Και πολλοί άλλοι
στάθηκαν βασιλιάδες της Βαβυλώνας, που κόσμησαν τα τείχη και τα ιερά της (θα
μιλήσω γι᾽ αυτούς στο κεφάλαιο το αφιερωμένο στους Ασσυρίους), ανάμεσά τους
όμως ξεχωρίζουν δύο γυναίκες. Η πρώτη βασίλισσα, που τη χωρίζουν από τη δεύτερη
πέντε γενιές, λεγόταν Σεμίραμις· δικό της έργο είναι τα αναχώματα της πεδιάδας,
πράγματι αξιοθέατα· γιατί προηγουμένως ο ποταμός συχνά μετέβαλλε την πεδιάδα
όλη σε θάλασσα.
[1.185.1] Όσο για
τη δεύτερη στη σειρά βασίλισσα, που το όνομά της ήταν Νίτωκρις, αυτή στάθηκε
πιο συνετή από την προηγούμενη βασίλισσα· άφησε βέβαια και μνημεία που θα τα
περιγράψω, κυρίως όμως, βλέποντας τους Μήδους να αποχτούν όλο και μεγαλύτερη
δύναμη και να μη θέλουν να ησυχάσουν αλλά να έχουν κυριεύσει κι άλλες πόλεις κι
ανάμεσά τους και τη Νίνο, πήρε όσο μπορούσε πιο πολλά μέτρα για να φυλάξει τη
χώρα της.
Πρώτα άρχισε με
τον Ευφράτη ποταμό, που με το ρεύμα του χωρίζει την πόλη στα δύο και που
προηγουμένως ήταν ίσιος· αρχίζοντας από ψηλά, με τα κανάλια που έσκαψε, τον
έκανε έτσι να λοξοδρομεί, ώστε μπαινόβγαινε τρεις φορές σε μια κωμόπολη των
Ασσυρίων· το όνομα της κωμόπολης, όπου μπαινοβγαίνει ο Ευφράτης, λέγεται
Αρδέρικκα. Έτσι σήμερα, όσοι ταξιδεύουν από τη Μεσόγειο για τη Βαβυλώνα και
κατεβαίνουν τον Ευφράτη ποταμό, περνούνε τρεις φορές από την ίδια αυτή κωμόπολη
και καταναλώνουν τρεις μέρες. Τέτοιο ήταν το έργο της αυτό. Έφτιαξε ακόμη
ανάχωμα στις δύο όχθες του ποταμού, αξιοθαύμαστο και για το ύψος που έχει και
για το μέγεθός του. Πολύ ψηλότερα από τη Βαβυλώνα έσκαψε ένα όρυγμα για να το
κάνει λίμνη — πλάι στον ποταμό και σε μικρή απόσταση από αυτόν· σε βάθος το
προχώρησε σκάβοντας παντού ώσπου να βρει νερό, και την περίμετρό του την έφτασε
στα τετρακόσια είκοσι στάδια. Το χώμα που έβγαζε από την ανασκαφή αυτού του
έργου το χρησιμοποιούσε χύνοντάς το εκεί πλάι στις όχθες του ποταμού.
[1.185.5] Όταν το σκάψιμο τέλειωσε, είπε να
κουβαλήσουν πέτρες και να φτιάξουν ένα γύρω περίβολο, που να συγκρατεί τις
όχθες της λίμνης. Τα έκανε και τα δύο αυτά, και το ποτάμι δηλαδή να
λοξοδρομεί και το όρυγμα να γίνεται όλο βάλτος, για να ελαττωθεί πρώτα, μ᾽ όλα
αυτά τα σπασίματα και τις καμπές, η ταχύτητα που είχε το ρεύμα του ποταμού·
ύστερα για να είναι το ταξίδι στο ποτάμι με προορισμό τη Βαβυλώνα μπερδεμένο·
τέλος για να ακολουθεί, ύστερα από το ταξίδι στο ποτάμι, μακριά πεζοπορία μέχρι
να παρακάμψει κανείς τη λίμνη.Τα έργα αυτά τα έκανε η Νίτωκρις σ᾽
εκείνα τα μέρη της χώρας, όπου ήσαν τα περάσματα κι ο πιο σύντομος δρόμος για
να μπει κάποιος από τη Μηδία· γιατί δεν ήθελε να μπαίνουνε στη χώρα της οι
Μήδοι και να κατασκοπεύουν την κατάσταση. Μ᾽ αυτά
τα έργα εκσκαφής δημιούργησε μια γραμμή αμύνης· μέσα στα ίδια πλαίσια όμως
πραγματοποίησε η Νίτωκρις κι ένα δευτερεύον έργο: Έτσι που η πόλη ήταν
χωρισμένη σε δυο τμήματα κι ο ποταμός έτρεχε στη μέση, αν κάποιος ήθελε να
περάσει από το ένα τμήμα στο άλλο, έπρεπε να χρησιμοποιήσει πλοίο, κι ήταν αυτό
κατά την γνώμη μου ενοχλητικό.
Η Νίτωκρις το πρόβλεψε κι αυτό. Γιατί τον ίδιο
χρόνο που έσκαψε το όρυγμα για τη λίμνη, μαζί μ᾽ αυτό της το έργο έκανε κι ένα
άλλο για να τη θυμάται ο κόσμος, το εξής: Είπε και έκοψαν ογκώδεις
πέτρες· κι όταν τα αγκωνάρια ήσαν έτοιμα και το μέρος είχε ανασκαφεί, έστρεψε
όλο το ρεύμα του ποταμού στο όρυγμα που είχε ανοίξει· κι επειδή όσον καιρό
χρειάστηκε για να γεμίσει το όρυγμα αυτό, το παλιό ρείθρο του ποταμού έμενε
στεγνό, κερδίζοντας τον χρόνο η Νίτωκρις έντυσε με ψημένα πλιθιά (και με το
ίδιο σύστημα που ήταν χτισμένο και το τείχος) τις όχθες του ποταμού σ᾽ όλο το
μήκος που αυτός περνά μέσα απ᾽ την πόλη, όπως επίσης ύψωσε και τα μέρη που
κατεβαίνοντας από τις μικρές πύλες οδηγούσαν προς το ποτάμι. Παράλληλα, στη
μέση περίπου της πόλης, έχτισε με τα αγκωνάρια που είχε κόψει το σκελετό μιας
γέφυρας, δένοντας τις πέτρες με σίδερο και με μολύβι. Επάνω εκεί,
όταν ξημέρωνε η μέρα, είπε και άπλωναν ξύλα τετράγωνα, κι έτσι πατώντας πάνω
περνούσαν οι Βαβυλώνιοι. Τη νύχτα αυτά τα ξύλα τα σήκωναν για τον παρακάτω
λόγο: για να μην πηγαινοέρχονται οι άνθρωποι και κλέβουνε ο ένας τον άλλο. Κι όταν το όρυγμα με το νερό του ποταμού έγινε μια γεμάτη λίμνη και
τα έργα με τη γέφυρα είχαν τελειώσει, ξανάφερε η Νίτωκρις τον ποταμό Ευφράτη
στην παλιά του κοίτη. Μ᾽ αυτόν τον τρόπο κι η λίμνη που έγινε έμοιαζε να έχει
κατασκευαστεί στην ώρα της, και ταυτοχρόνως βρέθηκε να είναι χτισμένη και μια
γέφυρα για χάρη των πολιτών.
[1.187.1] Η ίδια
αυτή βασίλισσα σοφίστηκε και μιαν απάτη τέτοιας λογής. Πάνω από την πιο
πολυσύχναστη πύλη της πόλης ετοίμασε έναν τάφο για τον εαυτό της ψηλά, να
εξέχει από την πύλη, και σκάλιξε πάνω στον τάφο γράμματα που έλεγαν τα εξής:
Αν κάποιος από τους διαδόχους μου, που θα βασιλεύσουν ύστερα από
εμένα στη Βαβυλώνα, βρεθεί να έχει ανάγκη από χρήματα, ανοίγοντας τον τάφο ας
πάρει όσα χρήματα θέλει· απαγορεύεται όμως να τον ανοίξει για οποιονδήποτε άλλο
λόγο κι όχι επειδή πράγματι έχει ανάγκη, γιατί δε θα του βγει σε καλό. Αυτόν τον τάφο λοιπόν δεν τον άγγιξε κανείς, ωσότου η βασιλεία πέρασε
στα χέρια του Δαρείου. Μα του Δαρείου του φαινόταν ανήκουστο να μην μπορεί να
χρησιμοποιήσει αυτή την πύλη και, ενώ εδώ πέρα υπήρχαν λεφτά και η επιγραφή το
φώναζε, να μην τα πάρει. Την πύλη αυτή δεν τη χρησιμοποιούσε για τον
λόγο ότι έπρεπε, αν περνούσε από εκεί, να βρεθεί πάνω από το κεφάλι του ο
νεκρός. Όταν στο τέλος άνοιξε τον τάφο, από λεφτά δεν βρήκε τίποτε,
βρήκε όμως μέσα το πτώμα και μιαν επιγραφή που έλεγε τα εξής: Αν δεν ήσουν
άπληστος για χρήματα και δεν αγαπούσες το άνομο κέρδος, δε θα έφτανες να
ανοίξεις τάφους νεκρών. Τέτοια ήταν, καθώς λένε, η βασίλισσα αυτή.
Πηγή: Ηροδότου, Ιστορίαι, Κλειώ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου