Η μυθολογία εν γένει και η ελληνική ειδικότερα βρίθουν συμβολισμών και πλούσιων φιλοσοφικών αναζητήσεων πάνω στη ζωή και στην ύπαρξη. Είναι μια αφήγηση που συνδέει την πεζή πραγματικότητα με τη φαντασία, φανερώνοντας όχι απλώς το πολυδιάστατο του ανθρώπινου βίου, αλλά και την εκ βάθρων ανάγκη των έλλογων όντων, να λεκτικοποιήσουν σκέψεις, απόψεις και συναισθήματα. Ίσως αυτό να είναι και το μόνο που μας διαχωρίζει απ’ τα ζώα∙ η φαντασία. Ίσως, πάλι, αυτή η ίδια να μας ξαναενώνει μαζί τους. Ο μύθος του Μινώταυρου, στο σύνολό του, περιλαμβάνει στοιχεία που δεν τα συναντάμε εύκολα σ’ άλλους μύθους. Και μάλιστα, τα στοιχεία αυτά παρέμειναν σταθερά και αναλλοίωτα στο πέρασμα του χρόνου. Ο μύθος του ενέπνευσε την τέχνη διαχρονικά μέχρι σήμερα.
Ας ξεκινήσουμε από εκείνη τη μακρινή στιγμή, όταν η Πασιφάη, η μητέρα του Δευκαλίωνα και της Αριάδνης και σύζυγος του Μίνωα, ερωτεύτηκε έναν ταύρο. Ο έρωτας αυτός δεν ήταν αυθόρμητη επιλογή της, αλλά μια τιμωρία του θεού Ποσειδώνα. Πριν ο Μίνωας γίνει βασιλιάς τού ζήτησε ένα σημάδι που να αποδεικνύει ότι αυτός, και όχι ο αδερφός του, έπρεπε να ανέβει στο θρόνο. Ο θεός έστειλε έναν όμορφο λευκό ταύρο και ζήτησε από το Μίνωα να θυσιάσει αυτόν τον ταύρο στον ίδιο. Ο Μίνωας όμως αντί για αυτόν θυσίασε έναν άλλον, ελπίζοντας ότι ο θεός δε θα το προσέξει. Όλοι γνωρίζουμε πόσο εκδικητικοί παρουσιάζονταν στο εκπολιτισμένο φαντασιακό οι έλληνες θεοί. Γι αυτό θέλησε να τον τιμωρήσει, τυφλώνοντας την γυναίκα του Πασιφάη από πάθος για τον ταύρο. Η βασίλισσα ήθελε πάση θυσία να ζευγαρώσει μαζί του. Γι’ αυτό έβαλε τον Δαίδαλο να της φτιάξει ένα ομοίωμα αγελάδας, μέσα στο οποίο μπόρεσε να μεταμορφωθεί σε ζώο και να ενωθεί ερωτικά με τον αγαπημένο της ταύρο. Από αυτή λοιπόν την ένωση γεννήθηκε ο Μινώταυρος∙ κατ’ εικόνα και ομοίωσιν αυτής της ένωσης: με κεφάλι ταύρου και σώμα ανθρώπου.
Είναι σημαντικό να επιμείνουμε εδώ στο ότι το κεφάλι του ήταν το ζωώδες στοιχείο, ενώ το σώμα του έφερε το ανθρώπινο σχήμα. Επομένως, το κινούν του σώματος, το κεφάλι, διατήρησε τα άγρια στοιχεία του ταύρου. Το σώμα, αν και ανθρώπινο, όφειλε να υπακούσει στο νέο συνδυασμό. Σε αντίθεση με τους Κενταύρους, που αφ’ ενός έχουν κεφάλι ανθρώπου και σώμα αλόγου, αφ’ ετέρου φημίζονταν για την ανθρώπινη σοφία τους. Οι συνδυασμοί είναι πολλοί. Αξίζει να αναφερθεί, πως αν και ο εν λόγω μύθος συνετέθη, ενώ οι ανθρώπινες κοινωνίες είχαν ήδη εξημερώσει ουκ ολίγα άγρια ζώα, στην προκειμένη περίπτωση το στοιχείο του ταύρου δηλώνει ξεκάθαρα το μη εξημερωμένο, το καθόλα ανεξέλεγκτο. Και κλείνοντας αυτή την παρένθεση, αξίζει να παρατηρηθεί ότι οι αρχαίοι έλληνες σπάνια φαντάστηκαν ανθρώπους με φτερά. Όταν ο Δαίδαλος με τον Ίκαρο φόρεσαν τα φτερά τους, εφάρμοσαν μια κατασκευή στο σώμα τους, αποτέλεσμα των τεχνολογικών καινοτομιών του Δαίδαλου και μάλιστα με τραγικά αποτελέσματα.
Πέρα, όμως, απ’ τις ερμηνείες των μεταμορφώσεων, αξίζει να σταθούμε στον μύθο του Μινώταυρου για τις ιδιαιτερότητές του. Ο Μινώταυρος έζησε φυλακισμένος μέσα στον λαβύρινθο, που έφτιαξε ο άνθρωπος-κλειδί του βασιλείου του Μίνωα, ο Δαίδαλος. Γιατί, άραγε, ένας τέτοιος μύθος να επιλέχτηκε να συνοδέψει μια απ’ τις πρώιμες βασίλισσες του πολιτισμένου κόσμου; Ίσως ακριβώς, για να ενώσει το παλιό με το νέο. Αυτό που άφηνε πίσω του οριστικά και το φυλάκιζε ο νέος ασφυκτικός κόσμος των ανακτόρων και του πολιτισμού ήταν η άγρια φυσική κατάσταση. Δεν είναι τυχαίο ότι ένα από τα βασικά σύμβολα του μινωικού κόσμου ήταν το κέρας του ταύρου, ένα γνωστό άθλημα ήταν τα ταυροκαθάψια κοκ. Ο ταύρος είναι το σύμβολο όχι μόνο της φύσης, αλλά και του ανεξέλεγκτου, το φοβερά άγριο, το ατίθασο, που δε δαμάζεται, αλλά σκοτώνεται. Γι’ αυτό, άλλωστε τη θυσία του ζήτησε και ο ίδιος ο θεός. Η ίδια η φύση του έπρεπε να τιμωρείται όσο ζει. Για να συνεχίζει να ζει, όμως, στο παλάτι με τη βασίλισσα, έπρεπε ο Αστερίων –το αρχικό του όνομα, πριν μετονομαστεί σε Μινώταυρος– να μπει μέσα σε μια φυλακή.
Σε μια φυλακή, μάλιστα, που δε θα μπορούσε να βρει τον δρόμο της εξόδου της. Η φυλακή του δεν είχε σκοπό να τον «συνετίσει», αλλά να τον παγιδεύσει για πάντα στο σκοτάδι. Οι Αθηναίοι, σύμφωνα με το μύθο πάντα, έπρεπε να του στέλνουν κάθε εννέα χρόνια ως ποινή επτά νέες και επτά νέους. Ο Μίνωας τούς είχε νικήσει στον μεταξύ τους πόλεμο, όταν οι Αθηναίοι σκότωσαν τον άλλο γιο του, τον Ανδρόγεω, από ζήλια, διότι είχε νικήσει στα Παναθήναια. Προφανώς, αυτός ο ανταγωνισμός θα πρέπει να βασιζόταν σε στοιχεία υπαρκτά, αφού κι οι δύο πολιτισμοί ήθελαν να κυριαρχήσουν στη θάλασσα.
Η συνέχεια του μύθου, όπου ο Θησέας, μπαίνει ανάμεσα στους επτά νέους και με τη βοήθεια της Αριάδνης και του μίτου της, σκοτώνει τον Μινώταυρο και βγαίνει θριαμβευτής απ’ τον λαβύρινθο, είναι η πιο γνωστή του πλευρά. Ωστόσο, ακόμη κι εδώ μένει να δούμε κάποιες λεπτομέρειες. Ο Θησέας, ο γιος του Αιγαία, δεν ήταν απλώς ένας απ’ τους βασιλείς της Αθήνας, αλλά αυτός που συνένωσε όλους τους δήμους της Αττικής και χώρισε τους πολίτες της σε τρεις τάξεις, δηλαδή κατηγορίες: στους ευγενείς, στους κτηματίες και στους δημιουργούς (χειρώνακτες και τεχνίτες). Μεταξύ των πολεμικών του επιτυχιών ήταν και η κατατρόπωση των κενταύρων. Η συνάντηση, λοιπόν, των κρητικών και των αθηναϊκών ηρώων δεν μπορεί να είναι τυχαία. Προφανώς, απηχεί τη νίκη του πολιτισμένου κόσμου πάνω στον παλιό άγριο κόσμο της φύσης.
Ο Αστερίων είναι ένα απ’ τα πιο μοναχικά πλάσματα, δεν είναι ούτε άνθρωπος ούτε ζώο, είναι ένα τέρας. Είναι μια παρουσία ανάδελφη. Ανήκει στη στιγμή που συναντιέται ο πολιτισμός με την ανεξέλεγκτη φύση. Δεν μπορεί παρά να φυλακιστεί ως επικίνδυνος. Ακόμη και ο τόπος της φυλακής του, εκείνοι οι διάδρομοι που δεν έχουν τέλος, η σπαζοκεφαλιά χωρίς διέξοδο, έχει ένα σχήμα μεταβατικό: μοιράζεται ανάμεσα στη σπείρα –που συναντάμε στη φύση παντού (απ’ τους ανεμοστρόβιλους και τις δίνες μέχρι το κέλυφος των σαλιγκαριών)– και τον κύβο, ανάμεσα στο αέναο της φύσης και τη λογική της επιστήμης.
Ο λαβύρινθος είναι το πρώτο βήμα της ανθρωπότητας να φυλακίσει την ίδια τη φύση, τον ίδιο τον κύκλο της ζωής, στον ορθολογισμό της εξουσίας. Έκλεισε, ως αποτρόπαιο, αυτό που της θύμιζε από πού ξεκίνησε. Το ελεύθερο μετατράπηκε σε κάτι που έπρεπε να κρατηθεί μυστικό στα σκοτάδια. Το φυσικό έγινε παρά φύση. Κάθε προσπάθεια να κρατηθεί στη ζωή ο Μινώταυρος έγινε μάταιη. Ήταν η ντροπή του βασιλιά και μόνος τρόπος για να βγει απ’ τα σκοτάδια του λαβύρινθου ήταν να πεθάνει. Η αφήγηση της Αναρχίας θα αναζητούσε το σώμα του, για να το ξαναφέρει στη μνήμη. Σαν το μοιραίο λάθος ενός βασιλιά και μιας βασίλισσας, που εξ αιτίας του θα έχαναν την εξουσία τους. Σαν το μοιραίο λάθος της πολιτικής, που μένει να μας θυμίζει από πού ξεκινήσαμε και να μη φοβόμαστε, να μην ντρεπόμαστε γι’ αυτό. Ως τον τρόπο να σπάσουμε το καλούπι του προβλέψιμου ελέγχου που μας περιβάλλει και μας θέλει, ψυχή τε και σώματι, περιπλανώμενους στους λαβύρινθους των σύγχρονων μεγαλουπόλεων.
Ας ξεκινήσουμε από εκείνη τη μακρινή στιγμή, όταν η Πασιφάη, η μητέρα του Δευκαλίωνα και της Αριάδνης και σύζυγος του Μίνωα, ερωτεύτηκε έναν ταύρο. Ο έρωτας αυτός δεν ήταν αυθόρμητη επιλογή της, αλλά μια τιμωρία του θεού Ποσειδώνα. Πριν ο Μίνωας γίνει βασιλιάς τού ζήτησε ένα σημάδι που να αποδεικνύει ότι αυτός, και όχι ο αδερφός του, έπρεπε να ανέβει στο θρόνο. Ο θεός έστειλε έναν όμορφο λευκό ταύρο και ζήτησε από το Μίνωα να θυσιάσει αυτόν τον ταύρο στον ίδιο. Ο Μίνωας όμως αντί για αυτόν θυσίασε έναν άλλον, ελπίζοντας ότι ο θεός δε θα το προσέξει. Όλοι γνωρίζουμε πόσο εκδικητικοί παρουσιάζονταν στο εκπολιτισμένο φαντασιακό οι έλληνες θεοί. Γι αυτό θέλησε να τον τιμωρήσει, τυφλώνοντας την γυναίκα του Πασιφάη από πάθος για τον ταύρο. Η βασίλισσα ήθελε πάση θυσία να ζευγαρώσει μαζί του. Γι’ αυτό έβαλε τον Δαίδαλο να της φτιάξει ένα ομοίωμα αγελάδας, μέσα στο οποίο μπόρεσε να μεταμορφωθεί σε ζώο και να ενωθεί ερωτικά με τον αγαπημένο της ταύρο. Από αυτή λοιπόν την ένωση γεννήθηκε ο Μινώταυρος∙ κατ’ εικόνα και ομοίωσιν αυτής της ένωσης: με κεφάλι ταύρου και σώμα ανθρώπου.
Είναι σημαντικό να επιμείνουμε εδώ στο ότι το κεφάλι του ήταν το ζωώδες στοιχείο, ενώ το σώμα του έφερε το ανθρώπινο σχήμα. Επομένως, το κινούν του σώματος, το κεφάλι, διατήρησε τα άγρια στοιχεία του ταύρου. Το σώμα, αν και ανθρώπινο, όφειλε να υπακούσει στο νέο συνδυασμό. Σε αντίθεση με τους Κενταύρους, που αφ’ ενός έχουν κεφάλι ανθρώπου και σώμα αλόγου, αφ’ ετέρου φημίζονταν για την ανθρώπινη σοφία τους. Οι συνδυασμοί είναι πολλοί. Αξίζει να αναφερθεί, πως αν και ο εν λόγω μύθος συνετέθη, ενώ οι ανθρώπινες κοινωνίες είχαν ήδη εξημερώσει ουκ ολίγα άγρια ζώα, στην προκειμένη περίπτωση το στοιχείο του ταύρου δηλώνει ξεκάθαρα το μη εξημερωμένο, το καθόλα ανεξέλεγκτο. Και κλείνοντας αυτή την παρένθεση, αξίζει να παρατηρηθεί ότι οι αρχαίοι έλληνες σπάνια φαντάστηκαν ανθρώπους με φτερά. Όταν ο Δαίδαλος με τον Ίκαρο φόρεσαν τα φτερά τους, εφάρμοσαν μια κατασκευή στο σώμα τους, αποτέλεσμα των τεχνολογικών καινοτομιών του Δαίδαλου και μάλιστα με τραγικά αποτελέσματα.
Πέρα, όμως, απ’ τις ερμηνείες των μεταμορφώσεων, αξίζει να σταθούμε στον μύθο του Μινώταυρου για τις ιδιαιτερότητές του. Ο Μινώταυρος έζησε φυλακισμένος μέσα στον λαβύρινθο, που έφτιαξε ο άνθρωπος-κλειδί του βασιλείου του Μίνωα, ο Δαίδαλος. Γιατί, άραγε, ένας τέτοιος μύθος να επιλέχτηκε να συνοδέψει μια απ’ τις πρώιμες βασίλισσες του πολιτισμένου κόσμου; Ίσως ακριβώς, για να ενώσει το παλιό με το νέο. Αυτό που άφηνε πίσω του οριστικά και το φυλάκιζε ο νέος ασφυκτικός κόσμος των ανακτόρων και του πολιτισμού ήταν η άγρια φυσική κατάσταση. Δεν είναι τυχαίο ότι ένα από τα βασικά σύμβολα του μινωικού κόσμου ήταν το κέρας του ταύρου, ένα γνωστό άθλημα ήταν τα ταυροκαθάψια κοκ. Ο ταύρος είναι το σύμβολο όχι μόνο της φύσης, αλλά και του ανεξέλεγκτου, το φοβερά άγριο, το ατίθασο, που δε δαμάζεται, αλλά σκοτώνεται. Γι’ αυτό, άλλωστε τη θυσία του ζήτησε και ο ίδιος ο θεός. Η ίδια η φύση του έπρεπε να τιμωρείται όσο ζει. Για να συνεχίζει να ζει, όμως, στο παλάτι με τη βασίλισσα, έπρεπε ο Αστερίων –το αρχικό του όνομα, πριν μετονομαστεί σε Μινώταυρος– να μπει μέσα σε μια φυλακή.
Σε μια φυλακή, μάλιστα, που δε θα μπορούσε να βρει τον δρόμο της εξόδου της. Η φυλακή του δεν είχε σκοπό να τον «συνετίσει», αλλά να τον παγιδεύσει για πάντα στο σκοτάδι. Οι Αθηναίοι, σύμφωνα με το μύθο πάντα, έπρεπε να του στέλνουν κάθε εννέα χρόνια ως ποινή επτά νέες και επτά νέους. Ο Μίνωας τούς είχε νικήσει στον μεταξύ τους πόλεμο, όταν οι Αθηναίοι σκότωσαν τον άλλο γιο του, τον Ανδρόγεω, από ζήλια, διότι είχε νικήσει στα Παναθήναια. Προφανώς, αυτός ο ανταγωνισμός θα πρέπει να βασιζόταν σε στοιχεία υπαρκτά, αφού κι οι δύο πολιτισμοί ήθελαν να κυριαρχήσουν στη θάλασσα.
Η συνέχεια του μύθου, όπου ο Θησέας, μπαίνει ανάμεσα στους επτά νέους και με τη βοήθεια της Αριάδνης και του μίτου της, σκοτώνει τον Μινώταυρο και βγαίνει θριαμβευτής απ’ τον λαβύρινθο, είναι η πιο γνωστή του πλευρά. Ωστόσο, ακόμη κι εδώ μένει να δούμε κάποιες λεπτομέρειες. Ο Θησέας, ο γιος του Αιγαία, δεν ήταν απλώς ένας απ’ τους βασιλείς της Αθήνας, αλλά αυτός που συνένωσε όλους τους δήμους της Αττικής και χώρισε τους πολίτες της σε τρεις τάξεις, δηλαδή κατηγορίες: στους ευγενείς, στους κτηματίες και στους δημιουργούς (χειρώνακτες και τεχνίτες). Μεταξύ των πολεμικών του επιτυχιών ήταν και η κατατρόπωση των κενταύρων. Η συνάντηση, λοιπόν, των κρητικών και των αθηναϊκών ηρώων δεν μπορεί να είναι τυχαία. Προφανώς, απηχεί τη νίκη του πολιτισμένου κόσμου πάνω στον παλιό άγριο κόσμο της φύσης.
Ο Αστερίων είναι ένα απ’ τα πιο μοναχικά πλάσματα, δεν είναι ούτε άνθρωπος ούτε ζώο, είναι ένα τέρας. Είναι μια παρουσία ανάδελφη. Ανήκει στη στιγμή που συναντιέται ο πολιτισμός με την ανεξέλεγκτη φύση. Δεν μπορεί παρά να φυλακιστεί ως επικίνδυνος. Ακόμη και ο τόπος της φυλακής του, εκείνοι οι διάδρομοι που δεν έχουν τέλος, η σπαζοκεφαλιά χωρίς διέξοδο, έχει ένα σχήμα μεταβατικό: μοιράζεται ανάμεσα στη σπείρα –που συναντάμε στη φύση παντού (απ’ τους ανεμοστρόβιλους και τις δίνες μέχρι το κέλυφος των σαλιγκαριών)– και τον κύβο, ανάμεσα στο αέναο της φύσης και τη λογική της επιστήμης.
Ο λαβύρινθος είναι το πρώτο βήμα της ανθρωπότητας να φυλακίσει την ίδια τη φύση, τον ίδιο τον κύκλο της ζωής, στον ορθολογισμό της εξουσίας. Έκλεισε, ως αποτρόπαιο, αυτό που της θύμιζε από πού ξεκίνησε. Το ελεύθερο μετατράπηκε σε κάτι που έπρεπε να κρατηθεί μυστικό στα σκοτάδια. Το φυσικό έγινε παρά φύση. Κάθε προσπάθεια να κρατηθεί στη ζωή ο Μινώταυρος έγινε μάταιη. Ήταν η ντροπή του βασιλιά και μόνος τρόπος για να βγει απ’ τα σκοτάδια του λαβύρινθου ήταν να πεθάνει. Η αφήγηση της Αναρχίας θα αναζητούσε το σώμα του, για να το ξαναφέρει στη μνήμη. Σαν το μοιραίο λάθος ενός βασιλιά και μιας βασίλισσας, που εξ αιτίας του θα έχαναν την εξουσία τους. Σαν το μοιραίο λάθος της πολιτικής, που μένει να μας θυμίζει από πού ξεκινήσαμε και να μη φοβόμαστε, να μην ντρεπόμαστε γι’ αυτό. Ως τον τρόπο να σπάσουμε το καλούπι του προβλέψιμου ελέγχου που μας περιβάλλει και μας θέλει, ψυχή τε και σώματι, περιπλανώμενους στους λαβύρινθους των σύγχρονων μεγαλουπόλεων.
σύντροφοι για την Αναρχική απελευθερωτική δράση
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου