Καθισμένη στην καρέκλα
Μέσα απ’ τα παράθυρα να κοιτάς
Και ο καπνός του τσιγάρου σου
τέλεια καλλιγραφία του τυχαίου
Από αρκετά παλαιότερα, οι περισσότεροι άνθρωποι που γνώριζα πως γράφουν τύχαινε να ‘ναι καπνιστές. Ίσως γιατί το τσιγάρο υπήρξε μια αναγκαία αναπλήρωση του μολυβιού στην εποχή των πληκτρολογίων, μια ανώδυνη συντροφιά που δεν σε διακόπτει, ένας τρόπος να μετράς τον χρόνο, την ένταση, τα διαλείμματα. Είναι και αυτή η μόνιμη συγκατοίκηση με τα φαντάσματα… Όσο κι αν προσπαθώ δεν καταφέρνω να ανακαλέσω τις φιγούρες του Φώκνερ, του Καμύ, του Ρίτσου ή του Καρούζου χωρίς τσιγάρο. Και κάθε φορά που γυρνάς στα γραπτά τους, ειδικά στις στιγμές της πιο έντονης μόνωσης, εκείνοι σου προσφέρουνε φωτιά με βλέμμα επιτακτικό. Ίσως γι’ αυτό κάθε φορά που διαβάζω παλαιότερα κείμενα μου με πιάνει τσιγαρόβηχας. Είναι και αυτός ένας τρόπος να θυμάσαι.
Μέσα στο παράδοξο του καιρού, η μοναξιά του καπνιστή συναντά την μοναξιά του συγγραφέα (ίσως όχι τόσο εδώ, βλέπετε στην Ελλάδα αντιστεκόμαστε πάντα με επιτυχία στο δευτερεύον). Μέσα στην ιατρικοποίηση της καθημερινής ζωής, το σώμα παρουσιάζεται απόλυτα έκθετο σε κινδύνους, απροστάτευτο και φθαρτό όσο ποτέ. Η διαδικασία της φθοράς, παρουσιάζεται ως κάτι παράλογο το οποίο πρέπει να υπερβούμε. Ο σύγχρονος άνθρωπος, οφείλει να είναι υγιής και η υγεία του να φαίνεται. Η απαγόρευση του καπνίσματος, οι ειδικοί χώροι, οι προειδοποιήσεις και οι έμμεσες απειλές των πακέτων δεν χωρίζουν τους ανθρώπους απλώς σε καπνιστές και μη καπνιστές, αλλά και σε υπεύθυνους ανθρώπους και ανθρώπους που δεν διστάζουν μπροστά στην δική τους ικανοποίηση να θέσουν σε κίνδυνο το κοινό καλό, την υγεία των πάντων. Ο καπνιστής είναι ένας σύγχρονος, ανεύθυνος, μικρο- τρομοκράτης.
Έτσι, μέσα στην έκρηξη της υγειονομικής υστερίας απολαμβάνεις το γεγονός πως εισπνέεις το λάθος. Και η πληροφορία πως οι πρώτοι που οργάνωσαν αντικαπνιστικές εκστρατείες ήταν οι Γερμανοί Ναζί τη δεκαετία του 30 λειτουργεί πάντα με την αιχμηρή ικανοποίηση που προσφέρει η ειρωνεία. Κάπου εκεί θα συναντήσεις και τον φιλόσοφο Παναγιώτη Κονδύλη να συνηγορεί στο μειδίαμα: ‘’ Οριστικό επιχείρημα υπέρ του καπνίσματος: η απόλαυση είναι βέβαιη, ο κίνδυνος είναι ενδεχόμενος.’’, τον Μάρκ Τουέιν να αναρωτιέται: ‘’Απορώ γιατί οι άνθρωποι δυσκολεύονται να κόψουν το κάπνισμα. Εγώ το έχω κόψει χιλιάδες φορές.’’ Και τον Κερτ Βόνεγκατ να προειδοποιεί ανάβοντας την πίπα του: ‘’Στις σύγχρονες κοινωνίες το κάπνισμα είναι ο μόνος αξιοπρεπής τρόπος να αυτοκτονήσεις’’.
Είναι και αυτός ένας τρόπος να θυμάσαι: τον καπνό να βγαίνει από κάποια μισάνοιχτα χείλη, μια τράκα να καταλήγει σε μια κουβέντα, ένα τσιγάρο σε κάποιο υπόστεγο ενώ περίμενες να σταματήσει η βροχή, το κραγιόν εκείνης της κοπέλας ξεχασμένο στην άκρη της ξεχασμένης γόπας (ξεχασμένη τώρα και η κοπέλα), ένα πρόσωπο που χάθηκε πίσω απ’ το πρόχειρο σύννεφο. Άλλωστε το κάπνισμα σου διδάσκει την θέση σου ανάμεσα στα σύννεφα και την στάχτη.
Είναι και αυτός ένας τρόπος. Η επιθυμία να φτιάχνεις σύννεφα για να διακοσμήσεις ουρανούς εσωτερικού χώρου, το να βλέπεις με τι ταχύτητα η ανάσα σου συγκρούεται στους τοίχους και ο καπνός ένας πρόχειρος σπάγκος ανόρθωσης, μια δειλή και βιαστική στύση αέρα (η μήπως αγκίστρια των από πάνω, για να μας κλέψουν τις λέξεις;). Είναι οι φιγούρες των αγνώστων στο μισοσκόταδο, ιδωμένες μέσα από τζάμια τρένου ή αυτοκινήτου, τα πρόσωπα να φωτίζονται στιγμιαία και ελλειπτικά ενώ οι καύτρες τρεμοφέγγουν όπως τα φώτα κάποιας πόλης στο βάθος, ενώ τη νύχτα το πλοίο πλησιάζει το λιμάνι.
Ο Γκόρπας κάπου γράφει: ‘’Χίλιες φορές κοιμήθηκα με το τσιγάρο αναμμένο /απ' άλλα κάηκα κάηκα έγινα στάχτη μέσα από τη στάχτη μου /ξαναγεννήθηκα ο ίδιος κι απαράλλαχτος /μόνο λιγάκι πιο προσεκτικός με τους χαφιέδες ...’’ Κάτι τέτοια διαβάζεις το βράδυ όταν καπνίζεις στο κρεββάτι. Και το τσιγάρο να είναι ταυτόχρονα, η συντροφιά και η υπενθύμιση της απουσίας της.
του Θωμά Τσαλαπάτη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου