Μέχρι το Νοέμβριο του 2011 οι δολοφονίες οχτώ Τούρκων, ενός Έλληνα
και μιας αστυνομικού είχαν αποδοθεί στη «Μαφία των Ντονέρ». Η πολιτική
συγκάλυψης ανατράπηκε όταν συνελήφθησαν ως δράστες των δολοφονιών
ναζιστές της NSU (Εθνικοσοσιαλιστική Παρανομία).
Δεν είναι υπερβολή αν η Βαυαρία χαρακτηριστεί ως γη – μήτρα του ναζισμού. Ένας ιστορικός ομφάλιος λώρος τη συνδέει με τα πιο σημαντικά γεγονότα της ανόδου και πτώσης του «Τρίτου Ράιχ» και της κοσμοθεωρίας του. Από την ίδρυση του Εθνικοσοσιαλιστικού Γερμανικού Εργατικού Κόμματος (NDAP) το 1920 και το «πραξικόπημα της μπιραρίας» του 1923 [οπερετικός τίτλος της αποτυχημένης προσπάθειας του Χίτλερ να «μαντρώσει» σε μπιραρία του Μονάχου τη στρατιωτική και πολιτική ελίτ της περιοχής, με σκοπό να καταλάβει την εξουσία] μέχρι τη δίκη των επίδοξων επιγόνων του, δολοφόνων εννέα μεταναστών και μιας αστυνομικού, που ξεκίνησε στην πόλη την προηγούμενη εβδομάδα, (και μάλιστα κατά ένα ιστορικό τερτίπι σε δικαστικό κτίριο που βρίσκεται δίπλα σχεδόν στην «ιστορική» μπιραρία), μεσολάβησαν στην ίδια περιοχή, αλλά και αλλού δυστυχώς, πολλά γεγονότα.
Μερικά σημαντικά από αυτά είναι η δημιουργία του πρώτου στρατοπέδου συγκέντρωσης στο Νταχάου -προάστιο του Μονάχου- το 1933, τα ετήσια -αριστοτεχνικά κινηματογραφημένα- συνέδρια των Ναζί στη βαυαρική Νυρεμβέργη, σε ένα από τα οποία το 1935 προέκυψαν οι «Φυλετικοί Νόμοι της Νυρεμβέργης» αλλά και η ομώνυμη ιστορική δίκη, (1945/1946), που σφράγισε «θεσμικά» το ευκταίο τέλος της παγκόσμιας περιπέτειας.
Τα χρόνια πέρασαν... Όμως το διήμερο 5 και 6 Μαΐου 2013, εν μέσω της πάνδημης ευφορίας για τη ποδοσφαιρική προέλαση της Μπάγερν, οι σκιές του παρελθόντος έδωσαν ραντεβού στη βαυαρική γη. Το άγος από το ιστορικό παρελθόν και η απόπειρα επανάληψής του, ως «δολοφονικής - ρατσιστικής» φάρσας, δεν θα μπορούσε να αφήσει ανεπηρέαστο κανένα. Οι Γερμανοί, εκόντες άκοντες, κλήθηκαν να θυμηθούν πάλι.
Το «Νταχάου» και η «Δίκη»
Στις 5 Μαΐου, ανήμερα του Ορθόδοξου Πάσχα, έγινε στο στρατόπεδο του Νταχάου η ετήσια τελετή, που διοργανώνει κάθε πρώτη Κυριακή μετά τις 29 Απριλίου -ημερομηνία εισόδου των αμερικανικών αρμάτων και απελευθέρωσης των κρατουμένων- η Διεθνής Επιτροπή Νταχάου, η οποία αποτελεί τον επίσημο φορέα διαχείρισης των μουσειακών εγκαταστάσεων του στρατοπέδου και διοργάνωσης των σχετικών εκδηλώσεων. Τη φετινή χρονιά, οι εκδηλώσεις μνήμης για τους χιλιάδες νεκρούς του στρατοπέδου επικεντρώθηκαν και στο γεγονός συμπλήρωσης 80 χρόνων από την ίδρυσή του. Γιατί το Νταχάου το 1933 υπήρξε το πρώτο «πιλοτικό» στρατόπεδο συγκέντρωσης που δημιούργησε η χιτλερική εξουσία και μάλιστα σε μια εποχή που το καθεστώς είχε «ευυπόληπτο» πρόσωπο στη διεθνή σκηνή, ενώ ετοιμαζόταν να διοργανώσει και τη αποκαλούμενη ως μεγαλύτερη γιορτή ειρήνης, τους Ολυμπιακούς Αγώνες. Μαζί με τα στάδια, βεβαίως, έκτιζε και στρατόπεδα. Το χρονικό διάστημα από την ίδρυση του στρατοπέδου μέχρι την έναρξη της μαζικής «πλήρωσής» του με τους «συνήθεις» για τους ναζί κρατουμένους πολέμου -που άρχισε χονδρικά το 1939- παρουσιάζει εξαιρετικό ιστορικό ενδιαφέρον.
Οι πρώτοι τρόφιμοι και θύματά του, ήταν γερμανοί πολιτικοί αντίπαλοι του καθεστώτος. Κυρίως κομμουνιστές, σοσιαλιστές και συνδικαλιστές. Αλλά και μεμονωμένα στελέχη του Λαϊκού Κόμματος της Βαυαρίας. Λίγο αργότερα, ακολούθησαν οι Μάρτυρες του Ιεχωβά, οι Ρομά, οι ομοφυλόφιλοι και οι πρώτοι Εβραίοι. Επρόκειτο για το κατ’ εξοχήν «φρονηματικό» στρατόπεδο. Διαμορφώθηκε πολύ πριν ανοίξει ο ασκός της μαζικής φρίκης, σε χρονικό διάστημα δηλαδή που οι «λεκτικές», όπως τις φαντάζονταν, ακρότητες του Χίτλερ καλύπτονταν διεθνώς από μια ευμενή σιωπηρή αποδοχή, στο βαθμό που στρέφονταν κατά ενός «εσωτερικού εχθρού», που ως τέτοιος αναγνωριζόταν και σε άλλες χώρες.
Η πραγματικότητα αυτής της πρώτης περιόδου καταδείχτηκε ιδιαίτερα στις εκδηλώσεις μνήμης, γιατί η ανάγκη να «τονιστεί» ότι τα δεινά του ναζισμού αφορούσαν και Γερμανούς που αντιστάθηκαν πληρώνοντας πρώτοι το τίμημα, πέρα από το ότι ως γεγονός «πατάει» στην ιστορική αλήθεια είναι και εξόχως λυτρωτικό. Ειδικά όταν την επόμενη ημέρα ξεκινούσε η δίκη των νεοναζί δολοφόνων, πραγματικότητα σοκ για ολόκληρη τη Γερμανία, που ξαφνικά κλήθηκε να αναμετρηθεί με το ερώτημα αν ο «ομφάλιος λώρος» της εισαγωγής, στη γενική εκδοχή του, έχει αμετάκλητα αποκοπεί.
Στις 6 Μαΐου, λοιπόν, ξεκίνησε η «μικρή Νυρεμβέργη», όπως κατ’ ευφημισμό καλείται η μεγαλύτερη δίκη (νεο)ναζί μετά την ομώνυμη ιστορική δίκη. Το κυρίαρχο ερώτημα δεν αφορά τους αυτουργούς που δικάζονται -άλλωστε οι δύο από αυτούς αυτοκτόνησαν, πριν τους συλλάβουν- αλλά τις αιτίες της αδυναμίας του κράτους να τους εντοπίσει. Τι «φρέναρε» επί τόσα χρόνια τους, κατ’ άλλα πανίσχυρους, μηχανισμούς στην αποκάλυψη της αλήθειας; Ανικανότητα; Αφέλεια; Στρουθοκαμηλισμός; Ρατσιστικές παρωπίδες; Παρακρατική διάβρωση; Η συζήτηση έχει ανάψει για τα καλά και -προς το παρόν- όλοι ομνύουν κατά της συγκάλυψης. Οι Γερμανοί καταλαβαίνουν ότι απαιτείται «κάθαρση». Αλλά η δικαστική, τουλάχιστον, «κάθαρση» κωλύεται προς το παρόν και από τον διαδικαστικό λαβύρινθο, που συνοδεύει τη μεγάλη δίκη.
Η μάχη της καρέκλας
Αξίζει μια σύντομη αναφορά στη «μάχη της καρέκλας», όπως θα μπορούσε να αποκληθεί η απίστευτη διελκυστίνδα σχετικά με την αίθουσα διεξαγωγής της. Ένα ατελείωτο μπέρδεμα αφού, μολονότι ορίστηκε μια μεγάλη δικαστική αίθουσα, οι θέσεις των δημοσιογράφων κατανεμήθηκαν με τρόπο που απέκλειε σημαντικό μέρος των τούρκικων ΜΜΕ, που εύλογα κρατούν το θέμα διαρκώς στη «κορυφή», με αποτέλεσμα η «Sabah», να προσφύγει σε ανώτερο δικαστήριο, που τη δικαίωσε αναβάλλοντας αρχικά την έναρξη της δίκης και επιβάλλοντας «ποσόστωση» εκπροσώπησης των τούρκων και κληρώσεις για τους υπόλοιπους. Το αποτέλεσμα ήταν η κληρωτίδα να «χαμογελάσει» σε κάποια τοπικά περιοδικά και εφημερίδες λάιφ στάιλ και να αποκλειστούν κάποιες σοβαρές εφημερίδες ή μέσα πανγερμανικής εμβέλειας.
Τραγέλαφος, δηλαδή, που όμως φανερώνει την εκρηκτική δημοσιότητα του θέματος και τη διάθεση, μέχρι στιγμής, των κυρίαρχων μέσων ενημέρωσης στη Γερμανία να καλύψουν την υπόθεση. Η δίκη και η υπόθεση είναι πρώτο θέμα στις ειδήσεις, ενώ παντού αναδεικνύεται -με διαφορετικές αποχρώσεις βέβαια- και το μείζον ζήτημα της στάσης των διωκτικών αρχών απέναντι στο φαινόμενο των πολλαπλών δολοφονιών.
Σε επίπεδο, πάντως, επίσημων δηλώσεων και εκδηλώσεων τιμής των θυμάτων, η γερμανική κυβέρνηση λειτουργεί χωρίς αμφισημίες και εκδηλώνει κατηγορηματικά την αποφασιστικότητα της να διαλευκάνει την υπόθεση και να αποτρέψει παρόμοιες ενέργειες στο μέλλον.
Οι παρωπίδες των αρχών
Τα γεγονότα, που «όψιμα» συγκλονίζουν τη Γερμανία και θα «περάσουν» μέσα από τη δικαστική διαδικασία, συνοπτικά, είναι τα εξής:
Από ένα τυχαίο περιστατικό (αποτυχημένη ληστεία) το Νοέμβριο του 2011 έγιναν γνωστές οι ρατσιστικές και δολοφονικές δράσεις των ναζιστών της NSU (Εθνικοσοσιαλιστική Παρανομία), οι οποίες πραγματοποιούνταν για εφτά συνεχή χρόνια, χωρίς να έχουν γίνει αντιληπτές από τις υπηρεσίες ασφαλείας. Η ομάδα αυτή δολοφόνησε δέκα ανθρώπους (οκτώ Τούρκους, έναν Έλληνα και μία αστυνομικό) και διέπραξε δύο βομβιστικές επιθέσεις. Στον Τύπο για τα εγκλήματα αυτά -που ως ανεξιχνίαστα έρχονταν ένα -ένα στη δημοσιότητα και κατατάσσονταν στην ίδια ομάδα δραστών, αφού υπήρχαν όπλα «ταυτότητα»- καθιερώθηκε ο όρος «Μαφία του Ντονέρ», ενώ η ειδική επιτροπή για τη διαλεύκανση τους ονομάστηκε «Βόσπορος». Δηλαδή η αστυνομία ακόμη και σε συμβολικό επίπεδο (!) έδειχνε να έχει αποκλείσει από την αρχή την πιθανότητα να είναι ρατσιστικά τα κίνητρα των δολοφονιών και πραγματοποιούσε τις έρευνές της στο πλαίσιο της «εγκληματικότητας των αλλοδαπών».
Οι «παρωπίδες» των αρχών από τη μια παραγκώνιζαν το ρατσιστικό υπόβαθρο, που δεν αξιολογούνταν όπως έπρεπε, ενώ η θέση της αστυνομίας και της εύπιστης κοινής γνώμης πως οι μετανάστες έμποροι ήταν μπλεγμένοι σε μαφιόζικα δίκτυα παρουσιάζονταν ως προφανές γεγονός, που απέτρεπε την περαιτέρω διαλεύκανση. Το χειρότερο είναι ότι κατά τη διάρκεια των ερευνών αυτών οι αρχές ασφαλείας παρακολουθούσαν και εξέταζαν για χρόνια τις οικογένειες, τους συγγενείς και το στενό περιβάλλον των θυμάτων. Τα θύματα, η μνήμη και ο οικογενειακός τους περίγυρος «εκτελέστηκαν» εκ νέου, χωρίς σφαίρες.
Η «έρευνα» για τη λειψή έρευνα των δολοφονιών της NSU αποκάλυψε μια έντονη πολιτική συγκάλυψης: Πολλοί φάκελοι της υπόθεσης είτε κρατούνταν μυστικοί είτε καταστράφηκαν μυστηριωδώς. Στις εξεταστικές επιτροπές, που κινούνται παράλληλα με τη δίκη, επισημαίνονται επίμονες σιωπές ή ψεύδη, ενώ ο ρόλος των μυστικών υπηρεσιών και της αστυνομίας, που οδηγήθηκαν στο φιάσκο, σε καμία περίπτωση δεν εξηγήθηκε με επάρκεια και διαφάνεια. Τα πολιτικά συμπεράσματα από τη σκανδαλώδη αποτυχία της Υπηρεσίας Προστασίας του Συντάγματος (μυστική υπηρεσία) «συρρικνώθηκαν» στη διαπίστωση μεμονωμένων λαθών και υποβολή ανάλογων παραιτήσεων.
Η αφύπνιση της κοινωνίας
Ερωτήματα όμως δεν βάζουν μόνο οι δικαστές, οι επιτροπές και οι δημοσιογράφοι. Μια ευρεία συμμαχία αντιφασιστικών οργανώσεων, με τα «ώτα» της κοινωνίας «ευήκοα», κινητοποιείται και παρακολουθεί την υπόθεση. Σημειώνει ότι η υποβάθμιση της σημασίας και η συγκάλυψη του ρατσισμού και της ναζιστικής τρομοκρατίας έχουν παράδοση στη Γερμανία. Υπενθυμίζει παλαιότερες επιθέσεις, που αποδεικνύουν την νεοναζιστική συνέχεια. Ανοίγει τους φακέλους παλαιότερων υποθέσεων (τυφλή βομβιστική επίθεση στο Oktoberfest το 1980 με 13 νεκρούς και 200 τραυματίες, πολυάριθμες δολοφονίες μεταναστών, αστέγων, πανκς, αντιφασιστών), και κινητοποιείται με εκδηλώσεις και διαδηλώσεις. Θέτει αιτήματα διαφάνειας, αποκάλυψης της συγκάλυψης, αποζημίωσης των θυμάτων (και των συγγενών τους για όσα υπέστησαν στην ανάκριση), κατάργησης κάθε πολιτικής διακρίσεων σε βάρος των μεταναστών κλπ. Στην ίδια κατεύθυνση με τις δικές τους αποχρώσεις στις διατυπώσεις και τα αιτήματα, κινούνται και πολυάριθμες συλλογικότητες μεταναστών, θρησκευτικών δογμάτων (συνεπής και θετική η παρουσία της τοπικής ελληνορθόδοξης εκκλησίας, παρούσας και σε αντιναζιστικές εκδηλώσεις), οργανώσεων, δημοτικών αρχών, κομμάτων, που συγκροτούν αυτό που σε μεγάλες διαδηλώσεις στη πόλη αποκαλέστηκε ως «πολύχρωμο και όχι καφέ Μόναχο».
Γιατί στη μαύρη πραγματικότητα των ρατσιστικών δολοφονιών, που αναδεικνύει η «μικρή Νυρεμβέργη», το καφέ -χρώμα σύμβολο της ναζιστικής προπαγάνδας- καλύπτεται και κυριαρχείται από την πολύχρωμη βεντάλια των κινημάτων, την αφύπνιση και ενεργοποίηση των πολιτών, που στη Γερμανία, στην Ευρώπη, παντού, είναι οι μόνοι που μπορούν να αποκόψουν οριστικά τον ομφάλιο λώρο του ναζισμού και του ρατσισμού με το παρόν.
Κώστας Ν. Παπαδόπουλος
Πηγή epohi.gr
Δεν είναι υπερβολή αν η Βαυαρία χαρακτηριστεί ως γη – μήτρα του ναζισμού. Ένας ιστορικός ομφάλιος λώρος τη συνδέει με τα πιο σημαντικά γεγονότα της ανόδου και πτώσης του «Τρίτου Ράιχ» και της κοσμοθεωρίας του. Από την ίδρυση του Εθνικοσοσιαλιστικού Γερμανικού Εργατικού Κόμματος (NDAP) το 1920 και το «πραξικόπημα της μπιραρίας» του 1923 [οπερετικός τίτλος της αποτυχημένης προσπάθειας του Χίτλερ να «μαντρώσει» σε μπιραρία του Μονάχου τη στρατιωτική και πολιτική ελίτ της περιοχής, με σκοπό να καταλάβει την εξουσία] μέχρι τη δίκη των επίδοξων επιγόνων του, δολοφόνων εννέα μεταναστών και μιας αστυνομικού, που ξεκίνησε στην πόλη την προηγούμενη εβδομάδα, (και μάλιστα κατά ένα ιστορικό τερτίπι σε δικαστικό κτίριο που βρίσκεται δίπλα σχεδόν στην «ιστορική» μπιραρία), μεσολάβησαν στην ίδια περιοχή, αλλά και αλλού δυστυχώς, πολλά γεγονότα.
Μερικά σημαντικά από αυτά είναι η δημιουργία του πρώτου στρατοπέδου συγκέντρωσης στο Νταχάου -προάστιο του Μονάχου- το 1933, τα ετήσια -αριστοτεχνικά κινηματογραφημένα- συνέδρια των Ναζί στη βαυαρική Νυρεμβέργη, σε ένα από τα οποία το 1935 προέκυψαν οι «Φυλετικοί Νόμοι της Νυρεμβέργης» αλλά και η ομώνυμη ιστορική δίκη, (1945/1946), που σφράγισε «θεσμικά» το ευκταίο τέλος της παγκόσμιας περιπέτειας.
Τα χρόνια πέρασαν... Όμως το διήμερο 5 και 6 Μαΐου 2013, εν μέσω της πάνδημης ευφορίας για τη ποδοσφαιρική προέλαση της Μπάγερν, οι σκιές του παρελθόντος έδωσαν ραντεβού στη βαυαρική γη. Το άγος από το ιστορικό παρελθόν και η απόπειρα επανάληψής του, ως «δολοφονικής - ρατσιστικής» φάρσας, δεν θα μπορούσε να αφήσει ανεπηρέαστο κανένα. Οι Γερμανοί, εκόντες άκοντες, κλήθηκαν να θυμηθούν πάλι.
Το «Νταχάου» και η «Δίκη»
Στις 5 Μαΐου, ανήμερα του Ορθόδοξου Πάσχα, έγινε στο στρατόπεδο του Νταχάου η ετήσια τελετή, που διοργανώνει κάθε πρώτη Κυριακή μετά τις 29 Απριλίου -ημερομηνία εισόδου των αμερικανικών αρμάτων και απελευθέρωσης των κρατουμένων- η Διεθνής Επιτροπή Νταχάου, η οποία αποτελεί τον επίσημο φορέα διαχείρισης των μουσειακών εγκαταστάσεων του στρατοπέδου και διοργάνωσης των σχετικών εκδηλώσεων. Τη φετινή χρονιά, οι εκδηλώσεις μνήμης για τους χιλιάδες νεκρούς του στρατοπέδου επικεντρώθηκαν και στο γεγονός συμπλήρωσης 80 χρόνων από την ίδρυσή του. Γιατί το Νταχάου το 1933 υπήρξε το πρώτο «πιλοτικό» στρατόπεδο συγκέντρωσης που δημιούργησε η χιτλερική εξουσία και μάλιστα σε μια εποχή που το καθεστώς είχε «ευυπόληπτο» πρόσωπο στη διεθνή σκηνή, ενώ ετοιμαζόταν να διοργανώσει και τη αποκαλούμενη ως μεγαλύτερη γιορτή ειρήνης, τους Ολυμπιακούς Αγώνες. Μαζί με τα στάδια, βεβαίως, έκτιζε και στρατόπεδα. Το χρονικό διάστημα από την ίδρυση του στρατοπέδου μέχρι την έναρξη της μαζικής «πλήρωσής» του με τους «συνήθεις» για τους ναζί κρατουμένους πολέμου -που άρχισε χονδρικά το 1939- παρουσιάζει εξαιρετικό ιστορικό ενδιαφέρον.
Οι πρώτοι τρόφιμοι και θύματά του, ήταν γερμανοί πολιτικοί αντίπαλοι του καθεστώτος. Κυρίως κομμουνιστές, σοσιαλιστές και συνδικαλιστές. Αλλά και μεμονωμένα στελέχη του Λαϊκού Κόμματος της Βαυαρίας. Λίγο αργότερα, ακολούθησαν οι Μάρτυρες του Ιεχωβά, οι Ρομά, οι ομοφυλόφιλοι και οι πρώτοι Εβραίοι. Επρόκειτο για το κατ’ εξοχήν «φρονηματικό» στρατόπεδο. Διαμορφώθηκε πολύ πριν ανοίξει ο ασκός της μαζικής φρίκης, σε χρονικό διάστημα δηλαδή που οι «λεκτικές», όπως τις φαντάζονταν, ακρότητες του Χίτλερ καλύπτονταν διεθνώς από μια ευμενή σιωπηρή αποδοχή, στο βαθμό που στρέφονταν κατά ενός «εσωτερικού εχθρού», που ως τέτοιος αναγνωριζόταν και σε άλλες χώρες.
Η πραγματικότητα αυτής της πρώτης περιόδου καταδείχτηκε ιδιαίτερα στις εκδηλώσεις μνήμης, γιατί η ανάγκη να «τονιστεί» ότι τα δεινά του ναζισμού αφορούσαν και Γερμανούς που αντιστάθηκαν πληρώνοντας πρώτοι το τίμημα, πέρα από το ότι ως γεγονός «πατάει» στην ιστορική αλήθεια είναι και εξόχως λυτρωτικό. Ειδικά όταν την επόμενη ημέρα ξεκινούσε η δίκη των νεοναζί δολοφόνων, πραγματικότητα σοκ για ολόκληρη τη Γερμανία, που ξαφνικά κλήθηκε να αναμετρηθεί με το ερώτημα αν ο «ομφάλιος λώρος» της εισαγωγής, στη γενική εκδοχή του, έχει αμετάκλητα αποκοπεί.
Στις 6 Μαΐου, λοιπόν, ξεκίνησε η «μικρή Νυρεμβέργη», όπως κατ’ ευφημισμό καλείται η μεγαλύτερη δίκη (νεο)ναζί μετά την ομώνυμη ιστορική δίκη. Το κυρίαρχο ερώτημα δεν αφορά τους αυτουργούς που δικάζονται -άλλωστε οι δύο από αυτούς αυτοκτόνησαν, πριν τους συλλάβουν- αλλά τις αιτίες της αδυναμίας του κράτους να τους εντοπίσει. Τι «φρέναρε» επί τόσα χρόνια τους, κατ’ άλλα πανίσχυρους, μηχανισμούς στην αποκάλυψη της αλήθειας; Ανικανότητα; Αφέλεια; Στρουθοκαμηλισμός; Ρατσιστικές παρωπίδες; Παρακρατική διάβρωση; Η συζήτηση έχει ανάψει για τα καλά και -προς το παρόν- όλοι ομνύουν κατά της συγκάλυψης. Οι Γερμανοί καταλαβαίνουν ότι απαιτείται «κάθαρση». Αλλά η δικαστική, τουλάχιστον, «κάθαρση» κωλύεται προς το παρόν και από τον διαδικαστικό λαβύρινθο, που συνοδεύει τη μεγάλη δίκη.
Η μάχη της καρέκλας
Αξίζει μια σύντομη αναφορά στη «μάχη της καρέκλας», όπως θα μπορούσε να αποκληθεί η απίστευτη διελκυστίνδα σχετικά με την αίθουσα διεξαγωγής της. Ένα ατελείωτο μπέρδεμα αφού, μολονότι ορίστηκε μια μεγάλη δικαστική αίθουσα, οι θέσεις των δημοσιογράφων κατανεμήθηκαν με τρόπο που απέκλειε σημαντικό μέρος των τούρκικων ΜΜΕ, που εύλογα κρατούν το θέμα διαρκώς στη «κορυφή», με αποτέλεσμα η «Sabah», να προσφύγει σε ανώτερο δικαστήριο, που τη δικαίωσε αναβάλλοντας αρχικά την έναρξη της δίκης και επιβάλλοντας «ποσόστωση» εκπροσώπησης των τούρκων και κληρώσεις για τους υπόλοιπους. Το αποτέλεσμα ήταν η κληρωτίδα να «χαμογελάσει» σε κάποια τοπικά περιοδικά και εφημερίδες λάιφ στάιλ και να αποκλειστούν κάποιες σοβαρές εφημερίδες ή μέσα πανγερμανικής εμβέλειας.
Τραγέλαφος, δηλαδή, που όμως φανερώνει την εκρηκτική δημοσιότητα του θέματος και τη διάθεση, μέχρι στιγμής, των κυρίαρχων μέσων ενημέρωσης στη Γερμανία να καλύψουν την υπόθεση. Η δίκη και η υπόθεση είναι πρώτο θέμα στις ειδήσεις, ενώ παντού αναδεικνύεται -με διαφορετικές αποχρώσεις βέβαια- και το μείζον ζήτημα της στάσης των διωκτικών αρχών απέναντι στο φαινόμενο των πολλαπλών δολοφονιών.
Σε επίπεδο, πάντως, επίσημων δηλώσεων και εκδηλώσεων τιμής των θυμάτων, η γερμανική κυβέρνηση λειτουργεί χωρίς αμφισημίες και εκδηλώνει κατηγορηματικά την αποφασιστικότητα της να διαλευκάνει την υπόθεση και να αποτρέψει παρόμοιες ενέργειες στο μέλλον.
Οι παρωπίδες των αρχών
Τα γεγονότα, που «όψιμα» συγκλονίζουν τη Γερμανία και θα «περάσουν» μέσα από τη δικαστική διαδικασία, συνοπτικά, είναι τα εξής:
Από ένα τυχαίο περιστατικό (αποτυχημένη ληστεία) το Νοέμβριο του 2011 έγιναν γνωστές οι ρατσιστικές και δολοφονικές δράσεις των ναζιστών της NSU (Εθνικοσοσιαλιστική Παρανομία), οι οποίες πραγματοποιούνταν για εφτά συνεχή χρόνια, χωρίς να έχουν γίνει αντιληπτές από τις υπηρεσίες ασφαλείας. Η ομάδα αυτή δολοφόνησε δέκα ανθρώπους (οκτώ Τούρκους, έναν Έλληνα και μία αστυνομικό) και διέπραξε δύο βομβιστικές επιθέσεις. Στον Τύπο για τα εγκλήματα αυτά -που ως ανεξιχνίαστα έρχονταν ένα -ένα στη δημοσιότητα και κατατάσσονταν στην ίδια ομάδα δραστών, αφού υπήρχαν όπλα «ταυτότητα»- καθιερώθηκε ο όρος «Μαφία του Ντονέρ», ενώ η ειδική επιτροπή για τη διαλεύκανση τους ονομάστηκε «Βόσπορος». Δηλαδή η αστυνομία ακόμη και σε συμβολικό επίπεδο (!) έδειχνε να έχει αποκλείσει από την αρχή την πιθανότητα να είναι ρατσιστικά τα κίνητρα των δολοφονιών και πραγματοποιούσε τις έρευνές της στο πλαίσιο της «εγκληματικότητας των αλλοδαπών».
Οι «παρωπίδες» των αρχών από τη μια παραγκώνιζαν το ρατσιστικό υπόβαθρο, που δεν αξιολογούνταν όπως έπρεπε, ενώ η θέση της αστυνομίας και της εύπιστης κοινής γνώμης πως οι μετανάστες έμποροι ήταν μπλεγμένοι σε μαφιόζικα δίκτυα παρουσιάζονταν ως προφανές γεγονός, που απέτρεπε την περαιτέρω διαλεύκανση. Το χειρότερο είναι ότι κατά τη διάρκεια των ερευνών αυτών οι αρχές ασφαλείας παρακολουθούσαν και εξέταζαν για χρόνια τις οικογένειες, τους συγγενείς και το στενό περιβάλλον των θυμάτων. Τα θύματα, η μνήμη και ο οικογενειακός τους περίγυρος «εκτελέστηκαν» εκ νέου, χωρίς σφαίρες.
Η «έρευνα» για τη λειψή έρευνα των δολοφονιών της NSU αποκάλυψε μια έντονη πολιτική συγκάλυψης: Πολλοί φάκελοι της υπόθεσης είτε κρατούνταν μυστικοί είτε καταστράφηκαν μυστηριωδώς. Στις εξεταστικές επιτροπές, που κινούνται παράλληλα με τη δίκη, επισημαίνονται επίμονες σιωπές ή ψεύδη, ενώ ο ρόλος των μυστικών υπηρεσιών και της αστυνομίας, που οδηγήθηκαν στο φιάσκο, σε καμία περίπτωση δεν εξηγήθηκε με επάρκεια και διαφάνεια. Τα πολιτικά συμπεράσματα από τη σκανδαλώδη αποτυχία της Υπηρεσίας Προστασίας του Συντάγματος (μυστική υπηρεσία) «συρρικνώθηκαν» στη διαπίστωση μεμονωμένων λαθών και υποβολή ανάλογων παραιτήσεων.
Η αφύπνιση της κοινωνίας
Ερωτήματα όμως δεν βάζουν μόνο οι δικαστές, οι επιτροπές και οι δημοσιογράφοι. Μια ευρεία συμμαχία αντιφασιστικών οργανώσεων, με τα «ώτα» της κοινωνίας «ευήκοα», κινητοποιείται και παρακολουθεί την υπόθεση. Σημειώνει ότι η υποβάθμιση της σημασίας και η συγκάλυψη του ρατσισμού και της ναζιστικής τρομοκρατίας έχουν παράδοση στη Γερμανία. Υπενθυμίζει παλαιότερες επιθέσεις, που αποδεικνύουν την νεοναζιστική συνέχεια. Ανοίγει τους φακέλους παλαιότερων υποθέσεων (τυφλή βομβιστική επίθεση στο Oktoberfest το 1980 με 13 νεκρούς και 200 τραυματίες, πολυάριθμες δολοφονίες μεταναστών, αστέγων, πανκς, αντιφασιστών), και κινητοποιείται με εκδηλώσεις και διαδηλώσεις. Θέτει αιτήματα διαφάνειας, αποκάλυψης της συγκάλυψης, αποζημίωσης των θυμάτων (και των συγγενών τους για όσα υπέστησαν στην ανάκριση), κατάργησης κάθε πολιτικής διακρίσεων σε βάρος των μεταναστών κλπ. Στην ίδια κατεύθυνση με τις δικές τους αποχρώσεις στις διατυπώσεις και τα αιτήματα, κινούνται και πολυάριθμες συλλογικότητες μεταναστών, θρησκευτικών δογμάτων (συνεπής και θετική η παρουσία της τοπικής ελληνορθόδοξης εκκλησίας, παρούσας και σε αντιναζιστικές εκδηλώσεις), οργανώσεων, δημοτικών αρχών, κομμάτων, που συγκροτούν αυτό που σε μεγάλες διαδηλώσεις στη πόλη αποκαλέστηκε ως «πολύχρωμο και όχι καφέ Μόναχο».
Γιατί στη μαύρη πραγματικότητα των ρατσιστικών δολοφονιών, που αναδεικνύει η «μικρή Νυρεμβέργη», το καφέ -χρώμα σύμβολο της ναζιστικής προπαγάνδας- καλύπτεται και κυριαρχείται από την πολύχρωμη βεντάλια των κινημάτων, την αφύπνιση και ενεργοποίηση των πολιτών, που στη Γερμανία, στην Ευρώπη, παντού, είναι οι μόνοι που μπορούν να αποκόψουν οριστικά τον ομφάλιο λώρο του ναζισμού και του ρατσισμού με το παρόν.
Κώστας Ν. Παπαδόπουλος
Πηγή epohi.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου