Μια φορά, εγώ, ο Τσουάνγκ Τσου ονειρεύτηκα πως ήμουν μια πεταλούδα και πετούσα δώθε κείθε· από κάθε άποψη ένιωθα ότι ήμουν πεταλούδα. Ένιωθα κι ακολουθούσα μονάχα τις πεταλουδίσιες μου επιθυμίες και δεν είχα συνείδηση της ανθρώπινής μου ταυτότητας. Ξαφνικά, ξύπνησα και ανακάλυψα ότι ήμουν πλαγιασμένος— ξανά ο ίδιος μου ο εαυτός!
Τώρα, δεν ξέρω αν ήμουν τότε ένας άνθρωπος που ονειρευόμουν ότι ήμουν πεταλούδα ή είμαι τώρα μια πεταλούδα που ονειρεύεται ότι είμαι άνθρωπος. Ανάμεσα σ’ έναν άνθρωπο και μια πεταλούδα υπάρχει ένα χώρισμα. Η μετάβαση μέσα από το χώρισμα αυτό, ονομάζεται «μετεμψύχωση».
Chuang Tzu, Ταοϊσμός
Η πιο όμορφη πεταλούδα που έχεις δει. Τα φτερά της σου φέρνουν δάκρυα. Δεν είναι τόσο το χρώμα είναι πιο πολύ αυτή η ανέγγιχτη, βελούδινη σκόνη τους, που επιβεβαιώνει ότι αυτή η πεταλούδα δεν γνώρισε σκλαβιά. Τα μάτια σου την παρατηρούν που πλησιάζει το τζάμι. Δεν της είπε κανείς ότι αυτό το γυαλί αφήνει μόνο το φως να περάσει και κάνει διάφανη τη φυλακή της. Κι όμως, αυτή εκεί∙ προσπαθεί. Θέλεις να τη βοηθήσεις, μα το τζάμι δεν ανοίγει. Έχει διπλή μόνωση, να μην αφήνει το κρύο και τη ζέστη, τους ήχους απ’ έξω, τη μέρα που κινείται κι απλώνεται. Όχι πια∙ δεν μπορείς ούτε κι εσύ να τη βοηθήσεις.
Τι συνιστά την ιδιοφυΐα μιας πεταλούδας; Να ξέρει ότι είναι ελεύθερη; Ότι ο κόσμος της είναι αρκετός; Να έχει ως μόνη επιλογή την ελευθερία ή το θάνατο; Αγωνίζεται και ψάχνει διέξοδο. Κάτι την καθοδηγεί να προσπαθεί ν’ ανοίξει το τζάμι. Το χτυπάει με το πρόσωπό της. Βλέπει. Ξέρει ότι ο κόσμος είναι εκεί και την περιμένει. Άραγε ξέρει ότι είναι μέσα κι όχι έξω; Αφού προσπαθεί να βγει, μάλλον ξέρει. Σίγουρα θα γνωρίζει κι αυτό την κάνει να υποφέρει και να προσπαθεί τόσο πολύ. Τα μάτια της αχόρταγα κοιτάζουν το άπειρο του κόσμου, την αέναη κίνηση του ουρανού, που ποτέ δεν τελειώνει. Κι αυτό το φως, που περνάει μέσα απ’ τα φτερά της και τα ζεσταίνει συνεχίζει να κυλάει σα νερό μέσα στην άχρονη παρουσία του κόσμου. Αναζητά τις μυρωδιές της φύσης, που εξόντωσε η κλεισούρα του δωματίου.
Κι όμως,
το τζάμι διπλό και καλά μονωμένο. Διάφανο και πεντακάθαρο σαν αόρατο ορίζει το φράγμα του καθαρού αέρα που δεν περνάει στο εσωτερικό.
Κι όμως,
το αόρατο φράγμα αφήνει το φως να περάσει, για να σου θυμίσει ότι ο κόσμος γεννιέται και πεθαίνει εκεί έξω. Όλα συνεχίζουν να υπάρχουν και χωρίς εσένα. Η φυλακή σου είναι αρκετή, για να στο θυμίζει. Η πιο βασανιστική σύλληψη του ανθρώπου είναι το γυαλί, που περικλείει φυλακές.
Κι όμως,
τώρα τα βλέπει όλα ξεκάθαρα. Να που υπάρχει έξοδος. Το κεφάλι της στράφηκε στο πλάι. Την είδε μπροστά της, ολοζώντανη και πραγματική. Σα να ήταν γι’ αυτήν προορισμένη. Μια τρύπα στον τοίχο, που σμίλεψε ο τεχνίτης χρόνος, μια ρωγμή στην αυστηρότητα της αρχιτεκτονικής του σύμπαντος. Πόσα χρόνια να βρισκόταν εκεί; Υπήρχε από πάντα; Και πριν αυτή γεννηθεί; Μα πώς τους ξέφυγε αυτή η επικίνδυνη τρύπα; Σκέφτεται για μια στιγμή μήπως είναι παγίδα. Μα αυτή μόνο ξέρει πως μια είναι η επιλογή της: η ελευθερία.
Τώρα, δεν ξέρω αν ήμουν τότε ένας άνθρωπος που ονειρευόμουν ότι ήμουν πεταλούδα ή είμαι τώρα μια πεταλούδα που ονειρεύεται ότι είμαι άνθρωπος. Ανάμεσα σ’ έναν άνθρωπο και μια πεταλούδα υπάρχει ένα χώρισμα. Η μετάβαση μέσα από το χώρισμα αυτό, ονομάζεται «μετεμψύχωση».
Chuang Tzu, Ταοϊσμός
Η πιο όμορφη πεταλούδα που έχεις δει. Τα φτερά της σου φέρνουν δάκρυα. Δεν είναι τόσο το χρώμα είναι πιο πολύ αυτή η ανέγγιχτη, βελούδινη σκόνη τους, που επιβεβαιώνει ότι αυτή η πεταλούδα δεν γνώρισε σκλαβιά. Τα μάτια σου την παρατηρούν που πλησιάζει το τζάμι. Δεν της είπε κανείς ότι αυτό το γυαλί αφήνει μόνο το φως να περάσει και κάνει διάφανη τη φυλακή της. Κι όμως, αυτή εκεί∙ προσπαθεί. Θέλεις να τη βοηθήσεις, μα το τζάμι δεν ανοίγει. Έχει διπλή μόνωση, να μην αφήνει το κρύο και τη ζέστη, τους ήχους απ’ έξω, τη μέρα που κινείται κι απλώνεται. Όχι πια∙ δεν μπορείς ούτε κι εσύ να τη βοηθήσεις.
Τι συνιστά την ιδιοφυΐα μιας πεταλούδας; Να ξέρει ότι είναι ελεύθερη; Ότι ο κόσμος της είναι αρκετός; Να έχει ως μόνη επιλογή την ελευθερία ή το θάνατο; Αγωνίζεται και ψάχνει διέξοδο. Κάτι την καθοδηγεί να προσπαθεί ν’ ανοίξει το τζάμι. Το χτυπάει με το πρόσωπό της. Βλέπει. Ξέρει ότι ο κόσμος είναι εκεί και την περιμένει. Άραγε ξέρει ότι είναι μέσα κι όχι έξω; Αφού προσπαθεί να βγει, μάλλον ξέρει. Σίγουρα θα γνωρίζει κι αυτό την κάνει να υποφέρει και να προσπαθεί τόσο πολύ. Τα μάτια της αχόρταγα κοιτάζουν το άπειρο του κόσμου, την αέναη κίνηση του ουρανού, που ποτέ δεν τελειώνει. Κι αυτό το φως, που περνάει μέσα απ’ τα φτερά της και τα ζεσταίνει συνεχίζει να κυλάει σα νερό μέσα στην άχρονη παρουσία του κόσμου. Αναζητά τις μυρωδιές της φύσης, που εξόντωσε η κλεισούρα του δωματίου.
Κι όμως,
το τζάμι διπλό και καλά μονωμένο. Διάφανο και πεντακάθαρο σαν αόρατο ορίζει το φράγμα του καθαρού αέρα που δεν περνάει στο εσωτερικό.
Κι όμως,
το αόρατο φράγμα αφήνει το φως να περάσει, για να σου θυμίσει ότι ο κόσμος γεννιέται και πεθαίνει εκεί έξω. Όλα συνεχίζουν να υπάρχουν και χωρίς εσένα. Η φυλακή σου είναι αρκετή, για να στο θυμίζει. Η πιο βασανιστική σύλληψη του ανθρώπου είναι το γυαλί, που περικλείει φυλακές.
Κι όμως,
τώρα τα βλέπει όλα ξεκάθαρα. Να που υπάρχει έξοδος. Το κεφάλι της στράφηκε στο πλάι. Την είδε μπροστά της, ολοζώντανη και πραγματική. Σα να ήταν γι’ αυτήν προορισμένη. Μια τρύπα στον τοίχο, που σμίλεψε ο τεχνίτης χρόνος, μια ρωγμή στην αυστηρότητα της αρχιτεκτονικής του σύμπαντος. Πόσα χρόνια να βρισκόταν εκεί; Υπήρχε από πάντα; Και πριν αυτή γεννηθεί; Μα πώς τους ξέφυγε αυτή η επικίνδυνη τρύπα; Σκέφτεται για μια στιγμή μήπως είναι παγίδα. Μα αυτή μόνο ξέρει πως μια είναι η επιλογή της: η ελευθερία.
σύντροφοι για την Αναρχική απελευθερωτική δράση
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου