Ενας από τους Αμερικανούς δημοσιογράφους, που βρέθηκε στο στόχαστρο των κυβερνήσεων Ελλάδας και ΗΠΑ, υπήρξε αναμφίβολα και ο Τζορτζ Πολκ, που το πτώμα του βρέθηκε να επιπλέει δεμένο χειροπόδαρα και με δεμένα τα μάτια στον κόλπο του Θερμαϊκού την άνοιξη του 1948.
Πτώμα στη θάλασσα
Εκείνο το πρωί της 16ης Μαΐου ο βαρκάρης Λάμπρος Αντώναρος, κάνοντας ένα συνηθισμένο αγώι με τη βάρκα του στη θάλασσα της Θεσσαλονίκης, διέκρινε, όπως και οι συνεπιβάτες του, έναν ανθρώπινο όγκο να επιπλέει. Ηταν το πτώμα του γνωστού δημοσιογράφου Τζορτζ Πολκ, ανταποκριτή για την Ελλάδα και τη Μέση Ανατολή του ραδιοφωνικού δικτύου της Νέας Υόρκης CBS (Columbia Broadcasting System).
Η δολοφονία του Πολκ αποτέλεσε μια κλασική ενέργεια Πολιτικού και Ψυχολογικού Πολέμου, η πρώτη ενέργεια στο μεταπολεμικό κόσμο που στόχευε να επηρεάσει βαθιά τη δημοσιογραφική οικογένεια, με όλα τα στοιχεία αποπροσανατολισμού, παραπλάνησης και προειδοποίησης. Οπως και επηρεασμού της κοινής γνώμης προς την επιθυμητή κατεύθυνση, που εκείνη τη στιγμή ήταν η ήττα επί του πεδίου της μάχης του ένοπλου ελληνικού αριστερού κινήματος και των θεωρούμενων συμμάχων του.
Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι τα δύο βασικά θύματα της υπόθεσης, ο Αμερικανός Πολκ και ο Ελληνας Γρηγόρης Στακτόπουλος, ανήκαν στη δημοσιογραφική οικογένεια, όπως και ένα μεγάλο μέρος των όσων κατέθεσαν, ανακρίθηκαν, συνελήφθησαν και ενεπλάκησαν άμεσα ή έμμεσα με την υπόθεση.
Ο Τζορτζ Ουάσινγκτον Πολκ γεννήθηκε στις 17 Οκτωβρίου του 1913 στο Φορτ Ουόρθ του Τέξας. Κατά το 1938 άρχισε τη δημοσιογραφική του καριέρα στην Απω Ανατολή, στην εφημερίδα «Εσπερινά Νέα της Σανγκάης».
Στη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου ο Πολκ υπηρέτησε στην αεροπορία Ναυτικού των ΗΠΑ και τραυματίστηκε βαριά σε αεροπορικό ατύχημα κατά τις επιχειρήσεις στον Ειρηνικό. Στις 11 Σεπτεμβρίου 1947 ο Πολκ έκανε το δεύτερο γάμο του με την Ελληνίδα Ρέα Κοκκώνη στην εκκλησία του Αγίου Διονυσίου στο Κολωνάκι.
Ο Κώστας Χατζηαργύρης
Στην Ελλάδα συνδέθηκε στενά επαγγελματικά και φιλικά με το δημοσιογράφο Κώστα Χατζηαργύρη, που οι ελληνικές και οι αμερικανικές υπηρεσίες θεωρούσαν «τον ικανότερο πράκτορα του ΚΚΕ».
Οι υποψίες περιστρέφονται και περί το στενό συνεργάτη του Χατζηαργύρη, τον Πολκ, καθώς οι μυστικές υπηρεσίες διαπιστώνουν επαφές του Αμερικανού δημοσιογράφου με το Σοβιετικό ανταποκριτή του TASS στην Ελλάδα, Λεονίντ Βελιτσάνσκι, στην πραγματικότητα εκπρόσωπο των μυστικών υπηρεσιών της πατρίδας του, που έχει διακριτικές επαφές με το ΚΚΕ. Από το καλοκαίρι του '47 η αμερικανική πρεσβεία είχε μεταδώσει ότι ο Κ. Χατζηαργύρης είχε «επαφές με τη σοβιετική πρεσβεία» και «την άκρα αριστερά».
Στα τέλη του 1947 αναδημοσιεύθηκε σε συνέχειες στην εφημερίδα «Το Βήμα» ένα άρθρο του Πολκ σε αμερικανικό περιοδικό, που δυσαρέστησε έντονα την ελληνική κυβέρνηση.
Ο Χατζηαργύρης, που εργαζόταν στο «Βήμα», είχε συμβάλει σ' αυτό το δημοσίευμα.
Ο μόνιμος υφυπουργός Εξωτερικών, Π. Πιπινέλης, υπέδειξε ότι το άρθρο του Πολκ ενέχει «εν αυτώ ψευδολογίας υπερβαινούσας όρια επιπολαιότητος, αίτινες όμως είναι επιδεκτικαί να προκαλέσωσι δυσφορίαν αμερικανικής κοινής γνώμης απέναντι βοηθείας εις Ελλάδαν».
Με αφορμή το άρθρο του Πολκ στο «Harper's Magazine», που αναδημοσιεύθηκε στην Ελλάδα, άρχισε μια πιο εκτεταμένη συζήτηση μεταξύ ελληνικής και αμερικανικής κυβέρνησης.
Ανταποκρίσεις-δηλητήριο
Στα τέλη Φεβρουαρίου 1948 ανώτερος εκπρόσωπος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ δήλωσε στον Ελληνα πρεσβευτή ότι η κυβέρνησή του είχε συναίσθηση ότι «οι συχνές εχθρικές ανταποκρίσεις» των Αμερικανών δημοσιογράφων στην Ελλάδα «ήταν καταστροφικές για τα συμφέροντα της αμερικανικής και της ελληνικής κυβέρνησης».
Στις 18 Φεβρουαρίου ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών, Τζορτζ Μάρσαλ, εκδήλωσε την έντονη δυσφορία του σε τηλεγράφημά του προς την Αθήνα, τονίζοντας ότι «συμμεριζόταν τις ανησυχίες για τις πολυάριθμες αμερικανικές δημοσιογραφικές ανταποκρίσεις που καταφέρονταν εναντίον της ελληνικής κυβέρνησης και του ελληνικού εθνικού στρατού». Γι' αυτό ο στρατηγός Μάρσαλ έδωσε εντολή «να εξηγηθεί» σε όλο το αμερικανικό προσωπικό της πρεσβείας στην Αθήνα «το δηλητηριώδες αποτέλεσμα που παράγεται στην Ελλάδα και τις ΗΠΑ από τέτοιου είδους ανταποκρίσεις».
Στις αρχές Απριλίου 1948 ο πρώην πρωθυπουργός Εμμανουήλ Τσουδερός σήμανε συναγερμό στην αμερικανική πρεσβεία της Αθήνας, αναφέροντας για μια ειρηνευτική πρωτοβουλία εκ μέρους των κομμουνιστών που ερχόταν στην επιφάνεια.
Οι Αμερικανοί και οι Ελληνες σύμμαχοί τους την αποκάλεσαν «σοβιετική επίθεση ειρήνης», που στόχευε σε «μία προσπάθεια αποσταθεροποίησης της κυβερνητικής επίθεσης» εναντίον των ανταρτών, ώστε να τους σώσει από την ήττα.
Ο Αμερικανός επιτετραμμένος στην Αθήνα, Καρλ Ράνκιν, ενημέρωσε την Ουάσιγκτον ότι ο στρατιωτικός ακόλουθος συνταγματάρχης Χάρβι Σμιθ και η CAS (CIA) προσπαθούσαν ν' ανακαλύψουν τα νήματα αυτής της ειρηνευτικής πρωτοβουλίας, που τη θεωρούσαν θανάσιμο κίνδυνο.
Η συνέντευξη με Βαφειάδη
Ακριβώς αυτή τη χρονική περίοδο, στις 17 Απριλίου 1948, ο Πολκ έφτασε στην Αθήνα με κύριο στόχο να πετύχει μια συνέντευξη με τον αρχηγό των ανταρτών Μάρκο Βαφειάδη. Είναι πλέον φανερό ότι «η επίθεση ειρήνης» θα μπορούσε να περάσει διά μέσου του Πολκ, υπό τη μορφή συνέντευξης, στην αμερικανική κοινή γνώμη και «να προκαλέσει φιλελεύθερα συναισθήματα» υπέρ της ειρήνευσης και έτσι ν' αποτρέψει τη νέα πολεμική εκστρατεία του ελληνικού στρατού που μόλις έχει αρχίσει.
Ο Πολκ, που έχει στενές σχέσεις με τον Χατζηαργύρη και επαφές με το Ρώσο Βελιτσάνσκι, δεν κρύβει καθόλου τις ειρηνόφιλες διαθέσεις του ούτε την έντονη επιθυμία του για μια συνέντευξη με τον Μάρκο, ακριβώς τη στιγμή που προβάλλει η σοβιετική «επίθεση ειρήνης».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου