναι αν μη τι άλλο και μια έμμεση στήριξη της στρατιωτικής ισραηλινής μηχανής; Τω όντι. Θα μπορούσε το Ισραήλ αν δεν είχε επί παραδείγματι ρύζι, κρέας ή βαμβάκι, να εκπονεί σχέδια εξόντωσης για τους παλαιστίνιους; Τα εντός της σιωνιστικής επικράτειας σοσιαλιστικά κιμπούτς, αποδίδουν (στην κυριολεξία) καρπούς, αλλά δεν κάνουν και θαύματα. Το ένα χέρι νίβει τ’ άλλο λοιπόν και τα δυο το πρόσωπο, αναμφιβόλως. Ιδιαίτερα δε, η περίπτωση του Ισραήλ είναι δηλωτική του ανωτέρω συλλογισμού∙ ένα πολύ μικρό γεωγραφικά κράτος, με τεράστια έλλειψη σε σιδηρομεταλλεύματα και πηγές ενέργειας. Αν λοιπόν η συνεργασία μεταξύ των κρατικών μηχανισμών καταπίεσης δεν ήταν τόσο στενή, το Ισραήλ όχι δεν θα μπορούσε να κατασκευάσει άρματα μάχης, αλλά ούτε χύτρες ταχύτητος.
Επανερχόμενοι λοιπόν στους μασκαράδες της αριστεράς, μας γεννάται το εύλογο ερώτημα: είναι δυνατόν οι θαυμαστές του κρατισμού αριστεροί –και μάλιστα πολλοί εξ αυτών λάτρεις των μεγαλύτερων χασάπηδων της ιστορίας (Λένιν, Στάλιν, Μάο)– να έχουν το θράσος να ομιλούν για «κοινωνικούς αγώνες ενάντια στο κράτος του Ισραήλ»; Δηλαδή τα σοσιαλιστικά κράτη του λεγόμενου ανατολικού μπλοκ παλιότερα ή οι σημερινές σοσιαλιστικές «ουτοπίες» της Λατινικής Αμερικής δεν διέθεταν ανέκαθεν εμπορικό ισοζύγιο με το Ισραήλ; Ούτε για αστείο. Το ζήτημα γίνεται φαιδρότερο βεβαίως αν αναλογιστούμε πως στις όποιες «κινητοποιήσεις» πρωτοστατεί ο ΣΥΡΙΖΑ, σημερινή μείζων αντιπολίτευση και φιλοδοξούσα αυριανή κυβέρνηση. Εννοείται πως οι παροικούντες στην Κουμουνδούρου έσπευσαν ήδη να δηλώσουν, πως άμα τη ανάληψη της εξουσίας, οι εμπορικές και στρατιωτικές σχέσεις με τους Ισραηλινούς θα κοπούν μαχαίρι! Πολιτικοί λεονταρισμοί λέοντα άνευ οδόντων∙ ανάξιοι ακόμη κι ως έλασσον υλικό σαρκασμού. Αν, λοιπόν, θεωρείς εαυτόν ενάντια στο κράτος των σιωνιστών, οφείλεις με το ίδιο πάθος και συνέπεια να απορρίπτεις τον κρατισμό σε κάθε του μορφή. Και τούτο δεν είναι κομμάτι κανενός πολιτικού χώρου, παρά μόνον της αντιπολιτικής αναρχικής θεώρησης.
Μία επί πλέον παράμετρος που θεωρούμε σημαντικό να ειδωθεί είναι το ζήτημα της ευθύνης και σε τι βαθμό διατρέχει αυτή τους εξουσιαζόμενους του Ισραηλινού κράτους. Με απλά λόγια, δεν μπορεί κάποιος να πατά με ευκολία ένα πλήκτρο και να αφανίζει μικρά παιδιά, αν το μεγαλύτερο κομμάτι της κοινωνίας δεν περιμένει ανυπόμονα να του φορέσει κότινο στην κεφαλή. Οπότε το κουμπί το πατούν ουσιαστικά από κοινού. Αν είσαι τρωγοπίνων και χασκογελάς, ατενίζοντας ανθρωποσφαγές, ή κρατάς πλακάτ αναγράφον «στηρίζω το Ισραήλ, είμαι υπερήφανος που είμαι σιωνιστής», δεν διαφέρεις κατ’ ουσίαν από τον στρατιώτη των ειδικών δυνάμεων που απαντά στις εφηβικές σφεντόνες με σφαίρες στο ψαχνό. Προφανώς και η ευθύνη δεν είναι συλλογική∙ εξ αλλού τέτοιας μορφής ιδεολογήματα αφορούν τους εξουσιαστές και όχι τους αγωνιζομένους. Ακόμη και σε κοινωνίες τόσο υποταγμένες στην βούληση της εξουσίας, υπάρχουν πάντοτε οι αδούλωτες φωνές, ακόμη κι αν είναι ελάχιστες σε αριθμούς. Εν τούτοις, και ιστορικά ιδωμένος, πάντοτε ο συνολικά απελευθερωτικός αγώνας αφορά ολίγους, ενίοτε και απειροελάχιστους.
Τώρα, εκ των πραγμάτων τίθεται το ερώτημα κατά πόσο η σιωπή είναι επίσης συνενοχή. Αν δούμε το θέμα ψύχραιμα, αναγκαστικά εκ πρώτης θα απαντούσαμε εξ ίσου με μια ερώτηση: τι είναι αυτό που επιβάλλει αυτή την σιωπή; Το καρότο ή το μαστίγιο; Ένας παχυλός μισθός; Μια εθνικιστική-θεοκρατική προσέγγιση σε κάθε διαφορετικότητα; Ή ένα γερό ξυλοφόρτωμα μετά βασανιστηρίων σε κάποιο μπουντρούμι του Τελ Αβίβ; Ας είμαστε αντικειμενικοί, δεν είναι το ίδιο πράγμα∙ ακόμη και αν όλα τα παραπάνω αποτελούν συνιστώσες αυτού που ονομάζουμε κοινωνικός έλεγχος.
Το όλον ζήτημα προφανώς κι είναι ανεξάντλητο, όχι μόνον διότι οι ιστορικές του ρίζες χάνονται στον χρόνο, αλλά και γιατί οι ορέξεις των σιωνιστών δείχνουν να είναι απεριόριστες. Η «γη της επαγγελίας» είναι, καθώς φαίνεται, το Άγιον Δισκοπότηρον των εξουσιαστών ανά τους αιώνες. Είναι πολλοί, όμως και διαρκώς αυξάνονται, όσοι καλούνται κάθε τόσο ή να πεθάνουν ή να σκοτώσουν, για μια θέση στα «ηρώα» ή στα «μαρτυρολόγια» των από καθ’ έδρας εξουσιαστών.
σύντροφοι για την Αναρχική απελευθερωτική δράση
[1]Σύγχρονο άρμα μάχης ισραηλινής κατασκευής.
[2]Ας θυμηθούμε την πολύ εύστοχη παρατήρηση του Θουκυδίδη (Α, κεφ. 10, § 2): Λακεδαιμονίων γὰρ εἰ ἡ πόλις ἐρημωθείη, λειφθείη δὲ τὰ τε ἱερά καὶ τῆς κατασκευῆς τὰ ἐδάφη, πολλήν ἄν οἶμαι ἀπιστίαν τῆς δυνάμεως προελθόντος πολλοῦ χρόνου τοῖς ἔπειτα πρὸς τὸ κλέος αὐτῶν εἶναι (καίτοι Πελοποννήσου τῶν πέντε τὰς δύο μοίρας νέμονται τῆς τε ξυμπάσης ἡγοῦνται καὶ τῶν ἔξω ξυμμάχων πολλῶν∙…)[…]
[Αν για παράδειγμα ερημωνόταν η πόλη των Λακεδαιμονίων κι απέμεναν μόνο οι ναοί και τα θεμέλια των σπιτιών της, νομίζω πως ύστερα από πολλά χρόνια οι μεταγενέστεροι θα δυσκολεύονταν πολύ να πιστέψουν ότι η δύναμή της ήταν ανάλογη της φήμης της. Κι ωστόσο, έχουν στη διάθεσή τους τα δύο πέμπτα της Πελοποννήσου κι επιβάλλουν την ηγεμονία τους σ’ ολόκληρη την Πελοπόννησο και σε πολλούς συμμάχους έξω απ’ αυτήν].
[3] Έτος ίδρυσης του ισραηλινού κράτους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου