Έχουμε αναφερθεί, σε άλλα κείμενά μας, στην παρουσία αλβανικών φύλων στον ελλαδικό χώρο κατά τη κάθοδό τους τον 13ο-15ο αι. Σκοπός του παρόντος κειμένου δεν είναι ούτε να ωραιοποιήσει μια κατάσταση, που έτσι κι αλλιώς δεν υπήρξε, ούτε να προσεγγίσει τα γεγονότα υπό το πρίσμα μιας βολικής ματιάς. Στόχος μας είναι να δείξουμε πως λόγω του ότι δεν υπήρχαν εθνικές συνειδήσεις στον βαλκανικό χώρο, οι διάφορες ομάδες του πληθυσμού συνυπήρχαν μεταξύ τους και εξεγείρονταν συχνά ενάντια στους δυνάστες τους όπως αυτοί «εκπροσωπούσαν» την οθωμανική πύλη.
Γεγονότα, που η κυρίαρχη «εθνική» ιστορία αποσιωπά ή διαστρεβλώνει, καταδεικνύουν την ικανότητα των καταπιεσμένων να οργανωθούν και να αλληλοβοηθηθούν.
Απ’ τον 15ο αι. καταγράφονται εξεγέρσεις χωρικών ανεξαρτήτως φυλής ή θρησκευτικής πίστης, που αντιδρούν κυρίως στην εντεινόμενη φορολογία. Οι διαφορές στη γλώσσα και στο θρήσκευμα δεν στάθηκαν εμπόδιο και ούτε αποσόβησαν ένοπλες εξεγέρσεις, που άλλοτε εκδηλώθηκαν αυτόνομα από τα αλβανικά φύλα (π.χ. εξέγερση στην Ήπειρο ενάντια στη δεκάτη, στην Ύδρα και στις Σπέτσες ενάντια στον κλήρο και τους προκρίτους, αντίστοιχα) και άλλες φορές από κοινού με διάφορες ομάδες πληθυσμού.
Έτσι παρατηρούμε το 1458-59 έλληνες και αλβανοί να εξεγείρονται στην Πελοπόννησο εναντίον του Μωάμεθ Β΄. Το 1751 και 1754 έλληνες, τούρκοι και αλβανοί χωρικοί της Αθήνας να αντιδρούν βίαια στη στυγνή οθωμανική διοίκηση, κάτι που επαναλαμβάνεται και κατά την έναρξη της επανάστασης του ’21, όπου ο αυθόρμητος ξεσηκωμός ελλήνων και αλβανών αγροτών λεηλατεί οθωμανικά και χριστιανικά αρχοντικά, εξαναγκάζοντας τους Οθωμανούς εξουσιαστές να κλειστούν στην Ακρόπολη.
Παράλληλα, ο ορεινός ελληνικός πληθυσμός προστάτευε τους αλβανούς κλέφτες όταν διώκονταν από εχθρικά οθωμανικά στρατεύματα και την εξύμνηση τους συναντάμε σε αρκετά «κλέφτικα» δημοτικά τραγούδια, που αναφέρονται και στην ύπαρξη μικτών –ελλήνων και αλβανών– ληστρικών σωμάτων.
Εβγήκε ο Λιάζης στα βουνά
σ’ ταις κρύαις ταις βρυσούλες
και παλληκάρια μάζονε, Βούλγαρους κι’ Αρβανίτες
και διαλεχτά βλαχόπουλα με πάλαις ασημένιαις…
Πολλοί κλέφτες ξεχώριζαν για τα κοινωνικά χαρακτηριστικά της δράσης τους, όπως ήταν οι απαλλοτριώσεις κτημάτων και αρχοντικών πλουσίων και η μη καταβολή των φόρων στην οθωμανική εξουσία. Ένας από τους μεγαλύτερος κλέφτες της βαλκανικής ήταν ο Αλή, γνωστός για την σκληρότητα και την αιμοβορία του, ο οποίος είχε ως σταθερή φιλοδοξία να γίνει πασάς στα Ιωάννινα. Απ’ το 1787 που ορίστηκε δερβέναγας από την οθωμανική πύλη επιδίωκε να ελέγχει όλα τα αρματολίκια της Ηπείρου, Θεσσαλίας και Στερεάς που χαρακτηρίζονταν από ένα καθεστώς ημιαυτονομίας και πρωτοεμφανίστηκαν τον 15ο αιώνα. καταβάλλοντας συμβολικό φόρο στο σουλτάνο. Οι αρματολοί ήταν αξιωματούχοι της οθωμανικής αυτοκρατορίας και πληρώνονταν με φορολογία που επιβάλλονταν στον αγροτικό πληθυσμό. Αρκετοί ήταν προηγουμένως κλέφτες και λόγω της δράσης τους και της μη επιτυχίας της Πύλης να τους ελέγξει προσεταιρίζονται και τους παραχωρούνται συγκεκριμένες περιοχές δράσης. Στην αυλή του Αλή, λοιπόν, συνωστίζονταν πάρα πολλοί πρώην κλέφτες και νυν αρματολοί, με γνωστότερους τους Καραϊσκάκη, Ανδρούτσο, Βαρνακιώτη, Στορνάρη, Μπακόλα κ.ά. που άλλοι εθελοντικά και άλλοι υποχρεωτικά τελούσαν υπό την καθοδήγηση του. Έχουμε δηλαδή την αγαστή συνεργασία των ελλήνων αρματολών με τον αλβανό πασά των Ιωαννίνων, στα πλαίσια του διοικητικού μηχανισμού της οθωμανικής αυτοκρατορίας. Άλλωστε, «οι χριστιανοί οπλαρχηγοί διδάχθηκαν τα πάντα από το αρβανίτικο πολεμικό φρόνημα, αλλά συνάμα εγκολπώθηκαν και τα ολέθρια ήθη του ίδιου του Τεπελενλή… αν υπήρξε στρατιωτική σχολή πολέμου στην Ήπειρο, την Στερεά και γενικότερα στην ελληνική επανάσταση, αυτή ασφαλώς ανήκε στα πολεμικά ήθη των Αλβανών. Οι Ρωμιοί μαθήτευσαν»(1).
Όταν όμως ο Αλή κηρύχθηκε αποστάτης από την οθωμανική πύλη, προέκυψε το εξής δίλημμα για τους χριστιανούς αρματωλούς και το τουρκαλβανικό στράτευμα του: ή θα κατέληγαν στα σουλτανικά στρατεύματα ή θα στρέφονταν εναντίον της οθωμανικής εξουσίας. Στο πλαίσιο αυτό διάφοροι οπλαρχηγοί, όπως για παράδειγμα ο Ανδρούτσος και ο Βαρνακιώτης, είχαν επαφές με αλβανούς αντάρτες, για την χάραξη κοινής πορείας και την αντιμετώπιση των στρατευμάτων του Χουρσίτ, που εκστράτευε εναντίον του Αλή. Είχαμε, λοιπόν, από τη μια πλευρά αλβανούς δερβεναγάδες και έλληνες αρματωλούς να αμύνονται μαζί απέναντι στα τουρκικά στρατεύματα.
…Βούλγαροι κι Αρβανίτες, Αρμένοι και Ρωμιοί,
αράπηδες και άσπροι, με μια κοινή ορμή,
για την Ελευθερίαν να ζώσωμεν σπαθί,
πως είμασθ’ αντρειωμένοι, παντού να ξακουσθή…
Λοιπόν, γιατί αργείτε; τι στέκεσθε νεκροί;
Ξυπνήσατε, μην είσθε ενάντιοι και εχθροί. [...]
Να σφάξωμεν τους λύκους, που τον ζυγόν βαστούν
και Χριστιανούς και Τούρκους σκληρά τους τυραννούν… (2)
Παράλληλα με πρωτοβουλία αιτωλοακαρνάνων οπλαρχηγών, Σουλιωτών και τουρκαλβανών (δεν αποτελούσαν μια συμπαγή δύναμη) αφοσιωμένων στον Αλή, υπογράφτηκε την 1η Σεπτεμβρίου 1821 στο Πέτα η πρώτη ουσιαστική «ελληνοαλβανική συμμαχία». Σκοπός τους ήταν να εναντιωθούν από κοινού στην οθωμανική εξουσία και τις στρατιωτικές της δυνάμεις, δηλώνοντας χαρακτηριστικά: «όποιος άνθρωπος μεγάλος ή μικρός, ή τούρκος ή ρωμιός, ήθελαν ’γγίξει ή πολεμήσει κανέναν από ημάς, να ήμεθα όλοι εις την βοήθειαν του…και ακόμη εις το εξής όποιος ήθελε να μας γένη σύντροφος ή τούρκος ή ρωμιός, τον έχωμεν και αυτόν μέσα εις την ίδιαν συντροφιάν».(3)
Είναι δεδομένο ότι οι αλβανοί και έλληνες αρματωλοί δεν ήθελαν την ήττα του Αλή, γιατί με την επικράτηση των τούρκων θα έχαναν τα αληπασαλίδικα προνόμια, ενώ μια επικράτηση των ελλήνων θα καταργούσε τα αρματολίκια και θα τα αντικαθιστούσε με έπαρχους. Στο μεταβατικό αυτό στάδιο ενδοεξουσιαστικών διαφορών και αναταράξεων, μερικοί οπλαρχηγοί πραγματοποιούν μυστικές συμφωνίες με τους τούρκους –τα επονομαζόμενα και ευρέως διαδεδομένα στην Στερεά, «καπάκια»– για να κερδίσουν χρόνο μέχρι να αποφασίσουν με ποιους θα ταχθούν. Οι Ανδρούτσος, Καραϊσκάκης, Βαρνακιώτης, Βαλτινός, Ράγκος και Ίσκος ακολούθησαν τη τακτική αυτή με φανερά καιροσκοπικά κριτήρια. Όλοι είχαν διπλό πρόσωπο και διπλά συμφέροντα, ανάλογα με την τροπή των πραγμάτων. Έτσι, ο Βαρνακιώτης έρχεται σε συμφωνία με τον τουρκαλβανό Ομέρ Βρυώνη, για την αποτελεσματική αντιμετώπιση του Κιουταχή, ο Ράγκος σε συνεργασία με τους τούρκους επιτίθεται στον Καραϊσκάκη, ο οποίος πολέμησε στις γραμμές του σουλτάνου για μικρό χρονικό διάστημα και ενώ πρώτα υπερασπίστηκε τα Ιωάννινα πλάι στον Αλή.
Συμπερασματικά, οι επαφές και αποφάσεις παίρνονται με βάση τα προσωπικά συμφέροντα και επ’ ουδενί με κριτήρια θρησκευτικά ή φυλετικά.
Εξ αρχής, ενάντια στις «ελληνοαλβανικές συμμαχίες» τάσσονταν οι έλληνες αξιωματούχοι της οθωμανικής πύλης (Φαναριώτες) και ο κλήρος. Απ’ τη στιγμή, όμως, που διαπίστωσαν ότι η επανάσταση δεν είναι αντιστρέψιμη, επιδίωκαν με κάθε τρόπο να καρπωθούν τα μέγιστα σε μια μελλοντική δημιουργία αμιγούς «ελληνικού» κράτους. Ο Φαναριώτης Μαυροκορδάτος κατόρθωσε με ραδιουργίες και δολιότητες στις τάξεις των οπλαρχηγών να αποτρέψει την «ελληνοαλβανική συμμαχία», στρέφοντάς τους στην Φιλική εταιρία
Το μωσαϊκό, λοιπόν, των πληθυσμιακών ομάδων της νότιας Βαλκανικής και συγκεκριμένα οι έλληνες (ρωμιοί) και αλβανοί (αρβανίτες) κατάφερναν πολλές φορές με επιτυχία να εξεγείρονται ενάντια σε κάθε ζυγό, παρ’ ότι μιλούσαν διαφορετική γλώσσα και πίστευαν σε «άλλο θεό». Φυσικά δεν έλειπαν οι ανταγωνισμοί και καιροσκοπισμοί, απ’ την πλευρά όμως εκείνων που ανεξαρτήτως φυλής κατείχαν θέσεις στον διοικητικό και στρατιωτικό οθωμανικό εξουσιαστικό μηχανισμό. Έτσι και μετά την επανάσταση, έλληνες και αλβανοί-αρβανίτες, καταπιεσμένοι ξεσηκώνονται αυθόρμητα και από κοινού ενάντια στον κυβερνήτη Καποδίστρια σε Ύδρα, Αταλάντη και Θήβα υπενθυμίζοντας για πολλοστή φορά ότι ΣΕ ΕΛΛΑΔΑ, ΤΟΥΡΚΙΑ, ΑΛΒΑΝΙΑ, Ο ΕΧΘΡΟΣ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΚΡΑΤΟΣ ΚΑΙ Η ΚΑΘΕ ΕΞΟΥΣΙΑ…
Από τη ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ, φ. 30, 15 Οκτωβρίου 2004
————————————-
1. Κυριαρχία και κοινωνικοί αγώνες στον «ελλαδικό χώρο», Ομάδα ενάντια στη λήθη, εκδ. Αναρχική Αρχειοθήκη
2. Αποσπάσματα από το Θούριο του Ρήγα Φεραίου.
3. Τα καπάκια, Κωστή Παπαγιώργη, εκδ. Καστανιώτη.
Γεγονότα, που η κυρίαρχη «εθνική» ιστορία αποσιωπά ή διαστρεβλώνει, καταδεικνύουν την ικανότητα των καταπιεσμένων να οργανωθούν και να αλληλοβοηθηθούν.
Απ’ τον 15ο αι. καταγράφονται εξεγέρσεις χωρικών ανεξαρτήτως φυλής ή θρησκευτικής πίστης, που αντιδρούν κυρίως στην εντεινόμενη φορολογία. Οι διαφορές στη γλώσσα και στο θρήσκευμα δεν στάθηκαν εμπόδιο και ούτε αποσόβησαν ένοπλες εξεγέρσεις, που άλλοτε εκδηλώθηκαν αυτόνομα από τα αλβανικά φύλα (π.χ. εξέγερση στην Ήπειρο ενάντια στη δεκάτη, στην Ύδρα και στις Σπέτσες ενάντια στον κλήρο και τους προκρίτους, αντίστοιχα) και άλλες φορές από κοινού με διάφορες ομάδες πληθυσμού.
Έτσι παρατηρούμε το 1458-59 έλληνες και αλβανοί να εξεγείρονται στην Πελοπόννησο εναντίον του Μωάμεθ Β΄. Το 1751 και 1754 έλληνες, τούρκοι και αλβανοί χωρικοί της Αθήνας να αντιδρούν βίαια στη στυγνή οθωμανική διοίκηση, κάτι που επαναλαμβάνεται και κατά την έναρξη της επανάστασης του ’21, όπου ο αυθόρμητος ξεσηκωμός ελλήνων και αλβανών αγροτών λεηλατεί οθωμανικά και χριστιανικά αρχοντικά, εξαναγκάζοντας τους Οθωμανούς εξουσιαστές να κλειστούν στην Ακρόπολη.
Παράλληλα, ο ορεινός ελληνικός πληθυσμός προστάτευε τους αλβανούς κλέφτες όταν διώκονταν από εχθρικά οθωμανικά στρατεύματα και την εξύμνηση τους συναντάμε σε αρκετά «κλέφτικα» δημοτικά τραγούδια, που αναφέρονται και στην ύπαρξη μικτών –ελλήνων και αλβανών– ληστρικών σωμάτων.
Εβγήκε ο Λιάζης στα βουνά
σ’ ταις κρύαις ταις βρυσούλες
και παλληκάρια μάζονε, Βούλγαρους κι’ Αρβανίτες
και διαλεχτά βλαχόπουλα με πάλαις ασημένιαις…
Πολλοί κλέφτες ξεχώριζαν για τα κοινωνικά χαρακτηριστικά της δράσης τους, όπως ήταν οι απαλλοτριώσεις κτημάτων και αρχοντικών πλουσίων και η μη καταβολή των φόρων στην οθωμανική εξουσία. Ένας από τους μεγαλύτερος κλέφτες της βαλκανικής ήταν ο Αλή, γνωστός για την σκληρότητα και την αιμοβορία του, ο οποίος είχε ως σταθερή φιλοδοξία να γίνει πασάς στα Ιωάννινα. Απ’ το 1787 που ορίστηκε δερβέναγας από την οθωμανική πύλη επιδίωκε να ελέγχει όλα τα αρματολίκια της Ηπείρου, Θεσσαλίας και Στερεάς που χαρακτηρίζονταν από ένα καθεστώς ημιαυτονομίας και πρωτοεμφανίστηκαν τον 15ο αιώνα. καταβάλλοντας συμβολικό φόρο στο σουλτάνο. Οι αρματολοί ήταν αξιωματούχοι της οθωμανικής αυτοκρατορίας και πληρώνονταν με φορολογία που επιβάλλονταν στον αγροτικό πληθυσμό. Αρκετοί ήταν προηγουμένως κλέφτες και λόγω της δράσης τους και της μη επιτυχίας της Πύλης να τους ελέγξει προσεταιρίζονται και τους παραχωρούνται συγκεκριμένες περιοχές δράσης. Στην αυλή του Αλή, λοιπόν, συνωστίζονταν πάρα πολλοί πρώην κλέφτες και νυν αρματολοί, με γνωστότερους τους Καραϊσκάκη, Ανδρούτσο, Βαρνακιώτη, Στορνάρη, Μπακόλα κ.ά. που άλλοι εθελοντικά και άλλοι υποχρεωτικά τελούσαν υπό την καθοδήγηση του. Έχουμε δηλαδή την αγαστή συνεργασία των ελλήνων αρματολών με τον αλβανό πασά των Ιωαννίνων, στα πλαίσια του διοικητικού μηχανισμού της οθωμανικής αυτοκρατορίας. Άλλωστε, «οι χριστιανοί οπλαρχηγοί διδάχθηκαν τα πάντα από το αρβανίτικο πολεμικό φρόνημα, αλλά συνάμα εγκολπώθηκαν και τα ολέθρια ήθη του ίδιου του Τεπελενλή… αν υπήρξε στρατιωτική σχολή πολέμου στην Ήπειρο, την Στερεά και γενικότερα στην ελληνική επανάσταση, αυτή ασφαλώς ανήκε στα πολεμικά ήθη των Αλβανών. Οι Ρωμιοί μαθήτευσαν»(1).
Όταν όμως ο Αλή κηρύχθηκε αποστάτης από την οθωμανική πύλη, προέκυψε το εξής δίλημμα για τους χριστιανούς αρματωλούς και το τουρκαλβανικό στράτευμα του: ή θα κατέληγαν στα σουλτανικά στρατεύματα ή θα στρέφονταν εναντίον της οθωμανικής εξουσίας. Στο πλαίσιο αυτό διάφοροι οπλαρχηγοί, όπως για παράδειγμα ο Ανδρούτσος και ο Βαρνακιώτης, είχαν επαφές με αλβανούς αντάρτες, για την χάραξη κοινής πορείας και την αντιμετώπιση των στρατευμάτων του Χουρσίτ, που εκστράτευε εναντίον του Αλή. Είχαμε, λοιπόν, από τη μια πλευρά αλβανούς δερβεναγάδες και έλληνες αρματωλούς να αμύνονται μαζί απέναντι στα τουρκικά στρατεύματα.
…Βούλγαροι κι Αρβανίτες, Αρμένοι και Ρωμιοί,
αράπηδες και άσπροι, με μια κοινή ορμή,
για την Ελευθερίαν να ζώσωμεν σπαθί,
πως είμασθ’ αντρειωμένοι, παντού να ξακουσθή…
Λοιπόν, γιατί αργείτε; τι στέκεσθε νεκροί;
Ξυπνήσατε, μην είσθε ενάντιοι και εχθροί. [...]
Να σφάξωμεν τους λύκους, που τον ζυγόν βαστούν
και Χριστιανούς και Τούρκους σκληρά τους τυραννούν… (2)
Παράλληλα με πρωτοβουλία αιτωλοακαρνάνων οπλαρχηγών, Σουλιωτών και τουρκαλβανών (δεν αποτελούσαν μια συμπαγή δύναμη) αφοσιωμένων στον Αλή, υπογράφτηκε την 1η Σεπτεμβρίου 1821 στο Πέτα η πρώτη ουσιαστική «ελληνοαλβανική συμμαχία». Σκοπός τους ήταν να εναντιωθούν από κοινού στην οθωμανική εξουσία και τις στρατιωτικές της δυνάμεις, δηλώνοντας χαρακτηριστικά: «όποιος άνθρωπος μεγάλος ή μικρός, ή τούρκος ή ρωμιός, ήθελαν ’γγίξει ή πολεμήσει κανέναν από ημάς, να ήμεθα όλοι εις την βοήθειαν του…και ακόμη εις το εξής όποιος ήθελε να μας γένη σύντροφος ή τούρκος ή ρωμιός, τον έχωμεν και αυτόν μέσα εις την ίδιαν συντροφιάν».(3)
Είναι δεδομένο ότι οι αλβανοί και έλληνες αρματωλοί δεν ήθελαν την ήττα του Αλή, γιατί με την επικράτηση των τούρκων θα έχαναν τα αληπασαλίδικα προνόμια, ενώ μια επικράτηση των ελλήνων θα καταργούσε τα αρματολίκια και θα τα αντικαθιστούσε με έπαρχους. Στο μεταβατικό αυτό στάδιο ενδοεξουσιαστικών διαφορών και αναταράξεων, μερικοί οπλαρχηγοί πραγματοποιούν μυστικές συμφωνίες με τους τούρκους –τα επονομαζόμενα και ευρέως διαδεδομένα στην Στερεά, «καπάκια»– για να κερδίσουν χρόνο μέχρι να αποφασίσουν με ποιους θα ταχθούν. Οι Ανδρούτσος, Καραϊσκάκης, Βαρνακιώτης, Βαλτινός, Ράγκος και Ίσκος ακολούθησαν τη τακτική αυτή με φανερά καιροσκοπικά κριτήρια. Όλοι είχαν διπλό πρόσωπο και διπλά συμφέροντα, ανάλογα με την τροπή των πραγμάτων. Έτσι, ο Βαρνακιώτης έρχεται σε συμφωνία με τον τουρκαλβανό Ομέρ Βρυώνη, για την αποτελεσματική αντιμετώπιση του Κιουταχή, ο Ράγκος σε συνεργασία με τους τούρκους επιτίθεται στον Καραϊσκάκη, ο οποίος πολέμησε στις γραμμές του σουλτάνου για μικρό χρονικό διάστημα και ενώ πρώτα υπερασπίστηκε τα Ιωάννινα πλάι στον Αλή.
Συμπερασματικά, οι επαφές και αποφάσεις παίρνονται με βάση τα προσωπικά συμφέροντα και επ’ ουδενί με κριτήρια θρησκευτικά ή φυλετικά.
Εξ αρχής, ενάντια στις «ελληνοαλβανικές συμμαχίες» τάσσονταν οι έλληνες αξιωματούχοι της οθωμανικής πύλης (Φαναριώτες) και ο κλήρος. Απ’ τη στιγμή, όμως, που διαπίστωσαν ότι η επανάσταση δεν είναι αντιστρέψιμη, επιδίωκαν με κάθε τρόπο να καρπωθούν τα μέγιστα σε μια μελλοντική δημιουργία αμιγούς «ελληνικού» κράτους. Ο Φαναριώτης Μαυροκορδάτος κατόρθωσε με ραδιουργίες και δολιότητες στις τάξεις των οπλαρχηγών να αποτρέψει την «ελληνοαλβανική συμμαχία», στρέφοντάς τους στην Φιλική εταιρία
Το μωσαϊκό, λοιπόν, των πληθυσμιακών ομάδων της νότιας Βαλκανικής και συγκεκριμένα οι έλληνες (ρωμιοί) και αλβανοί (αρβανίτες) κατάφερναν πολλές φορές με επιτυχία να εξεγείρονται ενάντια σε κάθε ζυγό, παρ’ ότι μιλούσαν διαφορετική γλώσσα και πίστευαν σε «άλλο θεό». Φυσικά δεν έλειπαν οι ανταγωνισμοί και καιροσκοπισμοί, απ’ την πλευρά όμως εκείνων που ανεξαρτήτως φυλής κατείχαν θέσεις στον διοικητικό και στρατιωτικό οθωμανικό εξουσιαστικό μηχανισμό. Έτσι και μετά την επανάσταση, έλληνες και αλβανοί-αρβανίτες, καταπιεσμένοι ξεσηκώνονται αυθόρμητα και από κοινού ενάντια στον κυβερνήτη Καποδίστρια σε Ύδρα, Αταλάντη και Θήβα υπενθυμίζοντας για πολλοστή φορά ότι ΣΕ ΕΛΛΑΔΑ, ΤΟΥΡΚΙΑ, ΑΛΒΑΝΙΑ, Ο ΕΧΘΡΟΣ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΚΡΑΤΟΣ ΚΑΙ Η ΚΑΘΕ ΕΞΟΥΣΙΑ…
Αναρχικός πυρήνας Χαλκίδας
Από τη ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ, φ. 30, 15 Οκτωβρίου 2004
————————————-
1. Κυριαρχία και κοινωνικοί αγώνες στον «ελλαδικό χώρο», Ομάδα ενάντια στη λήθη, εκδ. Αναρχική Αρχειοθήκη
2. Αποσπάσματα από το Θούριο του Ρήγα Φεραίου.
3. Τα καπάκια, Κωστή Παπαγιώργη, εκδ. Καστανιώτη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου