Tέλος 19ου αι. - αρχές 20ου αι.
Ό
κοινωνικός ριζοσπαστισμός, πού αναπτύχτηκε στην Ευρώπη το 19ο αιώνα,
σημαδεύοντας την κατοπινή ιστορία με κινήματα, εξεγέρσεις, επαναστάσεις,
είχε σημαντικές επιδράσεις και στην Ελλάδα. Όπως μάς λέει ό Μ.
Δημητρίου «οι ιδέες τού κοινωνικού ριζοσπαστισμού εισάγονται στην
Ελλάδα από την Ευρώπη, με την ιδεολογική της ακτινοβολία και τις
επαναστατικές της παραδόσεις, τη δεκαετία 1870-1880. Στον Ευρωπαϊκό
χώρο, ή δεκαετία αυτή σημαδεύεται από τις 70 ήμερες λαϊκής επαναστατικής
εξουσίας της κομμούνας τού Παρισιού (1871)... Παράλληλα, παρατηρούνται
κοινωνικές διεργασίες και σημαντικές μεταβολές άγνωστες μέχρι τότε στην
Ελληνική κοινωνία. Δημιουργούνται σοσιαλιστικές ομάδες και εργατικά
σωματεία,... εμφανίζονται αντιπαραθέσεις γύρω από τον «κοινωνισμό» και
παρουσιάζονται οι πρώτες αναφορές στόν Κάρλ Μάρξ και την Α Διεθνη1».
Ό
19ος αιώνας στην Ευρώπη σημαδεύεται από την άνοδο και κυριαρχία της
αστικής τάξης, τη ραγδαία ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων, την
ανάπτυξη της υπαίθρου, τα μεγάλα αστικά κέντρα, την ανάπτυξη τού
προλεταριάτου, την εμφάνιση σοσιαλιστικών ιδεών. Σε πολιτικό επίπεδο,
έχουμε πτώση των απολύτων μοναρχιών, εγκαθίδρυση της αστικής
δημοκρατίας ή της συνταγματικής μοναρχίας. Βέβαια ή καθιέρωση της
αστικής τάξης δεν ήταν εύκολη, αλλά πραγματοποιήθηκε μέσα από σκληρούς
αγώνες. Το 1848 ή Ευρώπη θα συγκλονιστεί από αστικοδημοκρατικά
κινήματα, κοινωνικούς αγώνες και εργατικές εξεγέρσεις. Ή κυριαρχία της
αστικής τάξης εδραιώνεται, αλλά ταυτόχρονα έχει υποδηλωθεί ό κοινωνικός
ριζοσπαστισμός της εργατικής τάξης και των συμμάχων της.
Στα
χρόνια πού ακολουθούν στεριώνουν τα αστικό φιλελεύθερα καθεστώτα,
μεγαλώνει ή εργατική τάξη, αλλά αμβλύνετε ή επαναστατική της ορμή, λόγω
της καλυτέρευσης των όρων διαβίωσής της. Εκείνοι πού καλυτερεύουν πιο
πολύ τη θέση τους είναι οι ειδικευμένοι εργάτες και μέσα από τούς
κόλπους τους ξεπηδάει ή συνδικαλιστική γραφειοκρατία και οι
σοσιαλδημοκρατικές τάσεις και αντιλήψεις. Ωστόσο, το εργατικό κίνημα
οργανώνεται, διεκδικεί, αποκτά ταξική και διεθνιστική συνείδηση,
συμπαραστέκεται στις εθνικές διεκδικήσεις των εργαζομένων άλλων χωρών.
Από τη σύζευξη ταξικής και διεθνιστικής συνείδησης, τό εργατικό κίνημα
οδηγείται σε μορφές διεθνούς αλληλεγγύης, πού κορυφώνονται με την ίδρυση
της Α' Διεθνούς, ή οποία βέβαια είχε γρήγορο τέλος, λόγω σφοδρών
εσωτερικών αντιπαραθέσεων. Στα επόμενα χρόνια έχουμε ανάπτυξη τού
καπιταλισμού, ενώ σημαντικά γεγονότα είναι ή παρισινή κομμούνα, ή
ίδρυση της Β' Διεθνούς και ή ανάπτυξη τού Αναρχοσυνδικαλισμού.
Εν
αντιθέσει με την Ευρώπη, στην Ελλάδα ή ανάπτυξη γίνεται με πολύ αργά
βήματα. Αυτό πού συμβαίνει στην Ελλάδα το δεύτερο ήμισυ τού 19ου αιώνα
είναι ή υπερσυγκέντρωση τοΰ πληθυσμού στα μεγάλα αστικά κέντρα και ή
υπερτροφία των υπηρεσιών και των μικροαστικών στρωμάτων, χωρίς να
υπάρχει ή ανάλογη βιομηχανική ανάπτυξη· λίγοι τεχνίτες και εργάτες,
πολλοί επαγγελματίες μικρέμποροι και διαμεσολαβητές.
Στον
αγροτικό χώρο έχουμε τούς μικροϊδιοκτήτες να δυναστεύονται από το
διεθνή καταμερισμό της παραγωγής (μονοκαλλιέργεια σταφίδας), αλλά και
αρκετές περιπτώσεις όπου υπάρχει στυγνή εκμετάλλευση των κολλήγων από
τούς μεγαλοκτηματίες, όπως αυτή της Θεσσαλίας. Τέλος, ή αγροτική έξοδος
στις πόλεις, αλλά και ή μετανάστευση δεν έχουν ως γνώρισμά τους την
προλεταριοποίηση, αλλά μικροαστικές ελπίδες και κύρια επιδίωξη την
απασχόληση στο μικρεμπόριο και τις υπηρεσίες. Δεν έχουμε λοιπόν στην
Ελλάδα τις ξεκάθαρες ταξικές αντιθέσεις, πού αναπτύχθηκαν στη Δ. Ευρώπη
και την ταξική πάλη, πού επίσης αναπτύχθηκε στην Δ. Ευρώπη. Ωστόσο,
υπάρχουν εκμεταλλευτές και εκμεταλλευόμενοι και δημιουργούνται κρίσεις
πού χειροτερεύουν τη ζωή των χαμηλών στρωμάτων.
Στην
περίοδο αυτή, και πιο συγκεκριμένα από τό 1870 και έπειτα, ακούγονται
και στην Ελλάδα σοσιαλιστικές θεωρίες και, όπως αναφέρθηκε πιο πάνω,
δημιουργούνται σοσιαλιστικές ομάδες και εργατικά σωματεία. Γίνονται
αρκετές απεργίες για καλύτερες συνθήκες εργασίας, για λιγότερες ώρες
δουλειάς και για καλύτερες αμοιβές. Αρκετές απεργίες φτάνουν ως την
ένοπλη σύγκρουση με τις δυνάμεις του κράτους και τις πιο πολλές φορές
είναι νικηφόρες. Όπως γράφει ό Κορδάτος, στην «ιστορία του εργατικού
κινήματος», «Οι εργάτες με το ταξικό τους ένστικτο τις πιο πολλές φορές
μπαίνουν σε απεργιακούς αγώνες, πού σημειώνουν επιτυχία για το εργατικό
κίνημα», λόγου χάριν απεργία καπνεργατών Βόλου 23.2.1901, ναυτοθερμαστών
Πειραιά 1910, τσιγαράδων στον Πειραιά, απεργία σιδηροδρομικών
στον Πειραιά 1910, μεγάλη απεργία του Λαυρίου 1910, τραμβιέρηδων Γενάρης
1911 και άλλες. Οι παραπάνω απεργίες χαρακτηρίζονται από τη δυναμική
σύγκρουση με τις δυνάμεις του κράτους και σε μερικές περιπτώσεις από
επιθέσεις των εργατών εναντίον των μηχανημάτων ή άλλων εγκαταστάσεων των
χώρων δουλειάς. Την ίδια εποχή έχουμε αγροτικά κινήματα και εξεγέρσεις
ένοπλες, ιδίως στη Θεσσαλία (ξεσηκωμός του Κιλελέρ) και την Πελοπόννησο.
Οι σοσιαλιστικές θεωρίες βρίσκουν αρκετή απήχηση στους εργάτες και τούς
αγρότες.
Οί
σοσιαλιστικές θεωρίες και οργανώσεις ποικίλλουν. Το ίδιο βέβαια
ποικίλλουν οι δραστηριότητες τους και οι μέθοδοί τους. Ορισμένοι είναι
μεταρρυθμιστές, μερικοί απ’ τούς όποιους είναι απλώς διανοούμενοι, πού
δεν κάνουν τίποτε άλλο παρά συζητήσεις σε στενούς κύκλους, πού μιλούν
για εξάλειψη της φτώχειας και της αδικίας. Ή δράση τους δεν είναι
ανατρεπτική, αλλά διακηρύσσουν ότι με ειρηνικά μέσα πρέπει να
διεκδικηθεί ή βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης του λαού. Σημαντικότεροι
άπ’ αυτούς είναι οι αρχηγέτες οραματιστές, με κορυφαίους εκπρόσωπους
τούς Πλάτωνα Δρακούλη καί Σταύρο Καλλέργη.
Ό
Πλάτων Δρακούλης εκδίδει το περιοδικό «’Άρδην», μέσα από το όποιο
προπαγανδίζει το σοσιαλισμό, επιχειρηματολογώντας για την ανωτερότητα
του απέναντι στα άλλα κοινωνικά συστήματα. Δεν διακρίνεται από
ανατρεπτικότητα, αλλά από την προπαγάνδιση για την νομοτελειακή
επικράτηση ενός σοσιαλιστικού παραδείσου κοινωνικής αρμονίας.
«Ριζοσπάστης θεωρητικός και όχι άκτιβίστας, δεν επεξεργάζεται την
δυναμική των κοινωνικών αντιθέσεων, δεν ιεραρχεί στόχους. Δανείζεται
επιχειρήματα απ' όπου βρει - από τα Ευαγγέλια και τόν Κροπότκιν, από τον
Χαρτισμό και την Πολιτεία του Πλάτωνα— προκειμένου να καταδείξει την
ηθική ανωτερότητα του δράματός του, την νομοτελειακή του έπικράτηση»2, γράφει γι’ αυτόν ό Μιχάλης Δημητρίου. Στις 14-9-1885, γράφει το «’Άρδην»:
«Πρέπει
νά εννοηθεί ότι δέν είναι διόλου άνατρεπτικός ό σκοπός μας, όπως
έφοβήθησαν μερικοί καί όπως οί περισσότεροι φαντάζονται. Ζητούμε
μεταβολή τών πραγμάτων βαθμηδόν και όχι βιαιαν. Εϊμεθα έχθροι τής
αταξίας, τής παραλυσίας καί τών άνατροπών. Εϊμεθα έχθροί άπό τό άλλο
μέρος τής άδικίας καί τής τυραννίας. "Ολοι λέγουν ότι ή κατάστασις τής
κοινωνίας εϊναι κακή καί άνώμαλος. Όλοι όμολογοΰν ότι δέν πάμε καλά και
ότι κάτι πρέπει νά γίνει γιά νά διορθωθεί αυτή ή κατάστασις. Ότι είναι
άδικον νά πάσχουν τόσοι άνθρωποι καί νά εύτυχοΰν λίγοι. Κάτω τά προνόμια
είναι ή αιώνια φωνή τής άνθρωπότητος καί δέ θά σιγήσει αυτή ή φωνή,
ένόσω δέν εξαλείφεται ή διαφορά άπό άνθρωπον εις άνθρωπον όσον άφορά τά
δικαιώματά του. "Αν δέν είναι όλο ίσοι, έχουσι όμως ίσα δικαιώματα...»
Παρακάτω στην ίδια εφημερίδα διαβάζουμε τις εξής προτάσεις: «1)
Απαλλαγήν άπό κάθε φροντίδα διά τό αΰριον 2) τροφήν τακτική καί ίσχυράν
δηλαδή κατάλληλη δι’ άνθρώπινα όντα. 3) Κατοικίαν κατασκευασμένη σύμφωνα
μέ τούς κανόνες τής υγιεινής 4) Ενδυμασίαν τήν άναγκαίαν καί καθαράν.
5) Μέσα άφθονα έκπαιδεύσεως άνάλογα μέ τήν κλίσιν τοΰ καθενός. 6)
Άποκατάστασιν κορασίων. 7) Τακτοποίησιν καί όλιγόστευσιν ώρών έργασίας
νά έχει καιρόν ό κόσμος νά καταγίνεται εις τήν διανοητική καί ηθικήν
μόρφωσιν. 8) Τιμωρία έκείνων οί όποιοι δέν έργάζονται καί οί όποιοι
πρέπει νά θεωρούνται κακούργοι ή παράφρονες. 9) Έξάλειψιν τής
πολυτέλειας».
Μια
άλλη προσωπικότητα από τούς μεταρρυθμιστές σοσιαλιστές, αρχηγέτης κι
αυτός, είναι ό Σταύρος Καλλέργης. Ό Σ. Καλλέργης, ιδρυτής σοσιαλιστικού
συλλόγου στην Αθήνα, εκδίδει την εφημερίδα «Σοσιαλιστής». Το 1891
εκδίδει «Τό έγκόλπιον του έργάτου» μέσα από το όποιο απαριθμεί τα μέσα
για την πραγματοποίηση της σοσιαλιστικής πολιτείας, τα όποια
παραθέτουμε: 1) «Ίδρυσις συλλόγων» εις διαφόρους πόλεις, κωμοπόλεις και
χωρία ή συνοικίας πρός διάδοσιν καί ύποστήριξιν των σοσιαλιστικών ιδεών.
2) «Εκδόσεις συγγραμμάτων, περιοδικών καί έφημερίδων» διά τόν αύτόν
σκοπόν. 3) «Διοργάνωσις εξοχικών περιπάτων» κατά περιόδους υπό των
Σοσιαλιστικών σωματείων. 4) «Ίδρυσις αιθουσών» πρός άνάπτυξιν τών
σοσιαλιστικών ιδεών μετά σοσιαλιστικών βιβλιοθηκών. 5) «Ή ύποστήριξις
βουλευτών καί δημάρχων» έκ του λαού, ώστε συν τώ χρόνο νά λάβωσιν οί
σοσιαλισταί τήν πλειοψηφίαν έν τώ κοινοβούλια) καί ούτω νά δυνηθοΰν νά
φέρωσιν τήν λύσιν του μεγάλου κοινωνικού προβλήματος. 6) «Διοργάνωσις
ειρηνικών διαδηλώσεων κατά περιόδους» καί ύποβολή ύπομνημάτων εις τά
βουλάς. 7) «Διοργάνωσις άπεργιών καί άλλων όμοιων μέσων» διά τών όποιων
νά έπιτυγχάνωνται αί απαιτήσεις τών άδικουμένων εργατών».
Πέρα
όμως από τούς μεταρρυθμιστές σοσιαλιστές, υπάρχουν και άλλοι
σοσιαλιστές των οποίων ό λόγος και ή δράση έχουν ανατρεπτικό χαρακτήρα.
Στόχος τους είναι ή κατάργηση της ατομικής ιδιοκτησίας, του κράτους και
κάθε εξουσίας. Σ’ αυτή την περίπτωση, μιλάμε για αναρχίζοντες
σοσιαλιστές ή αναρχικούς. Ή δράση τους άλλου έχει χαρακτήρα
συνδικαλιστικό (Αθήνα - Πειραιάς κυρίως) και σ’ άλλες περιπτώσεις
χαρακτηρίζεται από τή συμμετοχή σε αγροτικά κινήματα, εξεγέρσεις, ένοπλα
συλλαλητήρια, πού κατέληγαν σε αιματηρές συγκρούσεις με τις δυνάμεις
του κράτους (κυρίως στήν Πελοπόννησο). Επίσης, έχουμε αναρχικούς,
οπαδούς της ατομικής τρομοκρατίας. Τέλος, υπάρχουν και οί
Χριστιανοαναρχικοί, οι όποιοι κάνουν κηρύγματα για την συντέλεια του
κόσμου.
Όπως
γράφει ό Μ. Δημητρίου (και όπως θα δούμε στη συνέχεια, όταν θα γίνει
εκτεταμένη αναφορά), «Δεν πρόκειται για φαινόμενα περιθωριακά, αλλά
γενικότερης σημασίας. Αποτελούν συχνά τις διεξόδους κοινωνικοπολιτικών
ρευμάτων της εποχής, πού παραμένουν παρορμητικά και άκαθοδήγητα3».
Οί αναρχικές ιδέες γίνονται γνωστές είτε από έλληνες, πού έζησαν
διαστήματα στο εξωτερικό και ενστερνίστηκαν τις επαναστατικές ιδέες,
είτε από Ιταλούς αναρχικούς πρόσφυγες, πολλοί εκ των όποιων ανέπτυξαν
δραστηριότητα στην Ελλάδα, ιδίως στην Πελοπόννησο.
Από
τό 1870 κι’ έπειτα, οι ιδέες των Μπακούνιν, Ρεκλύ, Καφιέρο, Κροπότκιν,
Αιμίλ ’Ανρί έχουν γίνει γνωστές σε αρκετούς "Έλληνες, εκ των όποιων
πολλοί τις ενστερνίζονται. Όπως έχει προαναφερθεί, οί αναρχικοί στην
Ελλάδα διακρίνονται σε τέσσερις τάσεις: αναρχοσυνδικαλισμός, αγροτικός
αναρχισμός, ατομική τρομοκρατία και Χριστιανο- αναρχισμός. Κρίνεται
λοιπόν σκόπιμο νά αναφερθεί κάθε τάση ξεχωριστά και μέσα άπ’ αυτή την
αναφορά να γίνει λόγος για τα άτομα και τις ομάδες πού έδρασαν.
Α) Αναρχοσυνδικαλιστές
Στα
τέλη του 19ου αιώνα, αλλά και στις πρώτες δεκαετίες του 20ου,
παρατηρείται γιγάντωση του αναρχοσυνδικαλισμού σαι αρκετές χώρες της Δ.
Ευρώπης, της Λατινικής Αμερικής και στις Η.Π.Α. Κορύφωσή του ήταν ή
Ισπανική
Επανάσταση,
της οποίας ή ήττα οδήγησε και στην παρακμή του. Κύρια χαρακτηριστικά
του ήταν ή πίστη στην άξια των συνδικαλιστικών αγώνων, ή αυθόρμητη
προλεταριακή επανάσταση, ή αντεπαναστατική συνδικαλιστική διάρθρωση της
κοινωνίας, ό αθεϊσμός, ή αποκέντρωση, ή οργανωτική αυτονομία, ό στόχος
μιας κοινωνίας, πού οι λειτουργίες της θα γίνονται μέσω συνδικάτων,
εργατικών επιτροπών. Στο παρελθόν υιοθετήθηκε από τούς πιο πολλούς
αναρχικούς. Ό αναρχοσυνδικαλισμός στην Ελλάδα δεν δημιούργησε παράδοση.
Χαρακτηρίζεται κυρίως από υποκίνηση απεργιών με στόχους καλύτερους
μισθούς, καλύτερες συνθήκες εργασίας και λιγότερες ώρες δουλειάς.
'Ωστόσο ήταν έντονη ή συμβολή του στις πρώτες μεγάλες απεργιακές
κινητοποιήσεις και στην δημιουργία των πρώτων εργατικών σωματείων.
Σ’
αυτό το σημείο πρέπει να σημειωθεί ότι τα βιομηχανικά κέντρα της
εποχής εκείνης ήταν λιγοστά. Λιγοστοί ήταν επίσης και οι μόνιμα
απασχολούμενοι βιομηχανικοί εργάτες (ό αριθμός τους περιορίζονταν σαι
μερικές χιλιάδες), ενώ κάπως περισσότεροι ήταν οι απασχολούμενοι
εποχιακά. Τα λιγοστά όμως αυτά βιομηχανικά κέντρα θα γίνουν
επανειλημμένα πεδία κοινωνικών συγκρούσεων. Τα σημαντικότερα ήταν το
Λαύριο, ή Ερμούπολη και ό Πειραιάς. Το βιοτικό επίπεδο των εργατών ήταν
ιδιαίτερα χαμηλό. Το ωράριο εργασίας ήταν συνήθως 9-12 ώρες και κάποτε
έφτανε τις 15 ώρες, ενώ οι εργατικές αποδοχές στην Αθήνα κυμαίνονταν από
75 έως 240 χρυσές δραχμές και στις επαρχιακές πόλεις ήταν 30-40%
χαμηλότερες. Οι πρώτες εκδηλώσεις του αναρχοσυνδικαλισμού αρχίζουν από
τη Σύρο, με αφορμή τη νομισματική κρίση, πού οδήγησε στη μείωση της
αγοραστικής δύναμης των εργατών, εξαιτίας της πτώσης της αξίας του
ρώσικου νομίσματος με το όποιο πληρώνονταν ως τότε οι μισθοί στη Σύρο.
Το
Φεβρουάριο του 1879 κηρύχτηκαν απεργίες στα βυρσοδεψεία και στα
ναυπηγεία με διεκδικήσεις προστατευτικές. Αυτή ή πρώτη απεργιακή
εκδήλωση χαρακτηρίστηκε από τον πρωτόδικη της Σύρου ως « πρώτη δηλωθείσα
εν Ελλάδι απαρχή της συγκρούσεως της εργασίας προς το κεφάλαιον4»
Ή απεργία στα βυρσοδεψεία συνοδεύτηκε από σκληρές συγκρούσεις με την
εθνοφυλακή, πού στοίχισαν τη ζωή σ’ έναν αστυνομικό και πολλούς
τραυματίες ανάμεσα στους απεργούς, εξαιτίας της απεργοσπαστικής
προσπάθειας τόσο των εργοδοτών, όσο και της νομαρχίας. Οι
αναρχοσυνδικαλιστικές ιδέες γίνονται γνωστές στη Σύρο από Ιταλούς και
Γάλλους εργάτες. Από τη μια μεριά οι επαναστατικές παραδόσεις από τις
πατρίδες τους και από την άλλη ό πολιτικός τους προβληματισμός τούς
κάνουν ικανούς να παίξουν καταλυτικό ρόλο. Κατά τη διάρκεια της απεργίας
θα συστήσουν «Σύνδεσμον έργατικόν διά συμβολαιογραφικής πράξεως». Τρία
χρόνια αργότερα ή οργάνωση αναρχικών εργαζομένων της Σύρου θα εκδώσει
την «Εφημερίδα του Λαού», ή όποια θα έχει σύντομο βίο (Ιούλιος -
Νοέμβριος 1880).
Άλλες
σημαντικές αναρχοσυνδικαλιστικές οργανώσεις είναι ό Σύνδεσμος «Κόσμος»,
πού αποτελείται από πρώην Καλλεργικούς νεολαίους καθώς και ό Σύνδεσμος
Αναρχικών Εργαζομένων της Αθήνας. Ό Αναρχικός Σύνδεσμος «Κόσμος» μιλά
για κατάργηση τού ανταγωνισμού των ανθρώπων, την κατάργηση του
κεφαλαίου και την μετατροπή των ατομικών ιδιοκτησιών και όλων των πηγών
πλούτου σε κτήμα του κοινού.
Κορύφωση
της δραστηριότητάς τους είναι ή μεγάλη απεργία των μεταλλείων του
Λαυρίου το 1896. (σταθμός στην ιστορία του Ελληνικού Εργατικού
Κινήματος). 'Η απεργιακή κινητοποίηση, πού απαιτούσε καλύτερα
μεροκάματα, καθιέρωση της Κυριακής ως ήμερα αργίας, μέτρα κοινωνικής
πρόνοιας, καθώς και προστατευτικά μέτρα για να σταματήσουν τα πολλά
ατυχήματα στα μεταλλεία, κράτησε 20 μέρες παίρνοντας εξεγερσιακό
χαρακτήρα. Συνοδεύτηκε από καταστροφές σε κτίρια, ανατινάξεις,
συμπλοκές, ξυλοδαρμούς σε βάρος των εκπροσώπων της εργοδοσίας και
τερματίστηκε, αιματηρά, μετά από επέμβαση του στρατού και της
αστυνομίας.
Όσον
αφορά τό Σύνδεσμο Αναρχικών εργαζομένων Αθήνας, δεν είναι γνωστό το
πότε ιδρύθηκε. Από υπόμνημα, πού στέλνουν το 1900 στο Διεθνές Συνέδριο
του Παρισιού, γνωρίζουμε τις απόψεις τους και παραθέτουμε εδώ δύο μικρά
αποσπάσματα: «...Ό Αναρχικός Εργατικός σύνδεσμος Αθηνών άπορρίπτει κάθε
μορφή κοινοβουλευτικής καί νόμιμης δράσης καί άνακηρύττει μόνη όδό
άπαλλαγής, αυτήν τής άμεσης καί άντικοινοβουλευτικής δράσης, κρίνοντας
ότι κάθε άντιπροσώπευση καί νομοθεσία δέν είναι τίποτε άλλο άπό άρνηση
τής άπόλυτης έλευθερίας τοΰ άτόμου κρίνοντας άκόμα ότι ή έξουσία
διαφθείρει καί τούς καλύτερους χαρακτήρες, συμπεραίνουμε ότι δέν έχουμε
νά περιμένουμε τίποτε άπ’ τή κοινοβουλευτική σοσιαλιστική δημοκρατία
καθώς καί άπ’ τούς κοινοβουλευτικούς έκπροσώπους τών έπαναστατικών
ομάδων»... «Ό σύνδεσμος άναρχικών έργαζομένων τής Αθήνας δέν άναγνωρίζει
στούς κόλπους του καμία διοίκηση, καμία επιτροπεία, όλα αυτά θά ήταν
μιά κυβέρνηση, καμία επιτροπεία, όλα αυτά θά ήταν μιά κυβέρνηση μιά
έξουσία». Ό αναρχοσυνδικαλισμός δεν είχε άλλη συνέχεια στην Ελλάδα και
μετά το 1910 εξασθενίζει και σβήνει.
Β) Αγροτικός Αναρχισμός
Την
τελευταία δεκαετία του 19εωνα συναντάται σε μεγάλο βαθμό η απήχηση των
αναρχικών ιδεών σε αγροτικές περιοχές της Ελλάδας, ιδίως στην
Πελοπόννησο και την Θεσσαλία. Την εξάπλωση τους στα αγροτικά κέντρα
επακολούθησαν αυθόρμητες κινητοποιήσεις των αγροτών, πού σε ορισμένες
περιπτώσεις πήραν έξεγερσιακό χαρακτήρα. Το 1896 αποτελεί σημαδιακό
χρόνο, καθώς σε πολλά χωριά της Αχαΐας και της Ηλείας ξεσπούν πράξεις
απειθαρχίας απέναντι στους νόμους του κράτους και πολλές βίαιες
επιθέσεις εναντίον της εξουσίας. Στις χρονολογίες 1895, 1896, 1898
καθώς και κατά την τριετία 1903-1905 τα ένοπλα συλλαλητήρια των αγροτών
είναι πυκνά. Οι εξεγερμένοι αγρότες καταλαμβάνουν ολόκληρα χωριά ή
συγκοινωνιακούς κόμβους, εμποδίζουν δυναμικά την είσοδο στο χωριό στους
φοροεισπράκτορες και στα ένοπλα όργανα του νόμου. Αρκετές φορές
συμβαίνουν αιματηρές συμπλοκές, στις όποιες θανατώνονται ή
τραυματίζονται χωροφύλακες. Ή κατάσταση πού επικρατεί στον αγροτικό χώρο
της Πελοποννήσου αυτά τα χρόνια έχει τα έξης χαρακτηριστικά:
Απουσιάζουν οι μεγάλες γαιοκτησίες και υπάρχουν ακτήμονες αγρότες, πού
εργάζονται κάποιους μήνες στην καλλιέργεια και τη συγκομιδή. "Έχουμε από
τη μια μεριά την εξάρτηση των μικροϊδιοκτητών από το διεθνή καταμερισμό
εργασίας (μονοκαλλιέργεια σταφίδας) καθώς και την καταδυνάστευσή τους
από τούς εξαγωγικούς οίκους και τούς τοκογλύφους και από την άλλη μεριά
την καταδυνάστευση του αγρότη από το κράτος μέσω δυσβάσταχτων φόρων. Το
κράτος, απαιτητικό, στέλνει στα χωριά τούς φοροεισπράκτορες, τούς
δικαστικούς κλητήρες και τούς χωροφύλακες.
Ό
αγρότης, βλέποντας από τη μια μεριά το εισόδημά του να εξανεμίζεται και
από την άλλη μεριά την ευκολία, με την όποια τα κρατικά όργανα - μέσω
των όποιων το κράτος, τόσο εύκολα, χάρη στη δύναμή του και μόνον, του
επιβάλλει τη θέλησή του - θα εισβάλλουν στο σπίτι του για να του
επιβάλλουν ένα πρόστιμο ή να τον φυλακίσουν για χρέη, θα στραφεί
εναντίον του κράτους. Εκεί βρίσκει την εξήγηση της ή ριζοσπαστικοποίηση
και ή δυναμική του αγροτικοί κινήματος. Ό Κ. Βεργόπουλος, στο βιβλίο του
«Το Αγροτικό ζήτημα στην Ελλάδα. Ή κοινωνική ενσωμάτωση της γεωργίας»
αναφέρει ότι το αγροτικό πρόβλημα δεν είχε να κάνει τόσο με τη
γαιοκτησία, αλλά με κοινωνικούς και απρόσωπους όρους.
Αναφερόμενος
στις σοσιαλιστικές ομάδες της Πελοποννήσου γράφει: «Ομοίως, οι
έλευθεροσοσιαλιστικές ομάδες της Πελοποννήσου δεν είχαν ως κύριο στόχο
τους τούς πλούσιους χωρικούς, αλλά σχεδόν αποκλειστικώς τούς
σταφιδεμπόρους, τούς τοκογλύφους και την αντί-αγροτική κρατική πολιτική.
Ή εξέγερση των αγροτών το 1898 στον Πύργο συγκέντρωσε όλη της την
βιαιότητα κατά του συνολικού συστήματος, εκπροσωπουμένου τοπικώς άπ’
τούς εισπράκτορες των δημοσίων φόρων5». Σε άλλο σημείο του
βιβλίου του γράφει: «Με δύο λόγια, έγίνετο όλο καί περισσότερο φανερό
ότι τό ριζοσπαστικό δυναμικό τών άγροτών μπορούσε νά έκφράζεται κατ'
ευθείαν πρός μιά άντι-αστική καί άντι-κρατική κατεύθυνση, χωρίς ν’
απαιτείται νά διέλθει προηγουμένως άπό μία άντι-εργοδοτική φάση». Μπορεί
πιά νά ειπωθεί δίχως επιφύλαξη ότι οί άγροτικές κινητοποιήσεις, πού
ξέσπασαν στή δεκαετία 1890, κάθε άλλο παρά σπασμωδικές άντιδράσεις
εξαθλιωμένων ήταν, όπως ισχυρίζονται μαρξιστές ιστορικοί. Αντίθετα,
φαίνεται ότι οί άγρότες γνώριζαν τούς κοινωνικοταξικούς τους εχθρούς.
Έτσι εξηγείται ή άπήχηση πού βρήκαν οί άναρχοσοσιαλιστικές ιδέες στήν
Πελοπόννησο.
Οι
αναρχικές ιδέες πρωτοδιαδόθηκαν στην Πάτρα από Ιταλούς αναρχικούς
πρόσφυγες. Την εποχή εκείνη το 15% του πληθυσμοί της Πάτρας το αποτελούν
οι πρόσφυγες της Ιταλικής παροικίας. Μέσα σ’ αυτήν συγκρούονται
διάφορες ριζοσπαστικές ιδέες. Στη δεκαετία 1870 ιδρύεται ό Δημοκρατικός
Σύλλογος Πατρών από αναρχοσοσιαλιστές. Ό Δημοκρατικός Σύλλογος Πατρών
διατηρεί πολύ καλές σχέσεις με αναρχικούς της Μπολώνιας και του
Μιλάνου, ενώ στέλνει χαιρετιστήριο μήνυμα στη συνδιάσκεψη της
Μπακουνικής Διεθνούς "Ένωσης Εργατών, πού έγινε στη Βέρνη στις
26-29/10/1876.
Το
Δεκέμβρη του ίδιου χρόνου προσχωρεί στις αποφάσεις αυτής της Διεθνούς.
Το Μάη του 1877 θα κυκλοφορήσει την εφημερίδα «Ελληνική Δημοκρατία». Η
«Ελληνική Δημοκρατία» από το πρώτο φύλλο της θα υποστεί δίωξη με τις
κατηγορίες ότι συνωμοτεί για την ανατροπή του πολιτεύματος, ότι
προσπαθεί να εξεγείρει το λαό για την αρπαγή της περιουσίας των εύπορων
πολιτών και για προσβολή του βασιλιά Γεωργίου. Στο καταστατικό του
Δημοκρατικού Συλλόγου Πατρών διαβάζουμε ότι διεκδικεί την εφαρμογή του
Δημοκρατικού πολιτεύματος με τούς εξής όρους: Α' «Άκραν άποκέντρωσιν καί
τελείαν αύτοδιοίκησιν τών Δήμων δηλ. κάθε Δήμος νά ήναι δλως διόλου
άνεξάρτητος καί νά διοικήται μόνος του». Β' «Πλήρη έλευθερίαν τού
ατόμου» καί Γ' «κάθε έξουσία νά ήναι υποταγμένη εις τήν κυριαρχίαν τοΰ
Λαού κατ’ εύθεΐαν7». Ή παρουσία του Δημοκρατικού Συλλόγου
Πατρών έχει βραχύβιο χαρακτήρα. Ωστόσο από τότε και μετά δεν λείπουν από
την Πάτρα αναρχικές παρεμβάσεις.
Το
1896 μία ομάδα αναρχοσοσιαλιστών αναλαμβάνουν την εφημερίδα «Έπί τά
πρόσω», πού τη μετατρέπουν σε αναρχοσοσιαλιστικό όργανο. Βασικοί
συντάκτες της εφημερίδας είναι ό τυπογράφος Ιωάννης Μαγγανάρας, ό
ποιητής Παναγιώτης Τσεκούρας, ό δικηγόρος Βασίλειος Καλλιοντζής και
άλλοι. Ή εφημερίδα χτυπά την εμπορομεσιτική τάξη, ζωγραφίζει την
αθλιότητα των λαϊκών στρωμάτων, επικρίνει τούς πολιτευομένους.
Προπαγανδίζει τις ιδέες των Ευρωπαίων Αναρχικών (Κροπότκιν, Ρεκλύ,
Μαλατέστα, Ραβασόλ κ.λπ.). Όταν υπήρχαν σημαντικά γεγονότα, λ.χ. απεργία
του Λαυρίου, κυκλοφορούσε σε μικρή έκτακτη έκδοση. Επίσης ή ομάδα
μετέφραζε θεωρητικά κείμενα, πού τα τύπωνε σε φυλλάδια και αποτέλεσαν τί
μικρή σειρά της κοινωνιολογικής βιβλιοθήκης της εφημερίδας.
Ωστόσο,
ή δράση της ομάδας δεν περιορίζεται στην έκδοση της εφημερίδας και των
εντύπων. Οι Μαγγανάρας, Καραμπίλας διοργανώνουν διαλέξεις και δημόσιες
συζητήσεις στην Πάτρα και στα γύρω χωριά για τη διάδοση των ιδεών. Με το
ξέσπασμα της σταφιδικής κρίσης, πού οδήγησε πολλούς σταφιδεργάτες στην
ανεργία και πάρα πολλά κτήματα στον πλειστηριασμό, ξεσπούν αλλεπάλληλες
διαδηλώσεις, ένοπλα συλλαλητήρια, ενώ υψώνονται μαύρες σημαίες
διαμαρτυρίας. Ή εφημερίδα «Έπί τά πρόσω» προβάλλει τις κινητοποιήσεις,
εξηγεί την κατάσταση στους αποθαρρυμένους, ξεσηκώνει τούς τολμηρούς, ενώ
τα μέλη της συμμετέχουν στα συλλαλητήρια.
Ό
Μαγγανάρας βρίσκεται επικεφαλής του μεγάλου συλλαλητηρίου πού
οργανώνεται από αγρότες της Αχαΐας και της Ηλείας. Ή ομιλία του για την
ανάγκη άμεσης λαϊκής δράσης οδήγησε στη σύλληψή του και στην καταδίκη
του από το κακουργιοδικείο, ενώ αρκετές ήταν οι μηνύσεις σε βάρος της
εφημερίδας από μέρους της αστυνομίας κατά την διάρκεια της μεγάλης
απεργίας των σταφιδεργατών και των μικροπαραγωγών την ίδια εποχή.
Παραθέτουμε κάποια αποσπάσματα της εφημερίδας « Επι τά πρόσω»,
προκειμένου νά καταδειχτούν οι απόψεις της ομάδας: α) «Ναί' αί ίδέαι
ημών είσίν νψηλαί καί εύγενεΐς, τό εϊπο μεν καί τό έπαναλαμβάνομεν,
διότι θέλομεν τόν άνθρωπον νά ήναι οίος προώρισται νά ήναι έπί τής Γης.
Τόν θέλομεν κατά πάντα ελεύθερον. Ελεύθερον καί ούχί δοΰλον. Ελεύθερον
εις τάς θελήσεις του. Ελεύθερον εις τάς σκέψεις του. Ελεύθερον πρός τούς
όμοιους του. Ελεύθερον εις τήν μάθησιν. Ελεύθερον εις τόν έρωτα.
Ελεύθερον τών προλήψεων. Ελεύθερον παντός ελαττώματος, πάθους, έξεως καί
κακίας τής άρπαγής, τής κλοπής, τής άσπλαχνίας, τοΰ ψεύδους, τοΰ
φθόνου, τής σκληρότητας, τής άδικίας, τής άνανδρίας, τοΰ φόνου, τής
φιλοχρηματίας, τής υποκρισίας, τοΰ μίσους κ.λπ.
Τόν
θέλομεν έλεύθερον καί ούχί δοΰλον τοΰ χρήματος. Τόν θέλομεν ϊσον πρός
πάντα όμοιόν του. Τόν θέλομεν ίσον ένώπιον τοΰ ισχυρού. Τόν θέλομεν
αδελφοποιημένον πρός πάντα όμοιόν του Θέλομεν τή γυναίκα ϊσην τφ άνδρί.
Οϋτω θέλομεν τόν άνθρωπον, καί αύτό έπιδιώκομεν8. β)
«Λέγοντες Αναρχίαν έννοοΰμεν, ότι ή άνθρωπό της κατά τόν Φυσικόν νόμον
τής άπεράντου τελειοποιησιμότητος θέλει έξελιχθή μέχρι τού σημείου
εκείνου τής Προόδου, κατά τό όποιον οί άνθρωποι τής Γης άπαντες, μ ή
υποκείμενοι εις βιοτικάς άνάγκας, άπηλλαγμένοι προλήψεων καί συνειδότες
ότι φυσική έλευθερία είναι ή μεταξύ τών κοινωνικών άτόμων έθε- λονσία
άλληλεγγύη, δέν θέλουσιν έχει άνάγκην προσωπικών άρχών καί εξουσιών ϊνα
άποτρέπωνται τοΰ κακού9».
Εκτός
από τούς Αναρχικούς της Πάτρας, έχουμε και τούς Αναρχικούς του Πύργου,
πού εκδίδουν την εφημερίδα «Νέον φως», το 1899. Οι Αναρχικοί του Πύργου
στη δεκαετία του 1890 συμμετέχουν στις αγροτικές εξεγέρσεις, διανέμουν
φυλλάδια και οργανώνουν δημόσιες συζητήσεις στα χωριά. Οί αναρχικοί του
Πύργου, πού, όπως γράφει γι’ αυτούς ό Μ. Δημητρίου, είναι « Οπαδοί της
άμεσης επανάστασης για την ανατροπή της «Κρατούσης τάξεως πραγμάτων10»,
δεν πιστεύουν στη μεταρρυθμιστική πάλη. Υποστηρίζουν την άποψη ότι οι
εργάτες δεν ενδιαφέρονται για τις εναλλαγές μέσα στα αστικά πολιτεύματα
και πολύ περισσότερο δεν ενδιαφέρονται για τούς εκσυγχρονισμούς στα
πλαίσια του υπάρχοντος πολιτικού συστήματος.
Αρνούνται
το δήθεν πολιτικό αγώνα για την επιλογή ανάμεσα σε κόμματα ή και σε
καθεστώτα, όπως ή βασιλεία και ή κοινοβουλευτική δημοκρατία. Πάντως όμως
δημοσιεύουν στην εφημερίδα πού εκδίδουν, το «Νέον φώς», ορισμένες
επιστολές αναγνωστών με ψευδώνυμο, πού διαφωνούν με τις θέσεις αυτές και
υποστηρίζουν ότι οι εργάτες και οι αγρότες πρέπει να ενδιαφέρονται για
μια πολιτική επιλογή καλύτερη απ την υπάρχουσα. Στις εκλογές της
7-2-1899 το «Νέον φώς» γράφει: « Οχι, δέν ψηφιζο- μεν. Ή βουλή δέν είναι
δι' ή μάς. ούτε οί νόμοι, ούτε ή χωροφυλακή, ούτε τίποτ’ εξ όσων
άποτελοΰν τό παρόν τυραννικόν καθεστώς, άλλά δι' εκείνους, πού μας
κλέπτουν... πού μάς τυραννοΰν... πού μάς ποτίζουν καθημερινώς
δηλητήριον...» Ή εφημερίδα «Νέον φώς» έχει κεντρικά συνθήματα Ελευθερία,
Αλληλεγγύη. Παραθέτουμε κάποια αποσπάσματα από τα κείμενα πού
επιμελείται ό Π. Νούτσος:
ΣΥΝΕΤΑΙΡΙΣΜΟΙ ΜΕ «ΑΛΛΗΛΟΒΟΗΘΕΙΑΝ ΚΑΙ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΝ
ΚΑΙ ΕΥΤΥΧΙΑΝ»
«"Οταν
άκούη διά σοσιαλισμό ό χωρικός καί ό εργάτης αισθάνεται, ότι θά
εργάζεται σάν άδελφός μέ τους άλλους άνθρώπους εις τούς αγρούς καί εις
τά εργοστάσια χωρίς να έχει άλλον τσεκούρη του κεφαλιού του και χωρίς να
είναι μίζερος, να ξεσυνερίζεται αν άλλος έργασθή δύο ώρας ή άλλος δύο
καί μισή- όταν τά ακούει αυτά τά θεωρεί παλαβομάραις καί δέν ανέχεται νά
του όμιλή περί κράτους ή εξουσίας, ή οποία θά τόν έπιτηρεΐ καί θά τόν
διευθύνη- εννοεί, όταν πεινάει- οφείλει νά φάη χωρίς νά ρωτήση κανένα
καί όταν έχει όρεξιν νά έργασθή νά πάη νά έργασθή χωρίς νά έχη κανέναν
απάνω στό κεφάλι του. Πολύ καλά έννοεΐ, ότι ό κόσμος θά άποτελεΐ
συνεταιρισμούς, συντεχνίας μεγάλας μέ άλληλοβοήθειαν καί έλευθερίαν κι'
ευτυχίαν καταλαβαίνει ότι οί έμποροι είναι παράσιτα, κηφήνες καί δέν θά
υπάρχουν στην μέλλουσαν κοινωνίαν».
Σέ
άλλο φύλλο γράφει για την επίδραση των ιδεών: «Κάτω άπό τήν έπίδραση
τών ιδεών μας πραγματοποιήθηκαν ορισμένες συγκεντρώσεις άγροτών στήν
πόλη μας έναντιον τών τοκογλύφων άπαίτησαν, άνάμεσα στ' άλλα, καί τήν
κατάργηση τών φόρων. Οί χωροφύλακες, πού είχαν σταλεί στά χωριά νά
είσπράξουν τούς φόρους, καθώς καί οί δικαστικοί κλητήρες πού
παρευρίσκονταν γιά τόν ίδιο λόγο, κυνηγήθηκαν από τούς άντρες καί τίς
γυναίκες, πού κρατούσαν όπλα. πέτρες καί ρόπαλα...»
Έδώ
ολοκληρώνεται ή αναφορά στον αγροτικό αναρχισμό. Όμως, αναφέρουμε ότι
αναρχικές ιδέες επιχειρήθηκε να διαδοθούν και στα αγροτικά κέντρα της
Θεσσαλίας. 'Ωστόσο, εκεί δεν βρήκαν ιδιαίτερη απήχηση. Επικράτησαν
ρεφορμιστικές ιδέες και πρακτικές, στις όποιες αφομοιώθηκαν οι
αναρχικοί. Η σημαντικότερη πολιτική κίνηση, γύρω από την όποια
συσπειρώθηκαν οι εκεί σοσιαλιστές, ήταν το Εργατικό Κέντρο Βόλου, το
όποιο εξέδιδε την εφημερίδα «Εργάτης». Λίγο αργότερα ή εφημερίδα θα
ονομαστεί «Εργάτης - Αγρότης», ενώ εκπρόσωποι τού Κέντρου θα πάρουν
μέρος στις εκλογές της Α' Αναθεωρητικής Βουλής (Αύγουστος 1910). Ή
επικράτηση της ρεφορμιστικότητας φαίνεται και στις κινητοποιήσεις των
κολλήγων, όπου αίτημά τους ήταν νά αποκτήσουν δική τους γη.
Γ) Ατομική τρομοκρατία
Το
φαινόμενο αυτό συναντάται κυρίως στην Πελοπόννησο. ’Απ' τη μια μεριά ή
κοινωνικοοικονομική κατάσταση, πού έχει ήδη περιγράφει και από την άλλη
οι διώξεις σε βάρος των σοσιαλιστών, καθώς και ή πίστη στην άμεση δράση,
οδήγησαν μερικούς άπ’ αυτούς στην ατομική τρομοκρατία. Σημαντικές
περιπτώσεις είναι εκείνες του Ματσάλη και τού Θεοδωρίδη. Στις 3-11-1896 ό
σανδαλοποιός Δ. Ματσάλης επιτέθηκε σε δύο «ευυπόληπτους πολίτες»
σκοτώνοντας τον πρώτο και τραυματίζοντας τον δεύτερο σοβαρά. Στην
απολογία του υποστήριξε ότι είναι αναρχικός και ότι ενέργησε μόνος του.
Αυτοκτόνησε δαγκώνοντας καψούλι δυναμίτιδας. Επίσης την Πρωτομαγιά του
1898 ό Ά. Θεοδωρίδης αποπειράται νά σκοτώσει δύο τοκογλύφους της Πάτρας,
αλλά θά καταφέρει μόνον να τούς τραυματίσει.
Δ) Χριστιανοαναρχισμός
Μάλλον
ό όρος δεν είναι σωστός. Πρόκειται περισσότερο για χριστιανοκοι-
νωνιστικές θεωρίες, πού μιλούν για κατάργηση των προνομίων, των
βασιλιάδων και των οικονομικά ισχυρών, προτάσσοντας μια δίκαιη κοινωνία,
πού θα προστατεύει τούς εργαζόμενους με δίκαιους και σώφρονες
κυβερνήτες. Άκρως δογματικοί δεν έχουν ως αντικειμενικό σκοπό την
μεταβολή του κόσμου, αλλά την εγκατάλειψη των εγκόσμιων. Σημαντικότερες
περιπτώσεις είναι ή Αδελφότης των Πατρών και ή κίνηση του Άρμαγεδώνα,
πού υποστηρίζει ότι αυτός ό κόσμος είναι νομοτελειακά καταδικασμένος να
καταστραφεί και ότι θα επικρατήσει το δίκαιο. Μια άλλη μορφή
Χριστιανοκοινωνιστή είναι ό Μαρίνος Άντύπας, πού ή προπαγάνδα του έπαιξε
σημαντικό ρόλο για την εξέγερση του Κιλελέρ. Πολλοί
Χριστιανοκοινωνιστές δραστηριοποιήθηκαν για την οργάνωση εργατικών
σωματείων.
"Έχοντας
πιώ ολοκληρώσει την παρουσίαση τών άναρχοσοσιαλιστικών ρευμάτων στην
Ελλάδα, τω κλείσιμο αξίζει να γίνει με αναφορά σε μια άλλη σοσιαλιστική
κίνηση, το «Σοσιαλιστικό όμιλο Κέρκυρας». Στα νησιά του Ιονίου οι
σοσιαλιστικές ιδέες βρίσκουν ιδιαίτερη απήχηση. Από την Κεφαλλονιά έχει
ξεκινήσει ό Μαρίνος Άντύπας. Ή αίσθηση πού προκαλεί ή δολοφονία του θα
συμβάλλει στο να εκλεγούν από τα νησιά του Ιονίου οι τρεις πρώτοι
σοσιαλιστές βουλευτές (1910).
Ό
Σοσιαλιστικός όμιλος Κέρκυρας ιδρύθηκε το 1911 με επικεφαλής τον Κων.
Θεοτόκη. Έχει προηγηθεί ή ίδρυση εργατικών σωματείων και
άλληλοβοηθητικών αγροτικών συλλόγων. Μέχρι το 1912, τα νησιά του Ιονίου
αναστατώνονται από αγροτικές εξεγέρσεις μικροϊδιοκτητών γης. Μορφή του
Σοσιαλιστικοί συλλόγου είναι ό Άγις Στίνας πού ό Καστοριάδης τον
αποκαλεί «οίωνεί πατέρα τον». «Ή ομάδα του Σοσιαλιστικού Ομίλου, θυμάται
ό Άγις Στίνας, είχε νοικιασμένα γραφεία στον πρώτο όροφο ενός κτιρίου
στην Πιάτσα. Για το ενοίκιο έδιναν όλοι. Στους τοίχους υπήρχαν
λιθογραφίες των πιο γνωστών επαναστατών και φιλοσόφων Μάρξ, Μπακούνιν,
Κροπότκιν, Λούξεμπουρκ, Τολστόϊ. Έδώ σ’ αυτή την αίθουσα ή ομάδα
συγκεντρώνονταν, σε ακανόνιστα χρονικά διαστήματα και συζητούσαμε
διάφορα φιλοσοφικά, κοινωνικά, λογοτεχνικά και γλωσσικά ζητήματα...
ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ
- Μιχάλης Δημητρίου: «Τό Ελληνικό Σοσιαλιστικό Κίνημα», σελ. 2, έκδόσεις «Γαβριηλίδη».
- Μιχάλης Δημητρίου: «Τό Ελληνικό Σοσιαλιστικό Κίνημα», σελ. 118, εκδόσεις «Γαβριηλίδη».
- Μιχάλης Δημητρίου: «Τό Ελληνικό Σοσιαλιστικό Κίνημα», σελ. 175, εκδόσεις «Γαβριηλίδη».
- Μιμάχης Δημητρίου: «Τό Ελληνικό Σοσιαλιστικό Κίνημα», σελ. 234, εκδόσεις «Γαβριηλίδη».
- Κώστας Βεργόπουλος: «Τό Αγροτικό ζήτημα στήν Ελλάδα.
Ή κοινωνική ένσωμάτωση τής γεωργίας»
σελ. 380, έκδόσεις «Εξάντας».
- Κώστας Βεργόπουλος: «Το Αγροτικό ζήτημα στήν Ελλάδα.
Ή κοινωνική ένσωμάτωση τής γεωργίας»
σελ. 381, έκδόσεις «Εξάντας».
- «Ή Σοσιαλιστική σκέψη στήν Ελλάδα, άπό τό 1875 ώς τό 1974» - Εισαγωγή, επιλογή κειμένων, ύπομνηματισμός Παναγιώτης Νοΰτσος-, Τόμος Α',
σελ. 148, έκδόσεις «Γνώση».
- «ΉΣοσιαλιστική σκέψη στήν Ελλάδα, άπό τό 1875 ώς τό 1974» - Εισαγωγή, έπιλογή κειμένων, ύπομνηματισμός Παναγιώτης Νοΰτσος-, Τόμος Α',
σελ. 280-281, εκδόσεις «Γνώση».
- «ΉΣοσιαλιστική σκέψη στήν Ελλάδα, άπό τό 1875 ώς τό 1974» - Εισαγωγή, έπιλογή κειμένων, ύπομνηματισμός Παναγιώτης Νοΰτσος-, Τόμος Α',
σελ. 283, έκδόσεις «Γνώση».
- Μιχάλης Δημητρίου: «Τό Ελληνικό Σοσιαλιστικό Κίνημα», σελ. 229, έκδόσεις «Γαβριηλίδη».
Μιχάλης Δημητρίου: «Τό Ελληνικό Σοσιαλιστικό Κίνημα», σελ. 230, έκδόσεις «Γαβριηλίδη».
Πηγή eleftheriakos.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου